«Ψήφισαν οι Έλληνες για υποχωρήσεις στα ελληνοτουρκικά»;

Του Σωτήρη Σιδέρη

Προφανής απόπειρα αλλοίωσης του νοήματος της ψήφου των Ελλήνων στις εκλογές της 25ης Ιουνίου βρίσκεται σε εξέλιξη από τον Κυριάκο Μητσοτάκη, με αφορμή όσα εξελίσσονται στις ελληνοτουρκικές σχέσεις. Ο πρωθυπουργός, ουδέποτε έθεσε στην κρίση των ψηφοφόρων το δίλημμα συνομιλίες με υποχωρήσεις,  για να δικαιολογεί σήμερα την αλλαγή των διαδικασιών και του περιεχομένου των συνομιλιών με την Τουρκία. Εννοείται πως μια κυβέρνηση, ακόμη και με οριακή πλειοψηφία,  έχει κάθε δικαίωμα να συνομιλεί και να διαπραγματεύεται με όλα τα κράτη του κόσμου. Άλλο αυτό  που είναι μια γενική αρχή, αποδεκτή από όλους και άλλο πράγμα η επίκληση του εκλογικού αποτελέσματος για να δικαιολογηθεί εκ των προτέρων υποχώρηση από πάγιες θέσεις.

Αν ήθελε ή αν θέλει να έχει  την λαική εντολή για υποχωρήσεις,  ας κάνει δημοψήφισμα. Ταυτόχρονα, ο Ταγίπ Ερντογάν κάθε λίγες ημέρες κάνει και μια αποκάλυψη για το τι συζητήθηκε στο Βίλνιους , δηλώνοντας τώρα ότι εκτός της Θράκης έθεσε στο Μητσοτάκη και το ζήτημα της αποστρατιωτικοποίησης των νησιών. Η  Αθήνα, πάλι με διαρροές και non paper διαψεύδει. Πόσο πειστική είναι μια κυβέρνηση που σύρεται σε διαρκείς παρασκηνιακές διαψεύσεις και με τον πρωθυπουργό να δείχνει πελαγωμένος από την επιθετική διπλωματία του Τούρκου προέδρου;

Ο  Κυριάκος Μητσοτάκης  διατείνεται ότι έχοντας ισχυρή λαική εντολή μπορεί να συζητά με την Τουρκία , απελευθερωμένος από τους τακτικισμούς της προεκλογικής περιόδου, αλλά κυρίως νοιώθει ότι μπορεί να συζητά  ό,τι θέλει και όπως θέλει, δηλαδή είναι απελευθερωμένος και ως προς το περιεχόμενο των συνομιλιών και ως προς τις διαδικασίες. Το ίδιο λίγο πολύ δηλώνει και ο Ερντογάν επικαλούμενος συνεχώς τις ισχυρές κυβερνήσεις σε Αθήνα και Άγκυρα. Ήδη ο Έλληνας πρωθυπουργός έχει κάνει και τα δύο.

Ως προς το περιεχόμενο των συνομιλιών δήλωσε ότι μπορεί να ξεκινήσει με υποχωρήσεις προκαλώντας θύελλα αντιδράσεων , τις οποίες προσπαθεί να κατευνάσει με παρασκηνιακές διαρροές περί κόκκινων γραμμών. Ως προς την διαδικασία πολιτικοποίησε τις συνομιλίες και από άτυπες που ήταν στο πλαίσιο των Διερευνητικών , τις μετέτρεψε σε πολιτικές σε επίπεδο ΥΠΕΞ , αλλά με ουσιαστική υπεύθυνη την υφυπουργό Αλεξάνδρα Παπαδοπούλου.

Χωρίς πυξίδα

Το βασικό επιχείρημα των ισχυρών κυβερνήσεων πάσχει. Για τον Ερντογάν που κυβερνά με τον δικό του τρόπο , δεν είναι ζήτημα. Για τον Έλληνα πρωθυπουργό όμως η επίκληση της εκλογικής νίκης είναι άκρως παραπλανητική, σχεδόν τυχοδιωκτική. Γιατί ο Μητσοτάκης ουδέποτε έθεσε στην κρίση των ψηφοφόρων τη θέση του περί υποχωρήσεων για να αποφανθούν. Αλλά και έτσι να είναι , η ισχυρή κυβέρνηση προκύπτει από τον εκλογικό νόμο και όχι από το λαό, γιατί το 60% των ψηφοφόρων διαφωνούν με τον πρωθυπουργό. Έχουμε νέα πραγματικότητα; μάλλον ναι.
Στο παρασκήνιο οι δύο κυβερνήσεις προετοιμάζονται για την οργάνωση των συνομιλιών με τις ΗΠΑ , την ΕΕ και το ΝΑΤΟ να παρακολουθούν κάθε βήμα . Η Γερμανία εκμεταλλευόμενη πλήρως το νέο σκηνικό, προσπαθεί να επισπεύσει τις συνομιλίες για την αναβάθμιση της Τελωνειακής Ένωσης ΕΕ -Τουρκίας, καθώς αυτή ενισχύει τα γερμανικά οικονομικά συμφέροντα που είναι πολύ ισχυρά στην Τουρκία. Παράλληλα το ΝΑΤΟ, παρά την υπόθεση της ένταξης της Σουηδίας, δείχνει ιδιαίτερα ικανοποιημένο από την επαναπροσέγγιση με την Τουρκία .

Σημειωτέον ότι η μόνη χώρα στο ΝΑΤΟ που είναι σχεδόν ανύπαρκτη, άδεια καρέκλα, είναι η Ελλάδα. Οι σκανδιναβικές χώρες ενισχύουν τη θέση της στη Δύση μέσω της ένταξης στο ΝΑΤΟ , αλλά και την διπλωματική προσέγγιση , ενισχυμένη με τις ΗΠΑ και τις Βρυξελλες. Οι βαλτικές χώρες και η Πολωνία κυριολεκτικά σέρνουν το χορό και στην ΕΕ και στο ΝΑΤΟ, ενώ οι μεγαλύτερες χώρες, η Γερμανία, η Γαλλά, η Ισπανία και η Ιταλία συνομιλούν απευθείας με τις ΗΠΑ και συντονίζονται με την παγκόσμια στρατηγική της Ουάσιγκτον. Η μόνη χώρα που είναι εντελώς άφαντη είναι η Ελλάδα. Η όποια αναφορά ή κινητικότητα εμφανίζεται , αφορά κυρίως πρωτοβουλίες άλλων χωρών, της Ουάσιγκτον ή των Βρυξελλών και του Βερολίνου και η Αθήνα αμήχανη προσέρχεται.

Η μεγαλύτερη ίσως και πλέον ταπεινωτική στάση αφορά τρία ζητήματα: πρώτο η σιωπηλή και άνευ όρων αποδοχή των νέων επιχειρησιακών χαρτών της Συμμαχίας που αποκαλούν “τουρκικά στενά” τα Δαρδανέλια, το Βόσπορο και τον Μαρμαρά . Δεύτερη ότι η Κυπριακή Δημοκρατία αποκαλείται με συντεταγμένες εξευτελιστικά εν μέσω πανεθνικής σιωπής , Αθήνας και Λευκωσίας. Τρίτο η διασύνδεση που απαίτησε και πέτυχε ο Ερντογάν μεταξύ των σχέσεων ΕΕ -Τουρκίας με τις σχέσεις ΝΑΤΟ -Τουρκίας, κάτι πρωτοφανές και για τους δύο οργανισμούς.

Ενόψει των συνομιλιών ο Τούρκος πρόεδρος , σταθερός στην τακτική του αποκαλύπτει κάθε λίγο και νέα ζητήματα που συζητήθηκαν στο Βίλνιους, ενώ η Αθήνα σιωπά και αναγκάζεται να διαψεύδει , καθόλου πειστικά. Το πιο πιθανό είναι ότι ο Ερντογάν αράδιασε την ατζέντα του, δεν σημαίνει ότι βρήκε κατανόηση από την Αθήνα, αλλά στην συνέχεια τα παρουσιάζει σχεδόν ως κεκτημένα του διαλόγου και εκεί η ελληνική κυβέρνηση εμφανίζεται ζαλισμένη. Ήρθε και η γνωστή δήλωση του πρωθυπουργού για τις υποχωρήσεις και ο προβληματισμός έγινε ανησυχία.

Το μόνο βέβαιο είναι ότι βρισκόμαστε στην αρχή. Και ενός νέου κύκλου στις ελληνοτουρκικές σχέσεις και στην δεύτερη θητεία της κυβέρνησης Μητσοτάκη. Ως προς το δεύτερο ήδη οι παραφωνίες είναι μεγάλες και προκαλούν αναστάτωση.

Το καλύτερο που έχει να κάνει η κυβέρνηση και ο προπαγανδιστικός μηχανισμός της είναι να σταματήσουν άμεσα να εμπλέκουν την λαική εντολή με τις υποχωρήσεις. Γιατί ούτε τέτοια εντολή πήρε ούτε θα πάρει. Τα υπόλοιπα , επί του πεδίου που λένε και οι στρατηγοί με τον υπουργό τους Νίκο Δένδια να είνα άφωνος….

ΑΠΟ ΤΟ MILITAIRE.GR