ΣΥΡΙΖΑ: Kάντο όπως το Δημοκρατικό Κόμμα

Του Στέλιου Κούλογλου

Αφού έγινε στις ΗΠΑ, μπορεί να γίνει σε όλο τον κόσμο. Γιατί κάθε τέσσερα χρόνια το καλοκαίρι, τα προεκλογικά συνέδρια των δύο μεγάλων αμερικανικών κομμάτων είναι το κορυφαίο επικοινωνιακό πάρτι πριν τις εκλογές του Νοεμβρίου και τα έχουν όλα: από μπαλόνια, κονφετί και μεγάλους φιλιππικούς μέχρι γέλια και δάκρυα, από βετεράνους των πολέμων ή τα γυναικόπαιδα των υποψηφίων. 

Παρόλα αυτά, και αφού είχε για λίγο αναβάλει το Συνέδριο του λόγω της πανδημίας, το Δημοκρατικό προχώρησε στο πρώτο, ολοκληρωτικά διαδικτυακό, Συνέδριο στην αμερικανική ιστορία («κόμμα του ίντερνετ», οι Podemos είχαν οργανώσει κάτι παρόμοιο τον Μάιο). Ακολουθεί σε λίγες μέρες τo Ρεπουμπλικανικό κόμμα του Τραμπ και ο ΣΥΡΙΖΑ θα πρέπει σοβαρά να σκεφτεί να κάνει το ίδιο. 

Τεχνικά, η υπόθεση δεν είναι ιδιαίτερα δύσκολη και σε κάθε περίπτωση ο ΣΥΡΙΖΑ δεν μπορεί να διαιωνίσει μια κατάσταση που χρονίζει (κυριολεκτικά), απογειώνει την εσωστρέφεια και βλάπτει σοβαρά το αντιπολιτευτικό του έργο. 

Θα λείψει φυσικά εκείνη η γνώριμη ατμόσφαιρα των προηγούμενων Συνεδρίων, με τα χειροκροτήματα και τους ενθουσιώδεις λόγους, τους οποίους, όμως, οι Σύνεδροι παρακολουθούσαν με προσοχή μόνο αν μιλούσαν υψηλόβαθμα στελέχη. Η διαδικτυακή εκδοχή, αν οργανωθεί σωστά, μπορεί να δώσει περισσότερα περιθώρια συμμετοχής των μελών στις προσυνεδριακές διαδικασίες και στους συνέδρους τη δυνατότητα εντοπισμού των ουσιαστικών σημείων συμφωνίας ή και διαφωνίας. Αυτό δεν γίνεται στα Συνέδρια, που συχνά περιορίζονται σε μονολόγους και καταγραφή συσχετισμών. 

Αλλά προσοχή: το «κάντο όπως το Δημοκρατικό Κόμμα» δεν πρέπει να περιοριστεί στην ιντερνετική μεθοδολογία. Στο πρόσφατο Συνέδριο τους, οι Δημοκρατικοί κατάφεραν να υπερκεράσουν τις πολιτικές-ιδεολογικές διαφορές ή και τις προσωπικές αντιπαλότητες, τις οποίες μάλιστα τρέφει η πολύ ανταγωνιστική εσωκομματική προεκλογική περίοδος, για την ανάδειξη του νικητή της κούρσας για το χρίσμα. 

Βρήκαν τα σημεία που τους ενώνουν και είναι χαρακτηριστικό ότι κορυφαίος ομιλητής την πρώτη ημέρα των εργασιών ήταν ο Μπέρνι Σάντερς, ο βασικός αντίπαλος του (νικητή της κούρσας) Τζο Μπάιντεν, ο οποίος είχε την ευφυΐα να ασπαστεί τη διάσημη φράση του προέδρου Λίντον Τζόνσον: « Καλύτερα να ‘χεις κάποιον μες στη σκηνή και να κατουράει έξω, παρά έξω απ’ τη σκηνή και να κατουράει μέσα». Από την πλευρά του ο Σάντερς, ο εκπρόσωπος της αριστερής πτέρυγας του κόμματος, κατέληξε στην ομιλία του: «αυτό που παίζεται σε αυτές τις εκλογές, είναι το μέλλον της δημοκρατίας μας».

Τηρουμένων όλων των αναλογιών, αντίστοιχο είναι το στοίχημα που καλείται να αντιμετωπίσει η δική μας αριστερά και ολόκληρη η δημοκρατική παράταξη, απέναντι στην πιο ακροδεξιά, διεφθαρμένη και ανίκανη κυβέρνηση από τη μεταπολίτευση μέχρι σήμερα. Η χώρα χρειάζεται έναν ενωμένο, ισχυρό αντίπαλο απέναντι στον απάνθρωπο νεοφιλελευθερισμό της φαινομενικά ισχυρής, αλλά φοβισμένης ομάδας του Μαξίμου: είναι χαρακτηριστικό πως χρειάστηκε μόνο μια δήλωση από τον αριστερό δήμαρχο του Χαλανδρίου, ότι δηλαδή θα εφοδιάσει με δωρεάν μάσκες τα σχολεία, για να ανακρούσει πρύμνα μια ολόκληρη κυβέρνηση που είχε διακηρύξει σε όλους τους τόνους ότι είναι καθήκον κάθε οικογένειας να αγοράσει η ίδια τις μάσκες για τα παιδιά της. 

Αλλά επειδή αυτή η μάχη δίνεται για ιδανικά και όχι για καρέκλες, θα πρέπει να μπει τέλος, στις απαξιωτικές επιθέσεις, τους χαρακτηρισμούς και τις προγραφές που ακούστηκαν τις προηγούμενες μέρες εναντίον όσων διατύπωσαν ή διατυπώνουν διαφορετικές απόψεις. Ούτε το ΚΚΕ δεν επιμένει πια σε θεωρίες συνωμοσίας, όπως ότι όσοι διαφωνούν με κάποια δήλωση, του Αλέξη Τσίπρα παραδείγματος χάριν, διατηρούν «υπόγειες γραμμές επικοινωνίας με τον Μητσοτάκη». 

Είναι καθήκον της ηγεσίας του κόμματος να προχωρήσει σε συνθέσεις, δίνοντας τέλος και στην εσωστρέφεια αλλά και σε παρόμοια φαινόμενα που υποβαθμίζουν τον διάλογο και δεν έχουν σχέση με την κουλτούρα της αριστεράς. «Μας ρωτάνε γιατί δεν πέφτουμε χαμηλά σαν αυτούς, τόνισε η Μισέλ Ομπάμα, αναφερόμενη στην αντιπολιτευτική τακτική των Δημοκρατικών, στη δική της εμπνευσμένη ομιλία στο Συνέδριο. «Γιατί πρέπει να πάμε ψηλά». Και γιατί δεν είμαστε σαν αυτούς. 

AΠΟ ΤΟ TVXS