Προσοχή: το κόμμα που θα ψηφίσετε, ενδέχεται να έχει λήξει!

 

Του Νίκου Λακόπουλου

ΝΙΚΟΣ ΛΑΚΟΠΟΥΛΟΣ

 

Η σημερινή συγκυρία μοιάζει πολύ με την μεταπολεμική Ελλάδα του ’50 με πολλά κόμματα της ίδιας παράταξης να κατεβαίνουν χωριστά ώσπου να ενωθούν υπό τον Παπάγο, τον Καραμανλή ή τον Γεώργιο Παπανδρέου.  Μόνο που δεν υπάρχει στον ορίζοντα ο ηγέτης αυτός που θα ενώσει δύο τρία ρεύματα να φτιάξει μια “παράταξη”.

Ο Αλέξης Τσίπρας- πολύ γρήγορα πέρασε από το νέο στο παλιό, μέσα σε επτά χρόνια, αποτελώντας ωστόσο ακόμα την ελπίδα ενός φοβισμένου έθνους που αρέσκεται στις αυταπάτες, τις φαντασιώσεις και δεν έχει σαφή εικόνα για τον εαυτό του.  Μονίμως πιάνεται από τα μαλλιά του. Η Ελλάδα βρίσκεται στα χέρια μαθητευόμενων «ηγετών”. Ίσως επειδή δεν έχει πολιτικούς θεσμούς να χρειάζεται «σωτήρες», αλλά αυτοί εδώ είναι “πολιτικοί για κλάματα”.

Η Ελλάδα –με το ρουσφέτι της, τη μίζα και το φακελάκι -δεν είχε πολίτες, όσο οπαδούς και πολιτικούς συρφετούς. Ψηφοφόρους φαύλους – όταν πουλούσαν την ψήφο τους, όσο πολλοί ηγέτες έπαιρναν τον δρόμο για την εξορία ή την φυλακή. Τα κόμματά της δεν ήταν ιδεολογικοί σχηματισμοί, όσο μηχανισμοί για την κατάληψη της εξουσίας. Ο πολιτικός λόγος της χαρακτηρίζεται από την λέξη αντί: είμαστε αντιδεξιοί, αντιβασιλικοί ή αντικομμουνιστές, μόνο που τώρα πια είμαστε όλοι αντιβασιλικοί και βενιζελικοί και οι περισσότεροι “μνημονιακοί” που παραμένουν αντι-μνημονιακοί.

Η ανάγκη για έναν διπολισμό δεν αφορά την πολιτική ιδεολογία –που δεν υπάρχει πολλές φορές, αλλά την νομή της εξουσίας. Πολλές φορές ο εχθρός δεν υπάρχει, αλλά κατασκευάζεται για τις ανάγκες του “αγώνα”. Τα δυο μεγάλα κόμματα της μεταπολίτευσης, έφτασαν σε ένα σημείο από την απόλυτη σύγκρουση στην συνεργασία, που οδήγησε στην ολική διάλυση του ενός και την διάσπαση του άλλου. Το ΠΑΣΟΚ έγινε δωρητής σώματος για τον ΣΥΡΙΖΑ, που όμως απεχθάνεται την λέξη κεντροαριστερά- την σοσιαλδημοκρατία, αλλά δεν αναφέρει και πολύ συχνά λέξεις όπως ο κομμουνισμός ή έστω σοσιαλισμός. Ένα κόμμα πλαστικό, ανέμελο, μες τη χαρά γιομάτο.

Η Δεξιά στην Ελλάδα ορίστηκε ως αντικομμουνιστική, ώσπου να καταλάβει πολύ αργά πως είναι η παράταξη της “ελεύθερης οικονομίας”. Το σοσιαλιστικό κόμμα ανέλαβε τον ρόλο να κλείσει το κεφάλαιο Εμφύλιος Πόλεμος και να εκσυγχρονίσει την χώρα.  Όσοι περίμεναν την διάλυση του κινήματος μετά τον θάνατο του Ανδρέα Παπανδρέου ή πολύ πριν το –Βρώμικο 89- είδαν την Αριστερά να διασπάται εν συγχύσει τελούσα ακόμη.

Μια «βιομετρική ανάλυση» των σημερινών και υπό κινητικότητα κομμάτων δείχνει πως το ΠΑΣΟΚ θα εξαφανισθεί αφού παίρνει ισχνά ποσοστά στους νέους. Το αντίστοιχο προηγούμενο της «Ένωσης Κέντρου» βρέθηκε από 53% στο 25%, και το 1%. Το θαύμα που ζούμε είναι από ένα κόμμα του 4% να γεννηθούν κόμματα που διεκδικούν το 40% των ψήφων, μόνο που δεν είναι κομμουνιστές οι οπαδοί. Είναι αγανακτισμένοι, ζητούν μια θέση στο δημόσιο ή είναι δανειολήπτες.

Ζούμε την προσπάθεια του ΣΥΡΙΖΑ να αποτελέσει τον βασικό πόλο της “δημοκρατικής παράταξης” αφού αποβάλλει τα απολιθώματα του. Αυτό που κρίνεται στις εκλογές είναι η “Λαϊκή Ενότητα”, το νέο κόμμα που θάλεγε κανείς έχει ξεσύρει όλα τα οράματα του Εμβέρ Χότζα ή του φίλου του Λαφαζάνη, Λεονίντ Μπρέζνιεφ. Δεν έχει μέλλον. Είναι ένα νέο κόμμα που έχει ένα σκοταδιστικό παρελθόν κι ένα όραμα πολιτικής οπισθοδρόμησης, ένα ιδεολογικό έκτρωμα.

Το γεγονός ότι τα σημερινά κόμματα βαδίζουν πάνω σε κινούμενη άμμο με συνθήματα από την διαφήμιση και τον παλιό ελληνικό κινηματογράφο δεν σημαίνει καθόλου ότι έχουν διαλυθεί οι πολιτικές παρατάξεις. Ένα μεγάλο κόμμα της κεντροδεξιάς μπορεί να κινηθεί σε ποσοστά 35-40 % με ένα ακροδεξιό κόμμα δίπλα του με 5-10% και η Κεντροαριστερά σε ποσοστά 35-45%  αν βρει ηγέτη που να ξέρει ποιος είναι, τι πιστεύει και που πάει.

Το ερώτημα είναι ποια νέα κόμματα και ποιο «κόμμα- έκπληξη», όπως ήταν το ΠΑΣΟΚ και ο ΣΥΡΙΖΑ μας επιφυλάσσει το εγγύς ή απώτερο μέλλον. Ούτε το Μνημόνιο, ούτε το Αντιμνημόνιο αποτελούν πολιτική ιδεολογία. Οποιαδήποτε κυβέρνηση, αριστερή ή δεξιά μπορεί να κάνει δανειακές συμβάσεις με όρους που πάντα καθορίζουν οι επονείδιστοι δανειστές. Η πολιτική αφέλεια, ο κομματικός παλιμπαιδισμός δεν μπορεί να συγκροτήσει πολιτικό ή εθνικό πρόγραμμα.  Οι αριστερές καραμέλες της ΛΑΕ έχουν την ίδια γεύση με τις εθνικές βιταμίνες της Χρυσής Αυγής γιατί είναι το ίδιο επικίνδυνες.

Η νέα Ελλάδα  χαράζεται ερήμην των ανύποπτων κομμάτων βλέπουν τα καραβάνια των προσφύγων να περνούν. Θα είναι μια νέα κοινωνία διαφορετική από το ειδυλλιακό παρελθόν που ονειρεύονται ως επιστροφή τα κόμματα που -σχεδόν όλα- δεν έχουν πρόγραμμα για το μέλλον- όσο θέλουν να διορθώσουν το παρελθόν. Ο κόσμος αλλάζει καθώς οι νοσταλγοί μιας ένδοξης εποχής που δεν υπήρξε ποτέ δεν έχουν σχέδιο, πλάνο, μια ιδέα για τον τόπο. Ελπίζουμε να βγούμε από αυτή την κρίση με όλα τα εδάφη μας και τα μισά από τα “κεκτημένα” μας. Το εθνικό μας όραμα είναι πολύ ρεαλιστικό: να μην καταστραφούμε.

Όσο κι αν ψάξετε στο πρόγραμμα του ΣΥΡΙΖΑ δεν θα βρείτε καμιά νέα ιδέα, καμιά πρόταση, τίποτα ριζοσπαστικό. Την υπόσχεση μόνο να επιστρέψουμε σε κείνη την ωραία εποχή- με μισθούς, συντάξεις, δικαιώματα- που -φευ- ανήκει στο επάρατο παρελθόν των σαράντα χρόνων- που “κατέστρεψαν την Ελλάδα”. Αν προσθέσουμε και την χούντα και τα πριν από αυτήν δεν είναι μόνο σαράντα χρόνια, αλλά ποιά Ελλάδα υπήρχε τότε ώστε να καταστραφεί από τους ηγέτες που μισούμε, αλλά αντιγράφουμε;

Η πολιτική αμφισβήτηση που εκφράστηκε την τελευταία πενήντα- με το κίνημα των Αγανακτισμένων ή την τυφλή εξέγερση του 2008- δεν αφορούσε την κατάρρευση του πολιτικού συστήματος, αλλά την κομματική του αναδιάταξη με νέα πρόσωπα. Το αποτέλεσμα είναι οικτρό, αλλά μια νέα γενιά μπήκε στο παιχνίδι – με συνθήματα του παππού- και σαφώς πιο συντηρητική κατεύθυνση. Πρόκειται για έναν νεωτεριστικό οπισθοδρομισμό με άξονα συνθήματα κενά από ιδεολογία που εκφράζουν άδειες λέξεις όπως “Πάμε”, “Μαζί” Μπροστά”. Ή για κλεμμένα διαφημιστικά όπως το “Εμείς μπορούμε” που απευθύνονται σε αμερικανάκια.

Η διπλή αμφισβήτηση εύκολα απορροφήθηκε με το να μπει η Χρυσή Αυγή στην Βουλή και εκατόν πενήντα  βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ. Οι πενήντα από αυτούς- από τους οποίους προέρχεται η κοινοβουλευτική ομάδα της ΛΑΕ- δεν κέρδισαν την εμπιστοσύνη του λαού, ποτέ. Πρόκειται για το ληστρικό μπόνους του εκλογικού συστήματος, “αριστερή βουλή” κατά λάθος.

Προκειμένου να κατανοήσουμε καλύτερα τι θα συμβεί στο μέλλον θα πρέπει να δούμε τις εξελίξεις όχι σε επίπεδο κομμάτων, αλλά σε επίπεδο παρατάξεων. Κι ακόμα καλύτερα θα πρέπει να δούμε τι συμβαίνει όχι στην πολιτική, αλλά στην ταξική αναδόμηση της ελληνικής κοινωνίας. Ούτε οι άνεργοι, ούτε οι χρεωκοπημένοι μικροαστοί μπορούν να συγκροτήσουν κόμματα και ιδεολογικές παρατάξεις, αλλά μόνο κουλτούρα διαμαρτυρίας.

Φυσικά, από την εποχή των Ναππαίων και του Αγγλικού κόμματος πρώτα φτιάχνουμε το κόμμα και μετά θα βρούμε τα συνθήματά του. Ποιος θυμάται το “ΕΟΚ και ΝΑΤΟ, το ίδιο συνδικάτο”; Δεν μπορούμε να μιλήσουμε για τον Μαρξ και τον Λένιν, τέτοια ώρα- βράδυ- είπε ο ίδιος ο γραμματέας του κόμματος με την μεγαλύτερη ιδεολογική αυτάρκεια. Αλλά ούτε και πρωί.

Τα περισσότερα κόμματα από τα σημερινά δεν θα υπάρχουν αύριο. Τα «νέα» κόμματα- όπως το Ποτάμι- μοιάζουν με στάσεις λεωφορείου. Οι επιβάτες θα κατέβουν στην επόμενη στάση. Ποτέ πριν τόσοι πολλοί -νέοι κι απαίδευτοι, αλλά θρασείς- “ηγέτες” δεν βρέθηκαν μαζί σε μια τόσο κρίσιμη στιγμή. Ποτέ πριν το “νέο” δεν ήταν χειρότερο από το παλιό.

Το νέο για το οποίο καυγαδίζουν τα σημερινά κόμματα σ΄αυτές τις εκλογές είναι από neon. Ο νέος πολιτικός λόγος είναι γκριμάτσες και πόζες, τσιτάτα και μηρυκασμοί. Μονάχα οι επόμενες γενιές μπορούν να αλλάξουν τα πράγματα αθόρυβα ή με πάταγο που δεν θα ακουστεί στα σημερινά κομματικά γραφεία. Γιατί δεν θα υπάρχουν. Τα νέα κόμματα, δεν έχουν μόνο έχουν λήξει, αλλά μυρίζουν ήδη μούχλα.