Συναίνεση: ένας μύθος που ξέφτισε…

ΦΩΤΟ: ANDREA BONETTI

Του Χρήστου Μαχαίρα

 
ΜΑΧΑΙΡΑΣ ΧΡΗΣΤΟΣ 2

Το απόλυτο προεκλογικό trend – μακράν όλων των υπολοίπων – ήταν αναντίρρητα η συναίνεση. Κατά τη γνώμη των υποστηρικτών της “πάση θυσία συνεννόησης ” ο δρόμος της ανασυγκρότησης της χώρας και της επιστροφής στην ανάπτυξη περνούσε αναγκαστικά από την κατεδάφιση των όποιων διαχωριστικών γραμμών. Δεξιοί, αριστεροί, κεντρώοι, πασόκοι και μεταπασόκοι, ποταμίσιοι ή στεριανοί, διαφήμιζαν τα οφέλη των συναινετικών σχημάτων, καλώντας φίλους και αντιπάλους να καπνίσουν την πίπα της πολιτικής ειρήνης.

Ήταν εκείνες οι ανεπανάληπτες στιγμές, όπου ο Βαγγέλης Μεϊμαράκης ζητούσε από τον -επικίνδυνο και λαοπλάνο – Τσίπρα τη συγκρότηση του μεγάλου Συνασπισμού, υπό τις επιδοκιμασίες της Φώφης Γεννηματά και του Σταύρου Θεοδωράκη. Το πρόσταζε, υποτίθεται, ο κοινός ευρωπαϊκός τόπος στον οποίο συνέκλινε η πλειοψηφία των πολιτικών δυνάμεων – ή ίδια η επαχθής συμφωνία του Αυγούστου, την οποία έσπευσαν να συνυπογράψουν όλοι οι μετέχοντες του φιλοευρωπαϊκού μπλοκ, άλλοι ανόρεκτα και άλλοι ενθουσιωδώς.

Η συνέχεια είναι γνωστή: το εκλογικό σώμα, αδιαφορώντας τόσο για τη συναίνεσή όσο και για τις δημοσκοπήσεις, που μετέδιδαν το κλίμα ενός ντέρμπι που δεν άρχισε ποτέ, εμπιστεύθηκε ξανά τον Τσίπρα, προσφέροντάς του την τρίτη κατά σειρά μεγάλη εκλογική νίκη μέσα σε ένα κολασμένο επτάμηνο.

Κι εκεί, ακριβώς, αρχίζει η άλλη… “κωλοτούμπα”: μεταμορφωμένοι στο μετεκλογικό περιβάλλον, ΝΔ, ΠΑΣΟΚ και “Ποτάμι” διαγωνίζονται πλέον ποιος θα φανεί πιο αδιάλλακτος απέναντι στη νέα κυβέρνηση, εκμεταλλεύονται τη συνεργασία ΣΥΡΙΖΑ – Καμμένου, για να υποστηρίξουν ότι ο ΣΥΡΙΖΑ δεν έχει σχέση με την… Αριστερά κι ενταφιάζουν, με μια κουβέντα, τις «φιλειρηνικές» πολιτικές τους.

Και είναι λογικό: σε πείσμα όλων των κατά καιρούς θεωρητικών της καταλλαγής και της συναίνεσης, το βασικό εργαλείο της δημοκρατίας θα παραμένει πάντοτε η αντιπαράθεση. Οι υποστηρικτές του μεγάλου Συνασπισμού το γνώριζαν και όταν εξαπέλυαν επιθέσεις φιλίας και έθυαν στον χλωμό Θεό της διακομματικής συνεννόησης, το γνωρίζουν και σήμερα, όταν παριστάνουν τους ασυμβίβαστους και τους μετωπικούς προς τις πολιτικές της νέας συμφωνίας. Για τις οποίες – όλως συμπτωματικά – υποστήριζαν πριν λίγες μόνο εβδομάδες πως αν δεν υπήρχαν, οφείλαμε να τις έχουμε ανακαλύψει.

Στην πολιτική – η ελληνική εμπειρία προφανώς δεν αποτελεί εξαίρεση – τα πράγματα είναι συνήθως λιγότερο σύνθετα απ ότι παρουσιάζονται. Ο ΣΥΡΙΖΑ δεν είχε κανένα λόγο να αυτοκτονήσει προεκλογικά, αποδεχόμενος το σενάριο της ευρύτερης δυνατής πολιτικής συνεννόησης, που θα εμπέδωνε την αίσθηση ότι αποτελεί μέρος του παλιού πολιτικού συστήματος και θα προσέφερε ρόλο αξιωματικής αντιπολίτευσης στη Χρυσή Αυγή.

Με τον ίδιο τρόπο η σημερινή αντιπολίτευση δεν έχει κανένα λόγο να προσφέρει – και μάλιστα άνευ ουσιαστικών ανταλλαγμάτων – μια ανακωχή στον ΣΥΡΙΖΑ, που θα τον καταστήσει μοναδικό υδρευόμενο μέσα στη μνημονιακή πολιτική έρημο. Η ΝΔ, αναζητώντας τον “αντι-Τσίπρα”, δεν έχει λόγο να βρίσκεται στο κυβερνητικό κάδρο. Αλλά και το ΠΑΣΟΚ  με το “Ποτάμι”, συγκρουόμενοι ή μη μεταξύ τους, γνωρίζουν ότι η όποια διαδικασία ανασυγκρότησης τους θα προχωρήσει πιο άνετα και αποτελεσματικά σε περιβάλλον αντιπολίτευσης παρά σε σκηνικό συγκυβέρνησης.

Όλα τα υπόλοιπα είναι συναινετικά παραμύθια, που κονιορτοποιεί η αμείλικτη πραγματικότητα. Η πολιτική, άλλωστε, δεν πήρε ποτέ διαζύγιο από την ιδέα της γόνιμης αναμέτρησης και του προγραμματικού ανταγωνισμού. Και πώς να πάρει; Η αντιπαράθεση δίνει (και θα δίνει πάντοτε ) οξυγόνο στην πολιτική ζωή.