Τα πώς και τα γιατί της εθνικής τραγωδίας: Τα ερωτήματα πρέπει να έχουν απαντήσεις που να ενώνουν

Του Νίκου Λακόπουλου

Καθώς η τραγωδία εξελίσσεται ακόμα με άγνωστες λεπτομέρειες και νέες συγκλονιστικές αφηγήσεις, με φτηνή πολιτική και εύκολες αναλύσεις, με οργή και περισυλλογή, με κραυγές και σενάρια συνωμοσίας έρχεται για την Ελλάδα- που έγινε πάλι διεθνής κακή είδηση- η ώρα της αλήθειας: ακόμα κι αν ήταν ανθρωπίνως αδύνατο να αντιμετωπισθεί λόγω “ακραίων” συνθηκών η πυρκαγιά, η αναμενόμενη και προαναγγελθείσα καταστροφή οδηγεί σε πολλαπλές ευθύνες που δεν αφορούν μια κυβέρνηση, αλλά μια ολόκληρη εποχή εγκληματικής δράσης σε όλα τα επίπεδα της διοίκησης.

Η εποχή ονομάστηκε άναρχη ανάπτυξη στο όνομα μιας ευημερίας που ιεραρχούσε τα πελατειακά συμφέροντα πάνω από τους κινδύνους και τις πραγματικές ανάγκες μιας πόλης που μεγάλωνε με ξενοδοχεία στη θάλασσα και ιδιωτικές παραλίες, με δόμηση μέσα σε δάση, με αυθαίρετους οικισμούς χωρίς σχέδιο ή αποχέτευση, με κανένα εθνικό πλάνο, πέρα από τις επόμενες εκλογές και την ικανοποίηση των “αιτημάτων” των ψηφοφόρων.

Αντί για σχέδια πολιτικής προστασίας των δασών και των πόλεων υπήρχε πάντα η υπεκφυγή των εμπρησμών, οι συνωμοσίες στις οποίες πάντα φταίνε κάποιοι αόρατοι “άλλοι”, η ενοχοποίηση του πολιτικού αντιπάλου, ακόμα κι ο Θεός που μας τιμωρεί για τις αμαρτίες μας ή βεβαιότητα πως οι πυρκαγιές και οι πλημμύρες συμβαίνουν μακρυά από μας, έξω από την αυλή μας, πέρα από το δικό μας μπαζωμένο ρέμα.

Φυσικά πάλι, πρέπει να παραιτηθεί κάποιος, ίσως όλη η κυβέρνηση, να επέμβει ο εισαγγελέας, να φύγουν αυτοί και νάρθουμε εμείς που θα λύσουμε τα προβλήματα, λαέ ψήφισέ μας. Κάπως έτσι με κατάρες για την άναρχη δόμηση- για την οποία έφταιγε βεβαίως η Δεξιά, η Χούντα και για ορισμένους ο …Καπιταλισμός- το 1981 ήρθε η Αλλαγή να θεραπεύσει όλα τα προβλήματα. Ώσπου μια τεράστια πυρκαγιά κατέκαψε το δάσος Κοκκιναρά Κηφισιάς, κάηκε η βόρεια πλευρά της Πεντέλης κι η φωτιά έφτασε μέχρι τον Παράδεισο στο Μαρούσι.

Την επόμενη χρονιά δυο άνθρωποι κάηκαν από μια φωτιά που άρχισε από τον Διόνυσο, επεκτάθηκε στην Πεντέλη, την Εκάλη, το Πικέρμι, τον Γέρακα και τον Μαραθώνα. Και λίγο αργότερα 40.000 στρέμματα έγιναν στάχτη στη Βαρυμπόμπη, από τις φωτιές κινδύνεψε το Μοναστήρι της Πεντέλης και το ΄92 οι φλόγες έκαψαν τη Μαλακάσα, το Γραμματικό, τον Κάλαμο και τον Ωρωπό. Ώσπου φτάσαμε στο 2018 όταν μια ρεπόρτερ μεταδίδει από το μέτωπο της πυραγιάς:

“Ευτυχώς δεν κινδυνεύει η περιοχή γιατί είναι ήδη καμμένη”.

Πράγματι τον Ιούλιο του 1995 οι φλόγες ξεκίνησαν από σταθμό με γραμμή υψηλής τάσης της ΔΕΗ μια μέρα με έντονους ανέμους. Πικέρμι, Παλλήνη, Ντράφι, Ανθούσα και Πεντέλη παραδόθηκαν αμέσως στις φλόγες κι έτσι κάηκε το δάσος της Ραπεντώσας από τον Αγιο Πέτρο ως το Γερμανικό Νεκροταφείο. Τρεις μέρες η Πεντέλη καιγόταν.

Η περιοχή του Νέου Βουτζά κάηκε το ΄98, πάλι το 2000 η Πεντέλη. Ξανά πέντε χρόνια μετά η φωτιά ξεκίνησε από την Ραφήνα κι έφτασε στο Νέο Βουτζά και την Καλλιτεχνούπολη- που εκκενώθηκε έγκαιρα. Ύστερα Πάρνηθα, Πεντέλη, Γραμματικό -210.000 στρέμματα, κυρίως πευκοδάσος-πάλι ο Κάλαμος το 2017, όπως τώρα με ένα μέτωπο φωτιάς που έφτανε τα 25 χιλιόμετρα. Κάηκαν σπίτια, κινδύνευσαν κάτοικοι και εκκενώθηκαν δύο κατασκηνώσεις.

Αυτή τη φορά ήταν πράγματι άνεμοι που έφτασαν τα έντεκα μποφόρ, τρία μέτωπα, πολλές εστίες κι η φωτιά έφτασε στον αστικό ιστό με δεκάδες νεκρούς -μια τραγωδία που δεν έχει ξανασυμβεί από την εποχή του Πολέμου και τους σεισμούς της Κεφαλλονιάς- με 500 νεκρούς- μια αληθινή εθνική τραγωδία.

Τι θα συνέβαινε αν η φωτιά που έφτασε, αλλά σταμάτησε- στα διυλιστήρια- προχωρούσε κι άλλο;  Ο “στρατηγός άνεμος” μάλλον δεν κοιτάζει ποιος είναι στην κυβέρνηση, όπως και η εκάστοτε κυβέρνηση δεν ασχολείται με το θέμα όταν φύγει από τα δελτία ειδήσεων.

Τι συνέβη όλα αυτά τα χρόνια; Aπλώς εκεί που ήταν δάσος ξεφύτρωσαν βίλες και πιθανόν όσοι έτρεχαν ως αντιπολίτευση να σβήσουν τις φωτιές να απέχτησαν κι αυτοί σπίτι μέσα στο δάσος. Κάπου εκεί μπαζώθηκαν τα ρέματα στη Μάνδρα, οι ευθύνες χάνονται σε υπαλλήλους που καθυστέρησαν τρία χρόνια να απαντήσουν για το δασικό ή μη χαρακτήρα τής περιοχής, ώστε να αρχίσουν έγκαιρα τα αντιπλημμυρικά έργα, την Πολεοδομία και το Δημαρχείο- που ξανάφτιαξε πάλι αμαξοστάσιο μέσα στο ίδιο ρέμα.!

Προφανώς αν αποδοθούν ευθύνες κάποτε θα πρέπει χιλιάδες να βρεθούν μπροστά στην Δικαιοσύνη, αλλά εν προκειμένω τις ευθύνες αναλαμβάνουν ή δεν αναλαμβάνουν τα κόμματα που παίρνουν την εξουσία με πλάνα οικολογικά και νομιμοποιούν στη συνέχεια τα αυθαίρετα. Ώσπου  ξαφνικά διαπιστώσαμε ότι εκεί που βρέθηκαν εικοσιέξι πτώματα οι ακτές δεν είναι από παντού ελεύθερα προσβάσιμες.

Δεν έχουμε ξαναδεί σπίτια και ξενοδοχεία να κλείνουν τις ακτές. Δεν ξέρουμε πως η Καλλιτεχνούπολη κι άλλες αυθαίρετες πολιτείες όχι σχέδιο, αλλά ούτε αποχέτευση δεν έχουν. Δεν έχουμε δει να ξεφυτρώνουν σπίτια μέσα στο δάσος που ξαφνικά παίρνουν ρεύμα και νερό, ούτε πως λειτουργούσε τόσα χρόνια η Πολεοδομία. Στην αρχή ήταν οι οικοπεδοφάγοι, μετά ήρθαν οι εμπρηστές, πιθανόν τις φωτιές να τις βάζουν οι …Τούρκοι.

Η συνωμοσιολογία για εμπρηστές- που υπάρχουν βέβαια- συγκαλύπτει το πρόβλημα που δεν είναι τελικά η ίδια η πυρκαγιά -που έχει προαναγγελθεί- αλλά πως δεν υπάρχει ένα κανένα σχέδιο πολιτικής προστασίας -πραγματικής- για τον απλό λόγο πως μόλις τώρα διαπιστώνεται πως το Μάτι χωρίς έξοδο διαφυγής ήταν μια παγίδα θανάτου- σαν κι αυτές που υπάρχουν παντού στην όμορφη Αττική με τις ωραίες παραλίες.

Κάθε χρόνο έχουμε χιλιάδες πυρκαγιές οι οποίες προαναγγέλλονταν κιόλας με δελτίο, αλλά μόνο όταν συμβαίνει το κακό- όπως και με τις πλημμύρες-ασχολούμαστε -αν υπάρχουν νεκροί-με το θέμα -για λίγες μέρες. Η τραγική διαπίστωση ότι τα αντιπλημμυρικά μέτρα στην Μάνδρα χρειάζονται τουλάχιστο πέντε χρόνια για να γίνουν- αν δεν μπουν στο ράφι- δείχνει μια πολιτική ηγεσία ανήμπορη να ξεπεράσει τους ίδιους τους γραφειοκρατικούς περιορισμούς που ή ίδια ή κάποια άλλη έχει θέσει.

Ακούμε για το Κτηματολόγιο από την εποχή του Λαλιώτη, αλλά ο πρώτος νόμος που προέβλεπε την καταγραφή των δασών ψηφίστηκε το 1976! Τελικά όταν αναρτήθηκαν δασικοί χάρτες ο υπουργός ζητά από τους δήμους να προχωρήσουν το θέμα και το 70% από αυτούς- που προφανώς έχουν αυθαίρετους οικισμούς- καθυστερεί να απαντήσει. Ποιος κυβερνά αυτόν τoν τόπο;

Tο 1993 μια διακομματική πρότεινε τη σύσταση ενιαίου φορέα δασοπροστασίας με δασολόγιο με την -ομόφωνη- διαπίστωση είναι ότι το σύστημα δασοπυρόσβεσης πάσχει στην οργάνωση, την ετοιμότητα, την αποτελεσματική επέμβαση, τη στρατηγική. Η κατάσβεση των δασικών πυρκαγιών δεν ανήκε στην Πυροσβεστική, αλλά σε δασικές υπηρεσίες που έπρεπε να κόβουν πρόστιμα σε όσους έκοβαν τα- “δασικά”- χόρτα εξοχικό τους, όταν άλλη εγκύκλιος -επιβάλλει- πρόστιμα αν δεν τα κόψεις.

Το 1998  η δασοπυρόσβεση ανατίθεται κατ΄ αποκλειστικότητα στο Πυροσβεστικό Σώμα, αλλά παραμένει το αντικείμενο της πρόληψης στη Δασική Υπηρεσία κι έτσι διχοτομείται το αντικείμενο της Δασοπροστασίας και διατάσσεται η Δασική Υπηρεσία να παραδώσει στο Πυροσβεστικό Σώμα τα πυροσβεστικά οχήματα, επιβατικά αυτοκίνητα και ραδιοτηλεφωνικό υλικό.

Φαίνεται πως υπάρχει ένα δαιδαλώδες σύστημα με κατακερματισμό των υπηρεσιών που είναι αρμόδιες με αποτέλεσμα την τραγική διαπίστωση πρόληψη να κοστίζει λιγότερο από όσο μια καταστροφή. Στην πραγματικότητα οι λύσεις στα προβλήματα απαιτούν σύγκρουση με πολίτες και συμφέροντα που όποια κυβέρνηση πάρει θα βρεθεί αντιμέτωπη με τους ψηφοφόρους της.

Η μόνη λύση είναι η διακομματική  συνεργασία κυβέρνησης – αντιπολίτευσης για πραγματική πολιτική προστασία με ένα εθνικό σχέδιο πέρα από μικροπολιτικές και “ασύμμετρες απειλές” που μπορεί να γίνει πράξη τώρα- αν όπως τονίζουν τόσο ο Αλέξης Τσίπρας όσο και ο Κυριάκος Μητσοτάκης προέχει η ενότητα.

Αν σε άλλα θέματα η συναίνεση δεν είναι εφικτή αυτή η εθνική τραγωδία πρέπει να ενώσει. Η πρωτοβουλία βέβαια ανήκει στον πρωθυπουργό και δεν αφορά μόνο τη Νέα Δημοκρατία, αλλά όλα τα κόμματα που πρέπει να δουν πως το πρόβλημα δεν αφορά μια κυβέρνηση, αλλά όλο το πολιτικό σύστημα -την κοινωνία, τους πολίτες, ε μ ά ς, τη νοοτροπία και τον πολιτισμό μας.

Το θέμα, λίγο πριν μια νέα καταστροφή χτυπήσει τη χώρα, με αυτή ή άλλη κυβέρνηση -οι φλόγες δεν έχουν κομματικές προτιμήσεις- ας μην εξαντληθεί σε φτηνή πολιτική, υποκρισία και ολιγοήμερους θρήνους, αλλά μια εθνική διακομματική επιτροπή ας ψάξει να βρει τις αιτίες. Να βγάλει πορίσματα, να αποδώσει φυσικά ευθύνες με στόχο να γίνουν όσα δεν μπορεί καμιά κυβέρνηση μόνη της δεν μπορεί να κάνει.

Προφανώς πρέπει να σπάσουν αυγά. Και τα πολιτικά κόμματα πάνω από όλα αντί να αποδώσουν, ας αναλάβουν αυτή τη φορά ευθύνες.