Τι συμβαίνει επιτέλους εκεί έξω;

Του Alexis Madrigal (*)

Το να ζεις το 2020 και να είσαι συνδεδεμένος με ένα τεράστιο δίκτυο πληροφοριών σημαίνει να είσαι εκτεθειμένος όλη την ώρα σε ένα πλούσιο μίγμα εικόνων, βίντεο, αναρτήσεων στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και ρεπορτάζ για τα πάντα. Το τελευταίο παράδειγμα: η συντριβή ενός ουκρανικού αεροσκάφους έξω από την Τεχεράνη. Υπήρξαν ανεπιβεβαίωτες φήμες, γενική σύγχυση, αναρτήσεις στο Twitter και άφθονες αναλύσεις για τι μπορεί να συνέβη. Πύραυλος; Τεχνική βλάβη;

Πέρα από την τραγωδία, ήταν σαν να είχε λιώσει η πραγματικότητα και να είχε διαμορφωθεί ξανά σε μια ενιαία ιστορία. Η δολοφονία ενός ιρανού στρατηγού από αμερικανικό drone την περασμένη εβδομάδα είχε οδηγήσει τον κόσμο στο χείλος του γκρεμού. Τα προβλήματα της Μπόινγκ με ένα άλλο μοντέλο του 737 είχαν κατακτήσει πρόσφατα τα πρωτοσέλιδα. Και, βέβαια, η Ουκρανία είναι για άλλους λόγους στο κέντρο της γεωπολιτικής. (Για να μη μιλήσουμε για την αμερικανική προεκλογική εκστρατεία)

Πώς μπορεί να ξέρει κανείς τι έχει συμβεί; Οι Ουκρανοί, οι Ιρανοί και οι Αμερικανοί λένε διαφορετικές ιστορίες (για να μην αναφέρουμε τους Καναδούς και τους Βρετανούς).

Αυτή η αίσθηση πολυπλοκότητας έχει συμπυκνωθεί σε μια ιδέα: παρά τον πλούτο πληροφοριών που διαθέτουμε, στην πραγματικότητα γνωρίζουμε λιγότερα. Ισως να υπάρξει μια μέρα μια «πληροφοριακή Αποκάλυψη», όπου τεχνολογικά προηγμένα fakes θα οδηγήσουν στην κατάρρευση όλων των βεβαιοτήτων.

Σκεφτείτε όμως το ρεπορτάζ των New York Times για το βίντεο που δείχνει έναν πύραυλο να πλήττει το αεροσκάφος στην Τεχεράνη. Η αρχή του ρεπορτάζ, που αποτελείται από λίγες παραγράφους, είναι η επιβεβαίωση του βίντεο. Το βίντεο κυκλοφορούσε στα social media. Οι New York Times το χρησιμοποίησαν για να πουν: ναι, η έρευνά μας έδειξε ότι το βίντεο είναι αληθινό. Πολύ πριν ολοκληρωθούν οι έρευνες, η θέση της ιρανικής κυβέρνησης ότι το αεροσκάφος εξερράγη από τεχνικό λάθος περιπλέκεται από τη δημοσιοποίηση ενός βίντεο που φαίνεται να τράβηξε κάποιος στο κινητό του τηλέφωνο. Όταν κάτι μεγάλο συμβαίνει δημοσίως, κάποιος το τραβάει σε βίντεο.

Οι Μπριτ Πάρις και Τζόαν Ντόνοβαν έχουν γράψει για τους τρόπους με τους οποίους οι εικόνες έχουν μια πιο σύνθετη σχέση με την αλήθεια απ’ό,τι φαίνεται στην αρχή. Και αναφέρουν διάφορα παραδείγματα. Όταν οι φωτογραφίες παρουσιάστηκαν για πρώτη φορά στα δικαστήρια, κρίθηκαν λιγότερο αξιόπιστες από τα γραπτά κείμενα. Οι φωτογραφίες δεν αντιμετωπίζονταν ως αντικειμενική αλήθεια και το δικαστήριο λάμβανε υπόψη του τις συνθήκες υπό τις οποίες τραβήχτηκαν. Ένα άλλο παράδειγμα είναι η χρήση των βίντεο στη δίκη του Ρόντνεϊ Κινγκ, που φαίνονταν να αποκαλύπτουν την αστυνομική βιαιότητα μέχρις ότου οι συνήγοροι υπεράσπισης άρχισαν να τα παίζουν σε αργή κίνηση και να σχετικοποιούν το νόημά τους.

Οι εφημερίδες, όπως τις ξέρουμε, συμπίπτουν χρονικά με τη Βιομηχανική Επανάσταση. Στο μεγαλύτερο μέρος της ανθρώπινης ιστορίας, οι περισσότεροι άνθρωποι δεν είχαν ανάγκη να γνωρίζουν τι συμβαίνει στον υπόλοιπο κόσμο. Και να ήθελαν, βέβαια, δεν θα μπορούσαν. Με τους σιδηροδρόμους και τα ατμόπλοια, τους τηλέγραφους και τα ραδιόφωνα, όλα άρχισαν να κινούνται πολύ γρήγορα. Η εφημερίδα έγινε ένα πολύτιμο εργαλείο, έστω κι αν τα νέα που πρόσφερε έκαναν τον κόσμο πιο μπερδεμένο και πιο άσχημο.

Με δεδομένη λοιπόν την παραπληροφόρηση, τα fake news, τις θεωρίες συνωμοσίας, τις φάρσες και όλα τα υπόλοιπα που προκαλούν τόσο μεγάλη σύγχυση, θα πρέπει να το πούμε καθαρά: οι άνθρωποι γνωρίζουν σήμερα περισσότερα γι’αυτά που συμβαίνουν στον κόσμο, έστω κι αν αυτή η γνώση είναι μερική και άνιση. Ο κόσμος δεν είναι απλός, άρα δεν θα μπορούσαν να είναι απλά και τα μέσα που μας επιτρέπουν να τον γνωρίζουμε.

(*) Ο Αλέξις Μαντριγκάλ είναι αρθρογράφος του “The Atlantic”

ΑΠΕ ΜΠΕ