Το μέλλον των Ελληνοτουρκικών Σχέσεων: Μια αριστουργηματική ανάλυση του Άγγελου Συρίγου

Του Θεόδωρου Καρυώτη

Ο καθηγητής Άγγελος Συρίγος θεωρείται, σήμερα, ο κορυφαίος αναλυτής των Ελληνοτουρκικών σχέσεων. Έτσι διαβάζοντας το τελευταίο άρθρο του στην ιστοσελίδα του, αποφάσισα να το αναδημοσιεύσω στην ιστοσελίδα του δημοσιογράφου Μιχάλη Ιγνατίου για να του δοθεί επιπρόσθετη δημοσιότητα.

Τί θα πάμε στη Χάγη;

Άγγελος Συρίγος

Η επίλυση των ελληνοτουρκικών σχέσεων διά της προσφυγής στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης προβάλλει ως η μόνη ρεαλιστική λύση στον ελληνικό δημόσιο λόγο. Υπάρχει όμως ένα σοβαρό πρόβλημα. Η Τουρκία έχει θέσει κατά καιρούς μία πλειάδα θεμάτων τα οποία παρατίθενται χρονολογικά:

  • Καθεστώς αποστρατιωτικοποιήσεως των ανατολικών νησιών του Αιγαίου (1964-1974).
    • Οριοθέτηση της υφαλοκρηπίδας του Αιγαίου (1974).
    • Όρια του FIR Αθηνών (1974).
    • Μη επέκταση των ελληνικών χωρικών υδάτων πέραν του σημερινού ορίου των 6 ν. μιλίων (1974) που συνδέεται με την απειλή χρήσεως βίας – casus belli (1974) σε περίπτωση που η Ελλάδα επεκτείνει τα χωρικά της ύδατα αλλά και με τον ορισμό συγκεκριμένων θαλάσσιων περασμάτων στο Αιγαίο, από τα πολλά που υπάρχουν, ως «διεθνών στενών» ναυσιπλοΐας (1982).
    • Εύρος εναερίου χώρου 10 ν. μιλίων εν σχέσει προς χωρικά ύδατα 6 ν. μιλίων (1975).
    • Όρια της Ζώνης Έρευνας και Διασώσεως-SAR στο Αιγαίο (1980).
    • Οι λεγόμενες «γκρίζες ζώνες» κυριαρχίας απροσδιόριστου αριθμού ελληνικών νησιών στο Αιγαίο και πέριξ της Κρήτης (1996).
    • Μη αναγνώριση υφαλοκρηπίδας στα νησιά του συμπλέγματος του Καστελλόριζου (2012).
    • Μη αναγνώριση υφαλοκρηπίδας σε Ρόδο, Κάρπαθο, Κάσο και Κρήτη (2019).

Το ερώτημα είναι τι ακριβώς από τα παραπάνω θέματα θα καταλήξει στη Χάγη προς επίλυση; Θα μπορούσαν να παραπεμφθούν συλλήβδην όλα στο Διεθνές Δικαστήριο; Η απάντηση είναι αρνητική.

  • Η Ελλάδα με δήλωσή της από το 1994 (που επαναλήφθηκε αναδιατυπωμένη το 2015) έχει εξαιρέσει από την αρμοδιότητα του Διεθνούς Δικαστηρίου τη στρατιωτικοποίηση των ανατολικών νησιών του Αιγαίου. Είναι ένα θέμα για το οποίο δεν μπορούν να υπάρξουν δεύτερες σκέψεις. Η παρουσία στρατού στα ανατολικά νησιά του Αιγαίου συνδέεται με την αυτονόητη ανάγκη προστασίας τους από έναν γείτονα που δεν έχει πρόβλημα, όποτε κρίνει ότι του προσφέρεται η ευκαιρία, να εισβάλει στα εδάφη των διπλανών του κρατών.

Το ίδιο ισχύει και για τις «γκρίζες ζώνες». Από το 1996 οι Τούρκοι  κατά καιρούς έχουν αμφισβητήσει την ελληνική κυριαρχία άλλοτε σε 3.000, άλλοτε σε 1.000 και άλλοτε σε 150 νησιά. Την τελευταία δεκαετία μιλούν για 18 νησιά. Είναι δυνατόν να θέσουμε στην κρίση του Δικαστηρίου εάν οι Φούρνοι, οι Οινούσσες, το Αγαθονήσι, η Γαύδος, η Θύμαινα στη Σάμο, η Ψέριμος ή οι Αρκιοί ανήκουν στην Ελλάδα; Έρχεται ο γείτονας στο σπίτι μας και λέει ότι του ανήκει η κουζίνα, το ψυγείο και το κρεβάτι μας. Συζητάμε μαζί του το θέμα και εάν δεν τα βρούμε, πάμε στο δικαστήριο να μας λύσει τη διαφορά; Θέματα ελληνικής κυριαρχίας επί εδαφικών περιοχών είναι εκτός συζητήσεως.

  • Ως προς το FIR Αθηνών και τη Ζώνη Έρευνας και Διασώσεως-SAR, οι αρμοδιότητες σε αυτές τις περιοχές είναι αποκλειστικώς διοικητικής φύσεως. Αφορούν μόνον την ασφάλεια και διευκόλυνση της διεθνούς αεροπλοΐας και τη διάσωση ανθρώπων που βρίσκονται σε κίνδυνο. Δεν έχουν καμία σχέση με κυριαρχία ή κυριαρχικά δικαιώματα. Η Τουρκία όμως δεν θέτει θέμα ερμηνείας των συμφωνιών που έχουν καθορίσει τις συγκεκριμένες περιοχές. Ζητεί αλλαγή των συμφωνιών. Οπότε εκ των πραγμάτων ούτε και αυτό το θέμα μπορεί να πάρει την άγουσα προς το Δικαστήριο.

Το θέμα του διαφορετικού εύρους χωρικών υδάτων και εναερίου χώρου είναι σοβαρό. Τα νομικά μας επιχειρήματα δεν είναι τόσο ισχυρά, όσο σε άλλους τομείς. Το θέμα, όμως, σχετίζεται άμεσα (και λύνεται…) με την αύξηση του εύρους των ελληνικών χωρικών υδάτων, όπου εκεί έχουμε ατράνταχτα επιχειρήματα που επιβεβαιώνονται και από το διεθνές δίκαιο, συμβατικό και εθιμικό, και από τη διεθνή πρακτική.

  • Πρόκειται για δικαίωμα που ασκείται μονομερώς και αποτελεί το ισχυρό διαπραγματευτικό πλεονέκτημα για την Ελλάδα. Χρειάζεται όμως εξαιρετικά προσεκτικούς χειρισμούς για να μην απολεσθεί. Ως αντικείμενο δικαστικής κρίσεως θα μπορούσε να είναι μόνον το σύννομο ή μη της αποφάσεως της Τουρκίας να θεωρεί ως casus belli την αύξηση των ελληνικών χωρικών υδάτων, δηλαδή την άσκηση νόμιμου δικαιώματος.

Έτσι καταλήγουμε στη σταθερή από το 1975 και επίσημη ελληνική θέση ότι ουσιαστικά το μοναδικό θέμα προς δικαστική επίλυση είναι αυτό της οριοθετήσεως της υφαλοκρηπίδας του Αιγαίου. Επειδή ο προσδιορισμός του θέματος έγινε σε μία περίοδο κατά την οποία η έννοια της ΑΟΖ ήταν άγνωστη και ούτε είχαν προκύψει τα προβλήματα με το Καστελλόριζο και την Ανατολική Μεσόγειο, θα μπορούσαμε να επαναπροσδιορίσουμε τη διαφορά στο σήμερα ως: οριοθέτηση της υφαλοκρηπίδας και της ΑΟΖ στο Αιγαίο και στην Ανατολική Μεσόγειο. Ας τα έχουμε όλα αυτά υπ’ όψιν την επόμενη φορά που θα ξαναμιλήσουμε για Χάγη. (Η έμφαση είναι δική μου)

Κατά την δική μου γνώμη, η τελευταία παράγραφος του Άγγελου Συρίγου είναι η πιο σημαντική, διότι δείχνει ξεκάθαρα τον δρόμο που πρέπει να ακολουθήσει, από εδώ και εμπρός, η κυβέρνηση Μητσοτάκη. Η πιθανότητα όμως η Τουρκία να υπογράψει ένα τέτοιο συνυποσχετικό είναι απειροελάχιστη, για να μην πω μηδενική. Εκείνο πάντως που πρέπει να κατανοήσουμε είναι ότι οι Τούρκοι παριστάνουν τους Κινέζους της Ανατολικής Μεσογείου.

  • Εάν τελικά οδηγηθούν στην Χάγη, η νίκη τους θα είναι πολύ περιορισμένη. Απλώς, θα κερδίσουν ένα μεγαλύτερο ποσοστό θάλασσας από ό,τι δικαιούνται, διότι το Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης θα δώσει μικρότερη επήρεια στο σύμπλεγμα του Καστελλόριζου. Αυτό βέβαια θα σημαίνει ότι η Ελλάδα δεν θα έχει θαλάσσια σύνορα με την Κύπρο και θα αποκτήσει η Τουρκία με την Αίγυπτο. Εάν όμως οι Τούρκοι καταλήξουν στην Χάγη και κερδίσουν, δεν πρόκειται να αποδεχτούν την απόφαση, όπως ακριβώς έπραξαν και οι Κινέζοι πριν τρία χρόνια. Οι Κινέζοι δεν την αποδέχτηκαν, διότι έχασαν. Οι Τούρκοι δεν θα την αποδεχτούν, ακόμη και αν κερδίσουν!

Η σημερινή νέο-οθωμανική Τουρκία (Ο λαός της, ο στρατός της, το πολιτικό κατεστημένο) δεν μπορεί να επιβιώσει έχοντας απέναντι της το κράτος που θεωρεί ως τον μεγαλύτερο αντίπαλο της να ζει ειρηνικά μαζί του και του δώσει την δυνατότητα να αναπτυχθεί με ταχύτερους ρυθμούς και να αυξήσει το βιοτικό του επίπεδο.

Όπως είναι γνωστό, η Κίνα δεν υιοθετεί τις διατάξεις που προβλέπονται από την Σύμβαση του ΟΗΕ για το Δίκαιο της Θάλασσας (UNCLOS). Αντί να παραμείνει στην ΑΟΖ της, υποστηρίζει ότι έχει ιστορική αξίωση σε ολόκληρη τη Θάλασσα της Νότιας Κίνας και έχει σχεδιάσει τα δικά της θαλάσσια σύνορα, γνωστά ως Γραμμή Εννέα Διακεκομμένων Γραμμών. Η Θάλασσα της Νότιας Κίνας είναι ένα ανησυχητικό γεωπολιτικό σημείο ανάφλεξης. Αλλά για τον Πρόεδρο Xi Jinping αποτελεί πηγή υπερηφάνειας. Όταν ο Χi απευθύνθηκε στο τελευταίο συνέδριο του Κομμουνιστικού Κόμματος Κίνας, καυχήθηκε ότι «η κατασκευή σε νησιά και υφάλους στη Θάλασσα της Νότιας Κίνας έχει σημειώσει σταθερή πρόοδο».

  • Την τακτική του Κινέζου προέδρου προσπαθεί, για ένα μεγάλο χρονικό διάστημα τώρα, να αντιγράψει και ο Ταγίπ Ερντογάν και η «Γαλάζια Πατρίδα» του αποτελεί μια τέτοια κινεζικού τύπου επέκταση, γράφοντας στα παλιά του τα παπούτσια την παγκόσμια κοινότητα.  Τα δύο κράτη, Κίνα και Τουρκία, συμπλέουν σε αυτές τις παράνομες ενέργειες που συνιστούν κατάφωρη παραβίαση της UNCLOS, που σήμερα αποτελεί πλέον μέρος και του εθιμικού δικαίου. Η ελληνική κυβέρνηση, με τόσους μπελάδες στο κεφάλι της, όχι μόνο αγνοεί ή υποτιμά αυτές τις εξελίξεις στην μακρινή Ασία,  αλλά φαίνεται και να μην ενδιαφέρεται να διδαχθεί από αυτές.

Αυτό που η Τουρκία και η Κίνα αρνούνται να παραδεχθούν είναι ότι ένα κράτος δεν μπορεί να επικαλείται επιλεκτικά τα μέρη της UNCLOS, όποτε του αρέσει ή του συμφέρει. Ο Πρεσβευτής Koh της Σιγκαπούρης, ο τελευταίος Πρόεδρος της Διάσκεψης του ΟΗΕ για το Δίκαιο της Θάλασσας, έλαβε πολύ σωστά υπόψη του την πιθανότητα αυτή, παρατηρώντας ότι:

«Αν και η Σύμβαση είναι προϊόν σειράς συμβιβασμών, αποτελεί ένα ενιαίο σύνολο. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο Δίκαιο της Θάλασσας δεν προβλέπει επιφυλάξεις. Επομένως, δεν είναι δυνατόν τα κράτη να επιλέξουν αυτό που τους αρέσει και να αγνοήσουν αυτό που δεν τους αρέσει. Στο διεθνές δίκαιο, όπως και στο εσωτερικό δίκαιο, τα δικαιώματα και τα καθήκοντα συμβαδίζουν. Επομένως, είναι νομικώς απαράδεκτο κράτη να διεκδικούν δικαιώματα δυνάμει της Σύμβασης χωρίς να είναι πρόθυμα να αναλάβουν τα αντίστοιχα καθήκοντα.»

Αυτά που αναφέρει ο Άγγελος Συρίγος σήμερα τα είχε ήδη επισημάνει ο Ανδρέας Παπανδρέου, 32 χρόνια νωρίτερα, στο υπουργικό συμβούλιο της 27 Μαρτίου 1987, όταν δήλωνε:

«Εμείς έχουμε καλέσει, και επαναλαμβάνω και τώρα, την Τουρκία να προχωρήσει σε αποδοχή της πρότασής μας να πάμε στη Χάγη. Αυτό προϋποθέτει ένα συνυποσχετικό, υπογραμμένο από τους δύο και με αυτή την έννοια διάλογος για το συνυποσχετικό είναι λογικός και ουδέποτε είχαμε ή έχουμε αντίρρηση για την πραγματοποίησή του. Πολιτικό διάλογο με την Τουρκία για άλλα θέματα δεν είναι δυνατόν να κάνουμε γιατί είναι όλα πολιτικά και αφορούν αποκλειστικά το ποιά κυριαρχικά δικαιώματα η Ελλάδα θα παραχωρήσει στην Τουρκία. Αυτό δεν λέγεται διάλογος. Αυτό είναι μήνυμα προς ηττημένο και δεν δεχόμαστε τέτοια μηνύματα

ΑΠΟ ΤΟ HELLAS.JOURNAL.COM

Το μέλλον των Ελληνοτουρκικών Σχέσεων: Μια αριστουργηματική ανάλυση του Άγγελου Συρίγου