Το άπρεπο “πρέπει”

ΒΛΆΣΗΣ ΚΑΝΙΑΡΗΣ -
Του Ιωάννη Δαμίγου

Η πιο εύχρηστη και επιλεγόμενη λέξη κριτή πολιτικού, συμπερασματικής προτροπής, καθημερινής πλεονάζουσας χρήσης αυτονόητης ενέργειας, είναι το πρέπει, “Πρέπει”, προτεινόμενη επιταγή  του αρμόζοντος, της ανάγκης, της επιβολής, της ωφελιμότητας, του ταιριαστού.

Το λογικό “πρέπει” που όμως κατατροπώνεται συνεχώς και υποχωρεί ατάκτως εμπρός στην επέλαση του γοητευτικού και πλάνου “δεν πρέπει”. Το άχαρο πρέπει, που απαιτεί κόπο, που απαιτεί σκέψη, ευτελίζεται και σαμποτάρεται επαναλαμβανόμενο, καθώς παραμένει στείρο ως προτροπή και μόνο, όταν δεν μετουσιώνεται σε εφαρμογή, από τους ίδιους τους κριτές που το επικαλούνται! Και που συνεχίζουν να προσποιούνται τους τιμητές του, σε επί μέρους επιλεγμένες ανάγκες του, επίκαιρων εξυπηρετήσεων.

Κάθε λίγο εμφανίζονται με άπειρα θεωρητικά “πρέπει” στον λόγο τους, αλλά ταυτόχρονα  στην πράξη και κρυφίως, παραμένουν εραστές του “δεν πρέπει”. Όταν αυτό συμβαίνει σε επανάληψη, μοιραία η κοινωνία ακολουθεί και οικειοποιεί ακριβώς τις ίδιες συμπεριφορές και επιλογές των πολιτικών. Με την συμβολή και είναι άπρεπο, ακόμα και προοδευτικών δυνάμεων, που υιοθετώντας το “πρέπει” από καταβολής, αιωρούνται στο ενδιάμεσο μεταξύ του “δεν πρέπει”, εκμεταλλευόμενοι  περιστασιακά και ανάλογα του βολικού της κατάστασης.

Η προηγούμενη κυβέρνηση της αριστεράς, είχε κάνει πίσω σε μεγάλα “πρέπει”, όχι μόνο οικονομικά, δικαιολογημένα άλλωστε, αλλά και κοινωνικά, που δεν τόλμησε, αδικαιολόγητα. Και των οποίων το τίμημα, καταβάλει ακόμα σήμερα, ως πρέπει. Που τώρα , θέλω να πιστεύω, προσφέρεται η τελευταία ευκαιρία ξεκάθαρης επιλογής του “πρέπει”, που χωρίς επιρρεπή δεκανίκια στο “δεν πρέπει”, θα πείσει με συγκεκριμένες αναφορές λαθών παρελθόντος, πως έπαθε και έμαθε την αποφυγή των. Για να μην παραμένει το άπρεπο πρέπει ημίμετρων ως πολιτική ερασιτεχνική ημιμάθεια. Τότε μόνο το πρέπει θα περιέχει καταρχήν την έννοια στην ανάγκη, στο αρμόζον, στο ωφέλιμο και στο ταιριαστό. Απαραίτητη η ζωτική ανάγκη ανατροπής του “δεν πρέπει”, πριν μας οδηγήσει αναπόφευκτα και σε άλλες οδυνηρές “ανάγκες”.

Υπάρχει διαφορά του θέλω από το πρέπει, του ελπίζω από το μπορώ, του γνωρίζω από το υποθέτω, της ευθύνης από την δικαιολογία, του είμαι από το φαίνομαι, της αλήθειας από την υπεκφυγή. Του κάτι πρέπει να γίνει αορίστως από το εξαναγκάζω με πράξεις. Με συγκεκριμένες αποφασισμένες πράξεις μόνο. Από συζητήσεις και αναλύσεις δεν έχει αλλάξει καμία κυβέρνηση ποτέ. Όπως δεν έχει αλλάξει και η κοινωνία σε ανάγκη, που πάντα στρέφεται ακροδεξιά. Οι πράξεις και μόνο θα πείσουν, πριν είναι αργά. Τα άπρεπα “πρέπει” των αμετανόητων περίσσεψαν και μόνο προκαλούν.