Παραμύθια με κακό τέλος στα νησιά του Αιγαίου

Του Γαβριήλ Σακελλαρίδη*

Η κατάσταση που έχει διαμορφωθεί στα νησιά του Αιγαίου τους τελευταίους μήνες δεν χρειάζεται πολλά λόγια για να απεικονιστεί. Η επί μήνες διαμονή ανθρώπων σε συνθήκες πρωτοφανούς αθλιότητας, σε αριθμούς υπερπολλαπλάσιους από τις όποιες χωρητικότητες των καταυλισμών, στερούμενων των ελάχιστων συνθηκών υγιεινής και ασφάλειας και απογυμνωμένων από οποιαδήποτε έννοια ανθρώπινης υπόστασης συνιστούν ένα συλλογικό τραύμα που θα διδάσκεται στα μελλοντικά βιβλία της Ιστορίας, ως μία από τις μελανές περιόδους της ανθρωπότητας. Και όλα τα παραπάνω χωρίς είδος υπερβολής.

Η πολιτική της κυβέρνησης για το προσφυγικό δείχνει από τη μία να μην πατάει στη διαμορφωμένη πραγματικότητα και από την άλλη να παραβιάζει συστηματικά τα διεθνή πρότυπα για τα ευρωπαϊκά δικαιώματα. Η πολιτική αυτή συνοψίζεται, χωρίς να αδικείται, στο δόγμα «αποτροπή, περιορισμός του δικαιώματος στο άσυλο, κράτηση και επιστροφές».

Σε σχέση με την αποτροπή στο Αιγαίο, επανειλημμένα η Διεθνής Αμνηστία και άλλες οργανώσεις έχουν εκφράσει τις σοβαρές τους ανησυχίες ότι δύναται να οδηγήσει σε αύξηση των ναυαγίων στο Αιγαίο και σε περισσότερους θανάτους.

Η παρεμπόδιση στην εδαφική πρόσβαση για την άσκηση του θεμελιώδους δικαιώματος του αιτήματος ασύλου συνιστά παραβίαση διεθνών συνθηκών και είναι παράνομη. Οι πρόσφατες εξαγγελίες περί κατασκευής «πλωτού φράχτη», πέραν της αστειότητάς τους, προσομοιάζουν περισσότερο σε «καθρεφτάκια προς τους ιθαγενείς» για να καθησυχάσουν τις τοπικές κοινωνίες, οδηγούν όμως στο αντίθετο αποτέλεσμα: να αντιλαμβάνονται και οι τοπικές κοινωνίες τη ματαιότητα των πολιτικών αποτροπής της κυβέρνησης, αφού οι άνθρωποι που εγκαταλείπουν τα σπίτια τους χιλιάδες χιλιόμετρα μακριά μαζί με τις οικογένειές τους για να επιδιώξουν μία ζωή με ασφάλεια και αξιοπρέπεια δεν θα αποθαρρυνθούν από τέτοιες πολιτικές – γι’ αυτούς/ές είναι απλά τελική επιλογή επιβίωσης.

Ο περιορισμός του δικαιώματος στο άσυλο, από την άλλη, όπως επιχειρήθηκε με τον πρόσφατο νόμο της κυβέρνησης, παραβιάζει τα ανθρώπινα δικαιώματα των αιτούντων/σών άσυλο πολλαπλώς, τους αποστερεί από πρόσβαση σε υγεία και άλλα κοινωνικά/οικονομικά δικαιώματα, ενώ παράλληλα παρουσιάζει πολύ σημαντικά διαχειριστικά προβλήματα, όπως πρόσφατα καταγγέλθηκε και από το Σωματείο Εργαζομένων Συμβασιούχων στην Υπηρεσία Ασύλου, δηλαδή από τους ίδιους τους ανθρώπους που καλούνται να υλοποιήσουν την πολιτική αυτή.

Η κράτηση που φαντάζει επίσης ως πτυχή της κυβερνητικής «λύσης» σε νέα κλειστά κέντρα βρίσκεται σε αντιδιαστολή με το διεθνές και το κοινοτικό δίκαιο, αφού ουσιαστικά όλοι/ες οι αιτούντες/ούσες άσυλο θα τίθενται υπό κράτηση και όχι μόνο όσοι/ες βρίσκονται σε προαναχωρησιακή κράτηση, μετά την απόρριψη των αιτημάτων ασύλου τους. (Η ξεκάθαρη θέση του Υπατου Αρμοστή του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες σε πρόσφατη επίσκεψή του στην Ελλάδα ενάντια στα κλειστά κέντρα είναι ενδεικτική.)

Παράλληλα, κανείς δεν μπορεί να καταλάβει πώς η κατασκευή κλειστών κέντρων κράτησης 5.000 ατόμων στα νησιά, είτε αντικαταστήσουν τους υπάρχοντες καταυλισμούς είτε όχι, θα μπορούσε να αποτελέσει οποιαδήποτε λύση με βάση την αριθμητική. Και βέβαια, είναι προφανές ότι τέτοιες πολιτικές τροφοδοτούν παρά αποφορτίζουν τις εντάσεις, στα ήδη δυσανάλογα υπερφορτωμένα νησιά.

Τέλος, η περίφημη πολιτική των επιστροφών αποδεικνύεται ένα εύκολο ρητορικό σχήμα που δείχνει να αγνοεί στοιχειώδεις πραγματικότητες. Με βάση την απαράδεκτη κοινή δήλωση Τουρκίας-Ε.Ε., μόνο Σύροι μπορούν να επιστρέφουν στην Τουρκία και αυτοί όχι με εύκολες διαδικασίες. Ομως, πλέον, η σύνθεση των προσφυγικών αφίξεων έχει μεταβληθεί σημαντικά, με τη μεγάλη τους πλειοψηφία να είναι Αφγανοί, Ιρακινοί, Ιρανοί και Παλαιστίνιοι, που δεν μπορούν να επιστραφούν με βάση τη δήλωση. Η αριθμητική των επιστροφών τους τελευταίους μήνες δείχνει και τη ματαιότητα αυτής της πολιτικής.

Η ματαιότητα αυτής της πολιτικής από τη μία οδηγεί στον εξευτελισμό και την καταρράκωση οποιασδήποτε έννοιας ανθρώπινης αξιοπρέπειας για όσους/ες αιτούνται άσυλο και από την άλλη οξύνει τις εντάσεις με τις τοπικές κοινωνίες. Ο εμπρηστικός δημόσιος λόγος, η προσπάθεια απόκρυψης των κυβερνητικών ευθυνών πίσω από την κατασκευή ενόχων στο πρόσωπο των αλληλέγγυων και η λογική του Πόντιου Πιλάτου οδηγεί σε συνθήκες κοινωνικού αυτοματισμού, όπως πρόσφατα είδαμε στη Λέσβο με απρόβλεπτες προεκτάσεις.

Χωρίς θεσμοθέτηση ενός υποχρεωτικού μηχανισμού καταμερισμού της ευθύνης μεταξύ όλων των κρατών-μελών της Ε.Ε., χωρίς άμεση μεταφορά των ανθρώπων αυτών στην ενδοχώρα και χωρίς τον σχεδιασμό μίας πολιτικής ένταξης στην Ελλάδα, το μέλλον φαντάζει ακόμα πιο δυσοίωνο.

Ο Γαβριήλ Σακελλαρίδης είναι ο διευθυντής του ελληνικού τμήματος της Διεθνούς Αμνηστίας

Από την Εφημερίδα των Συντακτών