Τρεις δεκαετίες, τέσσερα κύματα: Μια έρευνα της Κάπα Research για τα Βαλκάνια

Του Αλέξη Ρουτζούνη *

 

Τα Βαλκάνια βαρύνονται με περισσότερη Ιστορία

από όση μπορούν να σηκώσουν

Γουίνστον Τσώρτσιλ

 

Η Βαλκανική τοποθετείται στην άκρη της Ευρώπης, στο άκρο της Ανατολικής Μεσογείου. Γειτνιάζει με εστίες συγκρούσεων και έχει υπάρξει η ίδια πεδίο συγκρούσεων και διχασμών μέχρι την εκπνοή του περασμένου αιώνα. Έχει χαρακτηριστεί – προς μεγάλη δυσαρέσκεια των λαών της – «πυριτιδαποθήκη της Ευρώπης» και δυστυχώς, η Ιστορία έχει δικαιώσει τον χαρακτηρισμό: ο 20ος αιώνας τελείωσε όπως ακριβώς ξεκίνησε, με τη βία των εθνικισμών στη βαλκανική γειτονιά. Η Βαλκανική είναι, ταυτόχρονα, ένα μωσαϊκό εθνοτήτων, μειονοτήτων και θρησκειών, είναι το πολύ-πολιτισμικό βυζαντινό και, μετέπειτα, οθωμανικό/ αυστρουγγρικό πρότυπο αιώνες πριν η ΕΕ ανακαλύψει την πολύ-πολιτισμικότητα και την κατοχυρώσει με διεθνείς συμβάσεις και νομοθεσία. Η Βαλκανική είναι μια αέναη κίνηση ανάμεσα στον πολιτισμό και τη βία, ανάμεσα στη συνύπαρξη και τον διχασμό.

Τα παραπάνω χαρακτηριστικά ήταν ικανά να θρέψουν το ενδιαφέρον και, τελικά, να οδηγήσουν στη διεξαγωγή – από την Κάπα Research – της ποσοτικής έρευνας κοινής γνώμης Balkan Monitor, για πρώτη φορά, το 1993, λίγα χρόνια μετά την επανένωση της Ευρώπης (πτώση του Τείχους του Βερολίνου). Η έρευνα επαναλήφθηκε το 2003, το 2014 και, πριν λίγους μήνες, το 2019. Η καταγραφή – στην ανάλογη εθνική γλώσσα – των απόψεων των πολιτών της περιοχής για την πολιτική, οικονομική, κοινωνική και πολιτισμική πραγματικότητά τους, για τις ηγεσίες τους, για τις χώρες, τα υπερεθνικά σχήματα, αλλά και τα πρόσωπα που πρωταγωνιστούν στη διεθνή σκηνή, η διερεύνηση των φόβων και των προσδοκιών των ανθρώπων για το μέλλον τους χαρτογραφεί – σαν σε φόντο – τις μεγάλες μεταβολές που συντελέστηκαν στην Ευρώπη και την Ανατολική Μεσόγειο τις τελευταίες τρεις δεκαετίες.

Το 1993, η αισιοδοξία για μια οικουμενική ειρήνη με το «Τέλος της Ιστορίας» γρήγορα εξανεμίζεται από την «εκδίκηση των εθνών». Στην Ευρώπη του ’90 συνυπάρχουν «ενωσιακή» οικοδόμηση και εθνικιστικές ακρότητες, Μάαστριχτ και εθνοκάθαρση στην πρώην Γιουγκοσλαβία. Στα Βαλκάνια, ο παλιός φόβος του «Άλλου» επανεμφανίζεται (αλλαγή συνόρων, επιβουλή εδαφών), αλλά ο υψηλός βαθμός ανεκτικότητας απέναντι στις μειονότητες έρχεται σε πλήρη αντίθεση με τις πρώτες, έντονες τάσεις απόσχισης στην υπόλοιπη Ευρώπη. Οι βαλκανικές χώρες ονειρεύονται τη χαλάρωση του σφιχτού εναγγαλισμού του Κράτους, τη μετάβαση προς την καπιταλιστική οικονομία και τη φιλελεύθερη Δημοκρατία.

Το 2003, και ενώ η παγκοσμιοποίηση βαθαίνει, οι λαοί της περιοχής απολαμβάνουν μια περίοδο γαλήνης αν και με πολλά οικονομικά και κοινωνικά προβλήματα. Η προοπτική ένταξης των Δυτικών Βαλκανίων στην ΕΕ λαμβάνει βιβλικές διαστάσεις, σαν η Ένωση να είναι η «Νέα Γη της Επαγγελίας» όπου οι λαοί θα βρουν την οικονομική ευημερία και την εγγύηση για ειρήνη και σταθερότητα που αναζητούν. Οι ηγέτες της Δύσης απολαμβάνουν δημοτικότητες που φαντάζουν εξωπραγματικές συγκρινόμενες με τη δημοτικότητά τους μέσα στις ίδιες τις χώρες τους. Σε αυτό το πλαίσιο, η Ελλάδα είναι το απόλυτο παράδειγμα, μια «τοπική ευρωπαϊκή υπερδύναμη» που έχει αφήσει πίσω της το προβληματικό βαλκανικό της παρελθόν και έχει καταφέρει να ενταχθεί στον ζηλευτό, στενό ευρωπαϊκό πυρήνα και να αναγνωριστεί διεθνώς με την ανάληψη της διοργάνωσης των Ολυμπιακών Αγώνων του 2004.

Η προοπτική ένταξης των Δυτικών Βαλκανίων στην ΕΕ λαμβάνει βιβλικές διαστάσεις, σαν η Ένωση να είναι η «Νέα Γη της Επαγγελίας» όπου οι λαοί θα βρουν την οικονομική ευημερία και την εγγύηση για ειρήνη και σταθερότητα που αναζητούν. 

Η Βαλκανική, σήμερα, βρίσκεται μπροστά σε ένα νέο δίλημμα: ή θα εισέλθει σε νέα φάση περιδίνησης με άγνωστες συνέπειες ή θα κερδίσει το στοίχημα της σύγκλισης και της ενοποίησης με την ήπειρο στην οποία ανήκει γεωγραφικά και ιστορικά.

Το 2014, η παραπάνω ειδυλλιακή εικόνα έχει ήδη θαμπώσει: η Αραβική Άνοιξη έχει τελειώσει μέσα στην αποσταθεροποίηση της Βόρειας Αφρικής και στον εμφύλιο πόλεμο της Συρίας (ενώ συνεχίζεται η ισραλο-παλαιστινιακή διένεξη), δύο μεγάλες κρίσεις έχουν ξεσπάσει ταυτόχρονα, η οικονομική και η προσφυγική. Η Ευρώπη δυσκολεύεται να κατανοήσει τις δύο κρίσεις, καθυστερεί ή αδυνατεί να τις διαχειριστεί. Στην οικονομία απαντά με σκληρή πειθαρχία και στην μετακίνηση πληθυσμών με ασυνεννοησία. «Λαϊκισμός» και «άκρα» επανεμφανίζονται μετά από δεκαετίες αδράνειας, το Ηνωμένο Βασίλειο αποφασίζει να εγκαταλείψει. Η έρευνα αποκαλύπτει την απώλεια της δεσπόζουσας θέσης που κατείχε η Ελλάδα στην πειροχή την προηγούμενη δεκαετία και, ταυτόχρονα, την υποχώρηση της σταθερότητας του ευρωπαϊκού οράματος. Με άλλα λόγια, η αποτυχία της Ελλάδας ως «ηγέτιδα» δύναμη της Νοτιοανατολικής Ευρώπης είναι το αποτύπωμα της αποτυχίας του συνολικότερου ευρωπαϊκού οράματος και των ευρωατλαντικών θεσμών στην περιοχή.

Το 2019, η έρευνα καταγράφει την υποχώρηση του διεθνούς παράγοντα στην περιοχή, εξέλιξη αδιανόητη κατά τα προηγούμενα κύματα της έρευνας. Δύο συντελεστές αυτής της υποχώρησης είναι οι εξής: α) η απόσταση που χωρίζει τις ηγεσίες από τις κοινωνίες. Την ώρα που οι διεθνείς οργανισμοί και οι ηγέτες «αυτό-θαυμάζονται», οι πολίτες, στους δρόμους κάθε βαλκανικής πρωτεύουσας, αλλά και γύρω από το τραπέζι της κουζίνας των νοικοκυριών, έχουν μέσα τους και μπροστά τους τη φτώχεια και την προσφυγική/ μεταναστευτική διάλυση. β) Παρά τα σημαντικά εσωτερικά αίτια της κρίσης, ο τρόπος που οι «μεγάλες δυνάμεις» – χώρες ή οργανισμοί – αντιμετώπισαν την Ελλάδα, από το 2010 και μετά, έχει αρνητική παιδαγωγική επίδραση στους γείτονες. Τα αναγνωρισμένα λάθη και υπερβολές στην ελληνική περίπτωση έθεσαν σε κίνδυνο τη σταθερότητα μιας ευαίσθητης περιοχής – των Βαλκανίων – που γειτνιάζει με τη «γη της φωτιάς», την Ανατολική Μεσόγειο.

Ο πολίτης δεν προσβλέπει, πια, σε συλλογικές αποφάσεις και υιοθέτηση μέτρων του διεθνούς συστήματος, αλλά καταφεύγει στη δική του παντοδυναμία της διαμαρτυρίας και της αμφισβήτησης με τη δυνατότητα διασποράς που του προσφέρουν τα κοινωνικά δίκτυα της ψηφιακής επανάστασης.

Η Βαλκανική, σήμερα, βρίσκεται μπροστά σε ένα νέο δίλημμα: ή θα εισέλθει σε νέα φάση περιδίνησης με άγνωστες συνέπειες ή θα κερδίσει το στοίχημα της σύγκλισης και της ενοποίησης με την ήπειρο στην οποία ανήκει γεωγραφικά και ιστορικά. Στο ίδιο δίλημμα, αλλά με την αξία του ιστορικού παραδείγματος στην περιοχή, βρίσκεται και η Ελλάδα, η οποία, όπως οι περισσότεροι δείκτες της έρευνας μαρτυρούν, αρχίζει να βγαίνει από τη δοκιμασία της δεκαετίας, να ανακάμπτει και να ανακτά την αυτοπεποίθησή της.

Με την έρευνα Balkan Monitor, σαν μικρή συμβολή στις προσπάθειες ανάτασης της χώρας μας στην περιοχή, η Κάπα Research τιμά την 30ετή διαδρομή της.

*Υπεύθυνος Πολιτικών Ερευνών της Κάπα Research.