Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν: Αρπαγή

Γράφει ο Γιώργος Λακόπουλος

Ο Ερντογάν ήλθε με τις πάγιες τουρκικές διεκδικήσεις στις βαλίτσες του – προσθέτοντας και τις απαιτήσεις του ψευδοκράτους- και έφυγε χωρίς να αλλάξει ο παραμικρό.

    

Επιτυχημένες συνομιλίες μεταξύ Μητσοτάκη και Ερντογάν θα ήταν αν στο τέλος ανακοίνωναν ότι η Ελλάδα και η Τουρκία υπογράφουν συνυποσχετικό προσφυγής στη Χάγη για την υφαλοκρηπίδα – προσοχή: των νησιών – και την ΑΟΖ.

Από εκεί και πέρα Λωζάνη και ξερό ψωμί. Να υπογράψουμε και 15 και 125 «συμφωνίες συνεργασίας».

Τίποτε από αυτά δεν συνέβη.

Ο Ερντογάν ήλθε με τις πάγιες τουρκικές διεκδικήσεις στις βαλίτσες του – προσθέτοντας και τις απαιτήσεις του ψευδοκράτους- και έφυγε χωρίς να αλλάξει ο παραμικρό.

Δεν πήρε τίποτε πίσω, δεν διόρθωσε τίποτε , δεν υποσχέθηκε τίποτε και δεν μετακινήθηκε από τον αναθεωρητισμό: ελάτε να μοιράσουμε όσα σας ανήκουν απο τις Συνθήκες, αν θέλετε ηρεμία μεταξύ μας.

Επειδή σε αυτή τη φάση τον βολεύει, μίλησε με το «αγαπητικό» πνεύμα του Βοσπόρου-που είχε ανατραπεί νωρίς, για όσους δεν ξεχνούν:

-«Είμαστε αδέλφια» , αλλά «δεν υπάρχει πρόβλημα που δεν μπορεί να λυθεί». Ποια προβλήματα εννοεί το είπε καθαρά στην Καθημερινή» :

-Να αρχίσει συζήτηση με την Ελλάδα για τα δικαιώματα της «Τουρκικής Δημοκρατίας της Βόρειας Κύπρου» στο Αιγαίο και την «κατάσταση της τουρκικής μειονότητας στην Ελλάδα».

Να υπάρξει προσφυγή – πακέτο στη Χάγη, εφόσον η Ελλάδα πάψει να …”απειλεί” την Τουρκία- ήτοι: αποστρατιωτικοποιώντας τα νησιά της και παραιτούμενη από το δικαίωμα 12 μιλίων. Α, και να μην συζητάει τα ελληνοτουρκικά με “τρίτους” – δηλαδή με τους Ευρωπαίους εταίρους της.

Δεν παρέλειψε να μιλήσει για το « τουρκικό τζαμί της Αγίας Σοφίας» και το άνοιγμα τη Χάλκης ως τουρκικό εκπαιδευτικό Ιδρυμα

Ο Κυριάκος Μητσοτάκης δεν τον αποπήρε – πλην ενός ψελλίσματος για τη Θράκη.

Δεν του έδωσε όσα ζήτησε. Αλλά τα συζήτησε και έτσι τα αναγνώρισε ως «διαφορές» και αντικείμενο διαπραγμάτευσης.

Μαζι με το δικαίωμα του Ερντογάν να του δινει πιστοποιητικό καταπολέμησης της «τρομοκρατίας» σε καταυλισμούς αλλοδαπών, επί ελληνικού εδάφους.

Αν αυτό το αντιλαμβάνεται ο Πρωθυπουργός, ως «ιστορικό χρέος να φέρουμε τα δύο κράτη δίπλα-δίπλα» , μάλλον δεν συνειδητοποιεί, τι σημαίνει για το μέλλον ότι έπιασε το νήμα από εκεί που το άφησε ο Σημίτης το 1996-97.

Ελληνικές υποχωρήσεις δεν συνομολογήθηκαν , αλλά γίναμε μάρτυρες σηματοδοτήσεων που δεν μας κολακεύουν.

Πρώτα η υπόκλιση Γεραπετρίτη στον «Σουλτάνο». Τύφλα να εχει η υπόκλιση του Λαφαζάνη στον Πούτιν.

Κυρίως όμως η « κακομοιριά» που απέπνεε έναντι του επισκέπτη της η- «άψογη» και σε «πολιτισμένους τόνους» έγραψε κάποιος-πρόεδρος της Δημοκρατίας.

Αν δεχθούμε ότι ο Πρωθυπουργός, για λόγους διαπραγματευτικής τακτικής, δεν μπορούσε να κάνει κάτι, η Κατερίνα Σακελλαροπούλου, εκ του αξιώματός της, ήταν το τελευταίο ανάχωμα ανάδειξης των κόκκινων γραμμών.

Υπάρχει αντίστοιχο προηγούμενο. Οταν το 2017 ο ίδιος Τούρκος πρόεδρος , είπε τα ίδια -με τη μέθοδο της συνέντευξης πριν συναντήσει τον τότε Πρωθυπουργό Αλέξη Τσίπρα– πήρε την απάντηση από τον αρχηγό του ελληνικού κράτους.

Ο Προκόπης Παυλόπουλος τον έβαλε στη θέση του σε ζωντανή μετάδοση και το μήνυμα προς τη διεθνή κοινότητα ήταν ότι Ελλαδα δεν διαπραγματεύεται τα κυριαρχικά της δικαιώματα.

Αυτή τη φορά η πολιτειακή ηγεσία υπήρξε κατώτερη, τουλάχιστον στο επίπεδο του ύφους.

Από την πλευρά του ο Πρωθυπουργός, ως πολιτική ηγεσία, ανέδειξε ως υπόδειγμα την ελληνοτουρκική συμφωνία του 1930 , στην οποία η Ελλάδα προσήλθε ως ηττημένη του 1922.

Στην 100ετηρίδα της Λωζάνης, παρουσίασε τη υπογραφή της «Διακήρυξης Περί Σχέσεων Φιλίας και Καλής Γειτονίας» από τον ίδιο και τον Ερντογάν, ως υλοποίηση …» οράματος» του πατέρα του- προβάλλοντάς τον ως διαχρονικό εθνικό ηγέτη!

Με ανύπαρκτη την αντιπολίτευση, η μιντιακή κυριαρχία Μητσοτάκη, μοίρασε πάλι χάντρες και καθρεφτάκια μιας «επιτυχίας», που μπορεί να αποβεί μοιραία.

Πίσω από τη συγκατάβαση αυτό που συνέβη στις πέντε ώρες της παραμονής του Τούρκου προέδρου στην Αθήνα ήταν η αρπαγή των κεκτημένων της ελληνικής διπλωματίας.

ΑΠΟ ΤΟ IEIDISEIS.GR