Τι μπορεί να φρενάρει τον Σουλτάνο;

Του Γιώργου Στάμκου

Το κρεσέντο προκλητικών κινήσεων, δηλώσεων και επεκτατικών διαθέσεων, στο οποίο έχει επιδοθεί την τελευταία περίοδο η γειτονική μας Τουρκία, η οποία έχει ξεδιπλώσει τα ηγεμονικά της σχέδια στην περιοχή, περιφρονώντας το διεθνές δίκαιο, το δίκαιο των θαλασσών και τις διεθνείς συνθήκες, δεν μπορούν να κρύψουν τη δεινή θέση στην οποία βρίσκεται η τουρκική οικονομία

Ο “σουλτάνος” Ερντογάν, έχοντας κάνει πλέον επίσημη σημαία του τον ισλαμο-εθνικισμό, και καλλιεργώντας όνειρα νεο-οθωμανισμού, γνωρίζει καλά πως αυτού του είδους η πολιτική δεν μπορεί να διατηρηθεί για μακρό χρονικό διάστημα. Χωρίς συνεχείς επιτυχίες και νίκες και χωρίς μια στιβαρή οικονομία, η οποία να είναι σε θέση να απορροφήσει τους όποιους “κραδασμούς” και το κόστος των διαρκών εντάσεων και συγκρούσεων, δίχως να εξαθλιώσει το μεγαλύτερο τμήμα του τουρκικού πληθυσμού, αυτή η πολιτική δεν μπορεί να αποδώσει. Αντίθετα υπάρχει το σοβαρό ενδεχόμενο να στρέψει μια ολοένα και μεγαλύτερη μάζα Τούρκων ψηφοφόρων εναντίον του ίδιου του Ερντογάν και του λεγόμενου “ερντογανισμού”, που επιχειρεί να εγκαθιδρύσει στη θέση του Κεμαλισμού, ως κυρίαρχη πολιτική ιδεολογία στην Τουρκία.

Βυθισμένη στο συριακό τέλμα 

Καταρχάς, πέρα από όσα προπαγανδίζουν τα φιλοκυβερνητικά ΜΜΕ στη γείτονά μας, επιτυχίες και νίκες στα εξωτερικά μέτωπα, έχουν καιρό να εμφανιστούν. Η Τουρκία έχει βυθιστεί στο συριακό τέλμα, δημιουργώντας μάλιστα δύο μεγάλες ζώνες κατοχής στη βόρεια Συρία, χωρίς ωστόσο να έχει καταφέρει να αποτρέψει οριστικά το ενδεχόμενο δημιουργίας κουρδικής οντότητας στη βορειοανατολική Συρία. Απλά το όλο ζήτημα, που κοστίζει στην Τουρκία πολύτιμους υλικούς, οικονομικούς και ανθρώπινους πόρους, είναι για την ώρα “παγωμένο” και υπάρχει ο κίνδυνος να αναθερμανθεί μόλις αλλάξουν οι εξωτερικές συνθήκες π.χ. πολιτική αλλαγή στην Ουάσιγκτον ή αλλαγή στάσης της Ρωσίας στο συριακό. 

Οι Κούρδοι, τόσο στη Συρία και στο Ιράκ, και ειδικά στη νοτιοανατολική Τουρκία, δεν βρίσκονται σε λήθαργο. Απλά αναδιοργανώνουν τις δυνάμεις και τις στρατηγικές τους και περιμένουν την κατάλληλη ευκαιρία για να αντεπιτεθούν. Το Κουρδικό είναι ίσως η μεγαλύτερη “αχίλλειος πτέρνα” της Τουρκίας, που απειλεί να συντρίψει τα νεο-οθωμανικά σχέδια της τουρκικής ηγεσίας.  

Η Άγκυρα “ξέμεινε από καύσιμα” στην λιβυκή έρημο

Η πολυεπίπεδη εμπλοκή της Τουρκίας στο λιβυκό εμφύλιο πόλεμο από τις αρχές του 2020, με αποστολή στρατιωτικού εξοπλισμού, στελεχών και Σύριων μισθοφόρων στο πλευρό της κυβέρνησης της Τρίπολης (GNA), μπορεί να απέτρεψε την κατάληψη της λιβυκής πρωτεύουσας από τις δυνάμεις του στρατηγού Χαφτάρ (LNA), αλλά όμως δεν οδήγησαν στην πολυπόθητη κατάληψη της λεκάνης της Σύρτης, που είναι πλούσια σε πετρελαιοπηγές και αγωγούς.

Η κόκκινη γραμμή που έβαλε η Αίγυπτος σε πιθανή προέλαση ανατολικά της Σύρτης, καθώς και ο βομβαρδισμός από μαχητικά αεροσκάφη «ξένης χώρας» (Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα), στις 7 Ιουλίου, της στρατηγικής σημασίας αεροπορικής βάση της Αλ Ουατίγια, 140 χλμ. νοτιοδυτικά της Τρίπολης, και άλλων τουρκικών στόχων, ανέκοψαν την προέλαση των συμμάχων της Άγκυρας προς ανατολάς, δημιουργώντας ένα ακόμη τέλμα. Η πρόσφατη ανακωχή επιβεβαίωσε απλά πως οι “επιτυχίες” της Τουρκίας στη Λιβύη “κτύπησαν ταβάνι” και πως η πολιτική λύση είναι ίσως ο καλύτερος τρόπος για να μην υποστεί η λιβυκή πολιτική της Άγκυρας μια ταπεινωτική ήττα. Στη Λιβύη η Τουρκία ξεμένει από συμμάχους, αλλά και οικονομικούς πόρους, καθώς η οικονομική βοήθεια από το Κατάρ δεν επαρκεί, ενώ ο Χαφτάρ ελέγχει πάνω από το 70% των πετρελαϊκών αποθεμάτων της πιο πλούσιας σε υδρογονάνθρακες χώρας της Αφρικής. Η Άγκυρα δεν έχει την πολυτέλεια να “ξεμείνει από καύσιμα” στις λιβυκές ερήμους.

Ανατολική Μεσόγειος και το ρίσκο μιας συνολικής ρήξης με την Ε.Ε.

Στην Ανατολική Μεσόγειο η Τουρκία, έχει τους τελευταίους μήνες εντείνει τις προσπάθειες της να επιτύχει τετελεσμένα εις βάρους της Ελλάδας και της Κύπρου, κυρίως στο ζήτημα των θαλασσίων ζωνών, προσπαθώντας να σύρει εκβιαστικά την Αθήνα σε διμερείς διαπραγματεύσεις, χωρίς όρους και προϋποθέσεις, έτσι ώστε να επιβάλει τη δική της διεκδικητική ατζέντα της λεγόμενης “Γαλάζιας Πατρίδας”. Οι συνεχείς προκλήσεις, μέσω των αλλεπάλληλων NAVTEX, των στρατιωτικών ασκήσεων, της εξόδου με “εισιτήριο άνευ επιστροφής” του ερευνητικού σκάφους Oruc Reis, και της γενικότερης εκστρατείας εκφοβισμού, δεν έχουν επιφέρει για την ώρα το επιθυμητό αποτέλεσμα. Η τουρκική επιθετικότητα, ο συνεχής “πόλεμος νεύρων” και ο κίνδυνος πρόκλησης θερμού επεισοδίου, ακόμη και σύγκρουσης, ανάγκασαν την Αθήνα, και την κυβέρνηση Μητσοτάκη, να σοβαρευτεί κάπως και να παραμερίσει την πολιτική του κατευνασμού και της υποχωρητικότητας έναντι της Άγκυρας που διακατέχει παραδοσιακά τη ΝΔ, αναζητώντας αξιόπιστους τρόπους αποτροπής. 

Περισσότερο από το ελληνο-αιγυπτιακό σύμφωνο για τη μερική οριοθέτηση της ΑΟΖ στην Αν. Μεσόγειο, που έχει αρκετές αδυναμίες, η μεταφορά του ζητήματος της τουρκικής επιθετικότητας στις Βρυξέλλες, εξέπεμψε για πρώτη φορά εδώ και μήνες ένα αξιόπιστο σήμα αποτροπής. Η πιο ενεργή διπλωματική και στρατιωτική εμπλοκή της Γαλλίας στα ζητήματα της Αν. Μεσογείου, που αφορούν άμεσα την Ευρωπαϊκή Ένωση, αλλά κυρίως η ορατή απειλή μιας βεντάλιας ευρωπαϊκών κυρώσεων στην Τουρκία, αναμένεται να εξαναγκάσουν την τελευταία δύο και τρεις φορές να το ξανασκεφτεί προτού επιμείνει στη συνέχιση της ίδιας επεκτατικής πολιτικής. Αν μη τι άλλο η Ε.Ε. είναι ο μεγαλύτερος εμπορικός εταίρος της Άγκυρας, πηγή επενδύσεων και τεράστια αγορά για τα τουρκικά προϊόντα. Έτσι το ρίσκο είναι πολύ μεγάλο για να αγνοηθεί ή να συμψηφιστεί με πιθανά μελλοντικά κέρδη από τυχόν “πειρατική” εκμετάλλευση πηγών υδρογονανθράκων στην Αν. Μεσόγειο. 

Αποπλανώντας την τουρκική κοινή γνώμη

Ο Ερντογάν δεν μπορεί προς το παρόν να παρουσιάσει κάποια “επιτυχία” στην Ανατολική Μεσόγειο και γι’ αυτό επιχειρεί συστηματικά να αποαπλανήσει την τουρκική κοινή γνώμη με φιέστες, μεγαλοστομίες και προπαγανδιστικά μηνύματα με ιστορικές αναφορές. Από τη μία η μετατροπή της Αγίας Σοφίας και της Μονής Χώρας σε τζαμιά, εργαλειοποιούνται για να τονώσουν το ηθικό των ισλαμιστών ψηφοφόρων του που, απογοητευμένοι, βλέπουν το βιοτικό τους επίπεδο να κατρακυλά μέρα με την ημέρα. Αποτελεί κοινό μυστικό άλλωστε πως η εργαλειοποίηση του Ισλάμ λειτουργεί ως καμουφλάζ για τη συγκάλυψη του αυταρχισμού, του νεποτισμού και της διαφθοράς στην ερντογανική Τουρκία.

Ούτε καν η πολυδιαφημισμένη ανακοίνωση της “ανακάλυψης του αιώνα” του τεράστιου κοιτάσματος φυσικού αερίου στη Μαύρη Θάλασσα, μπόρεσε να ανακόψει την πτώση της τουρκικής λίρας και να αναπτερώσει το ηθικών των δυσαρεστημένων Τούρκων. 

Γιατί ο Ερντογάν βιάζεται; 

Έτσι ο Ερντογάν γίνεται όλο και πιο νευρικός και αγχωμένος καθώς θεωρεί εύλογα πως ο χρόνος τον πιέζει και βιάζεται να πετύχει τετελεσμένα υπέρ της Τουρκίας, η οποία εμφανίζεται όλο και πιο απομονωμένη στο διεθνές στερέωμα. 

Θέλει να εκμεταλλευτεί τη συγκυρία, όσο ακόμη ο “φίλος” του Ντόναλντ Τραμπ κρατάει τα ηνία στην Ουάσιγκτον, καθώς υπάρχει η μεγάλη πιθανότητα εκλογικής συντριβής του στις εκλογές του Νοεμβρίου. Όσο ακόμη η Ε.Ε. αμφιταλαντεύεται και δυσκολεύεται να χαράξει μια ενιαία και αξιόπιστη πολιτική απέναντι στην τουρκική επιθετικότητα, καθώς η Τουρκία συνεχίζει να θεωρείται σημαντικός στρατηγικός εταίρος της Ευρώπης, τόσο οικονομικά, όσο και γεωπολιτικά. Και όσο ακόμη οι συνέπειες της κρίσης της πανδημίας της Covid-19 δε δώσει τη χαριστική βολή στην παραπαίουσα τουρκική οικονομία.

Η οικονομία της Τουρκίας σε βαθιά ύφεση

Η τουρκική οικονομία, έντονα προβληματική από το 2018 και μετά, βυθίζεται σε μια πρωτοφανή ύφεση. Τη Δευτέρα 31 Αυγούστου η στατιστική αρχή της χώρας (TurkStat) ανακοίνωσε πως το τουρκικό ΑΕΠ συρρικνώθηκε κατά 9,9% σε ετήσια βάση το δεύτερο τρίμηνο του 2020. Πρέπει να σημειωθεί πως κατά το πρώτο τρίμηνο του 2020 το ΑΕΠ της χώρας αυξήθηκε κατά 4,5%, ενώ για όλο το 2019 είχε αυξηθεί κατά 0,9%. Αν και Τούρκοι οικονομολόγοι εκτιμούν ότι το ΑΕΠ της Τουρκίας το 2020 θα συρρικνωθεί κατά 1,8%, εντούτοις πιο αξιόπιστες πηγές κάνουν λόγο για ύφεση ως και 5% για το 2020, ένα ποσοστό που δύσκολα αντέχει μια αναπτυσσόμενη οικονομία, πόσο μάλιστα η Τουρκία. 

Η καταβαράθρωση του τομέα των κατασκευών, η συντριβή του τουρισμού λόγω της Covid-19, οι συνεχείς αποεπενδύσεις και η σταθερή απόσυρση των διεθνών επενδυτών από την τουρκική αγορά, που οφείλεται και στη γεωπολιτική αστάθεια που δημιουργεί η εξωτερική πολιτική του Ερντογάν, και η διαρκής υποτίμηση της τουρκικής λίρας, παρά τα συγκυριακά πλεονεκτήματα που προσφέρει στους Τούρκους εξαγωγείς, δημιουργούν ζοφερές προοπτικές για την 17η μεγαλύτερη οικονομία του κόσμου. 

Η λίρα βυθίζεται και αυξάνει η ζήτηση για χρυσό

Η ισοτιμία της τουρκικής λίρας βρίσκεται και πάλι κοντά στο ιστορικό χαμηλό ρεκόρ της, δηλαδή στις 7,4 έναντι του δολαρίου. Από την αρχή της χρονιάς το τουρκικό νόμισμα έχει χάσει περίπου το 25% της αξίας του, επιδεινώνοντας το βιοτικό επίπεδο αλλά και τα χρέη των τουρκικών νοικοκυριών και επιχειρήσεων. Η επίσημη ανεργία κινείται γύρω στο 13%, αν και ο πραγματικός αριθμός είναι σημαντικά μεγαλύτερος εξαιτίας της απαγόρευσης απολύσεων λόγω Covid-19. Ενώ ο πληθωρισμός φτάνει το 11,8%, το επιτόκιο αναφοράς της τουρκικής κεντρικής τράπεζας ανέρχεται σε 8,25%, δημιουργώντας επιπλέον εμπόδια στην ανάσχεσή του. Τα συναλλαγματικά αποθέματα της, όχι  πλέον ανεξάρτητης, Κεντρικής Τράπεζας εξαντλούνται με ταχείς ρυθμούς, και δε φαίνεται στον ορίζοντα τρόπος αναπλήρωσής τους. 

Οι πληθωριστικές πιέσεις αυξάνουν την ανασφάλεια και ωθούν τους Τούρκους να αποταμιεύουν στον παραδοσιακά αγαπημένο τους χρυσό. Έτσι η ζήτηση του χρυσού από τους Τούρκους καταναλωτές αυξάνει και η Τουρκία καθίσταται η πέμπτη μεγαλύτερη εισαγωγέας χρυσού με 160 τόνους εισαγωγές μόνο το 2019. Ο χρυσός θεωρείται ως το ύστατο καταφύγιο μιας πληθωριστικής και ανασφαλούς οικονομίας. Όλα αυτά αποτελούν συμπτώματα μιας ασθενούς οικονομίας και επιδεινώνονται βδομάδα με τη βδομάδα. Ο Ερντογάν απλά προσπαθεί συνεχώς να “κλωτσάει το τενεκεδάκι” πιο μπροστά, να κερδίσει χρόνο για να μη σκάσει η βόμβα όσο η Τουρκία έχει τόσα πολλά μέτωπα ανοικτά και είναι διεθνώς απομονωμένη. Το τελευταίο πράγμα που θα ήθελε ο επίδοξος “σουλτάνος” είναι να εκλιπαρεί το ΔΝΤ και τους ξένους πιστωτές για να σώσουν την Τουρκία από τη χρεοκοπία. 

Ο Ερντογάν δεν ελέγχει το “βαθύ κράτος”, ούτε και τη “Γενιά Ζ”

Βέβαια τον Ερντογάν δεν θα τον έλεγες και εντελώς απομονωμένο καθώς διατηρεί διαύλους ανοικτούς, αν και προβληματικούς, με σχεδόν όλες τις πλευρές, τόσο στην Ανατολή, όσο και στη Δύση. Το γεγονός ωστόσο ότι η πολιτική του χαρακτηρίζεται “τζογαδόρικη”, ριψοκίνδυνη, επεκτατική, ενώ η Τουρκία χαρακτηρίζεται ως “τοξικός γεωπολιτικός παίκτης” στην περιοχή της, δεν βοηθά στην καλλιέργεια του ήπιου κλίματος σταθερότητας που επιθυμεί κάθε οικονομία για να πετύχει την ανάπτυξη της και να προσελκύσει επενδύσεις και διεθνείς συνέργειες. Από την άλλη ο Ερντογάν δεν φαίνεται να  ελέγχει το εθνικιστικό “βαθύ κράτος” της Τουρκίας, που έχει πλέον  ως αιχμή του δόρατος τον Μπαχτσελί και τους Γκρίζους Λύκους του. Και τέλος η πλειοψηφία των νέων της Τουρκίας, η περίφημη Γενιά Ζ, που αριθμεί περί τα 13 εκατομμύρια, έχει γυρίσει μαζικά την πλάτη της στον αυταρχικό καθεστωτικό Ερντογάν και δηλώνει ανοικτά, παρά το συνεχές ισλαμο-εθνικιστικό και νεο-οθωμανικό ντόπινγκ, πως δεν πρόκειται να τον φιλοδωρίσει με την ψήφο του στις επόμενες εκλογές.

Καθισμένος σε μια “ωρολογιακή βόμβα”

O σημερινός Ερντογάν, από ισλαμο-δημοκράτης έχει εξελιχθεί σ’ έναν παλαιάς κοπής πολιτικό, που συνδυάζει λαϊκισμό, θρησκευτικό συντηρητισμό και εθνικισμό, και δυσκολεύεται να καταλάβει άλλη γλώσσα πέρα από εκείνη της δύναμης, και των δυναμικών πράξεων, όπως σωστά επισήμανε και ο Μακρόν, και μόνον απέναντι σε αυτές δύναται να αντιδράσει και περιορίσει τις φιλοδοξίες του. Το γεγονός ωστόσο ότι οι πολιτικές του έχουν οδηγήσει σε μια σειρά από αδιέξοδα και τέλματα και ότι κάθεται πάνω σε μια “ωρολογιακή βόμβα”, που είναι κατεξοχήν οικονομική και πολιτική, ενδέχεται να τον καταστήσουν κατά το επόμενο διάστημα ακόμη περισσότερο νευρικό και αλλοπρόσαλλο, ικανό να ανοίξει ακόμη και την “πόρτα του φρενοκομείου” προκειμένου να καθυστερήσει το αναπόφευκτο της πτώσης του. 

Γι’ αυτό θα πρέπει η Ελλάδα, η Ευρώπη και η διεθνής κοινότητα να κινηθεί κατά το επόμενο διάστημα με ψυχραιμία και αποφασιστικότητα, και σίγουρα να μην παρασυρθεί στα επικίνδυνα παιχνίδια του, αλλά να κοιτάξει προς το μέλλον, και το πως θα διαχειριστεί ορθολογικά μια μετα-ερντογανική Τουρκία, που θα παραμείνει σημαντικός εταίρος και γείτονας

Υπάρχει βέβαια και το ενδεχόμενο το “πρόβλημα Ερντογάν” να επισκιαστεί κατά το επόμενο διάστημα από το “πρόβλημα Τραμπ”, που θα δημιουργήσει ακόμη μεγαλύτερους κλυδωνισμούς στη διεθνή σκηνή, δίνοντας έτσι μια όχι και τόσο ανέλπιστη ευκαιρία στον Ερντογάν για να ελιχθεί και να κερδίσει χρόνο και “επιτυχίες”. Συμπερασματικά οι επόμενοι μήνες θα είναι εξαιρετικά κρίσιμοι και το τέλος πολλών ψευδαισθήσεων, ειδικά για την Ελλάδα και την Ευρωπαϊκή Ένωση και τη σχέση τους με την Τουρκία.

ΑΠΟ ΤΟ TVXS