Όταν ένας Πρωθυπουργός εμπαίζει την Δημοκρατία, το Σύνταγμα απειλεί την εθνική ασφάλεια και οι εκλογές την πολιτική σταθερότητα

Του Νίκου Λακόπουλου

Mε την αξιωματική αντιπολίτευση να προαναγγέλει σύσταση προανακριτικής επιτροπής μετά τις εκλογές η κυβέρνηση ξαναφέρει στη συζήτηση την αλλαγή του εκλογικού νόμου με στόχο να ξανακερδίσει τις εκλογές με μεγαλύτερο μπόνους -δηλαδή με πολιτική ληστεία.

Αν αυτό συμβεί ή συγκυβερνήσει με τον Βελόπουλο και βουλευτές του ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ το μεγαλύτερο σκάνδαλο της μεταπολίτευσης θα κλείσει σε μια Εξεταστική Επιτροπή που την πλειοψηφία ελέγχει η κυβέρνηση και οι ένοχοι όχι μόνο θα μείνουν ατιμώρητοι, αλλά θα μπορούν να νομοθετούν για να καταργήσουν με τροπολογίες ακόμα περισσότερο το Σύνταγμα -που εν προκειμένω φαίνεται να απειλεί την εθνική ασφάλεια.

Μετά την συνεδρίαση της Επιτροπής Θεσμών και Διαφάνειας την προηγούμενη εβδομάδα -όπου αυτή στην ουσία καταργήθηκε σε ό,τι αφορά το δικαίωμα για έλεγχο, κανένας δεν είναι αισιόδοξος ότι η Εξεταστική Επιτροπή της Βουλής που συγκροτήθηκε για τις παρακολουθήσεις και θα φέρει κάποιο αποτέλεσμα.

Προφανώς ο Πρωθυπουργός δεν θα παραστεί, η κυβερνητική πλειοψηφία δεν θα καλέσει όλους τους απαραίτητους μάρτυρες και όσοι πάνε θα επικαλεστούν ένα απόρηττο που όχι μόνο δεν ισχύει για την κοινοβουλευτική επιτροπή, αλλά η επίκλησή του είναι παράνομη και όσοι το επικαλούνται διαπράττουν το αδίκημα της ψευδούς κατάθεσης.

Ο Κυριάκος Μητσοτάκης, υπεύθυνος για την ΕΥΠ με πολιτικές και ποινικές ευθύνες αντί να τις αναλάβει τις μετέθεσε σε άλλους που επιχειρούν να τις αποκρύψουν με το απόρρητο σα να είναι δικαίωμά τους. Ο επικεφαλής της Ανεξάρτητης Αρχής Διασφάλισης του Απορρήτου των Επικοινωνιών θα δηλώσει πως κανένας δεν μπορεί να επικαλεστεί την αρχή του απορρήτου έναντι της Επιτροπής Θεσμών και Διαφάνειας.

Υπάρχουν δύο άρθρα στον κανονισμό της Βουλής, το 146 και 147 που ορίζουν ρητά ότι όταν καλούνται κρατικοί λειτουργοί και εξετάζονται ως μάρτυρες  δεν μπορούν να οχυρωθούν πίσω από το απόρρητο και να μην παράσχουν πληροφορία διότι τότε τελούν το αδίκημα του άρθρου 224 του ποινικού κώδικα. Δηλαδή ο νόμος λέει ρητά ότι αν αρνηθούν πληροφορία, ότι τελούν το αδίκημα της ψευδούς κατάθεσης.

Όταν ένας Πρωθυπουργός εμπαίζει την Δημοκρατία

Υπάρχει όμως και μια υποψία πως έχουν ήδη καταστραφούν αρχεία στην ΕΥΠ με σκοπό να κρύψουν το ότι η υπόθεση Ανδρουλάκη και Κουκάκη που αποκαλύφθηκαν είναι δύο μόνο περιπτώσεις στις παρακολουθήσεις πολιτικών, δημοσιογράφων και πολιτών.

Όταν ο Γεραπετρίτης κάλεσε τον Ανδρουλάκη για ενημέρωση δεν μπορούσε να γνωρίζει το περιεχόμενο ενός φακέλου που πιθανόν να καταστράφηκε και κυβέρνηση τον εμπαίζει -ρίχνοντας μάλιστα και ευθύνες γιατί δεν πάει να ενημερωθεί όταν «νομίμως» κανείς δεν μπορεί να τον ενημερώσει.

Με ένα νέο του άρθρο ο ΕΥ. Βενιζέλος υποστηρίζει πως η θεωρία της Κυβέρνησης είναι πώς η παρακολούθηση ήταν «τυπικά επαρκής», δηλαδή «νομότυπη» αφού είχε εγκριθεί από εισαγγελικό λειτουργό, αλλά είναι μια πράξη “που συνιστά περιορισμό θεμελιώδους δικαιώματος και η οποία είναι αναιτιολόγητη, εσφαλμένη και πολιτικά απαράδεκτη, είναι μια πράξη που παραβιάζει την αρχή της αναλογικότητας, είναι δηλαδή μια πράξη παράνομη”.

Ωστόσο -όπως παρατηρεί- “σε ποιο δικαστήριο προβλέπεται να προσφύγει ο Ν. Ανδρουλάκης; Πώς θα προσέφευγε αν δεν αποκαλυπτόταν εκ των υστέρων και μέσω ΑΔΑΕ η βαριά προσβολή των θεμελιωδών δικαιωμάτων του; Δεν προβλέπεται κάποιο ειδικό ένδικο βοήθημα ούτε ένδικα μέσα που πρέπει να εξαντληθούν! Ευτυχώς υπάρχει το ΕΔΔΑ στο Στρασβούργο. Ευτυχώς υπάρχουν γενικού χαρακτήρα ένδικα βοηθήματα”.

Mετά το σκ΄άνδαλο των υποκλοπών το σκάνδαλο συγκάλυψης οδηγεί σε πολιτική κρίση που αφορά την ίδια την λειτουργία του πολιτεύματος. Ο Πρωθυπουργός έχει ήδη συγκεντρώσει στον έλεγχό του εξουσίες για την ΕΥΠ, την ΕΡΤ και το ΑΠΕ, υποβάθμισε ανεξάρτητες αρχές, μετέτρεψε την κυβέρνηση σε ομάδα εργασίας, ελέγχει τα μέσα ενημέρωσης και την Δικαιοσύνη και μετέτρεψε τον θεσμό του Προέδρου της Δημοκρατίας σε βοηθό τη κυβέρνησης.

Η Δικαιοσύνη και η Πρόεδρος της Δημοκρατίας

Με ένα άρθρο του ο Αντώνης Ρουπακιώτης αναφέρει πως “η Π.τ.Δ. αναφέρθηκε στην υπόθεση των υποκλοπών με τρόπο, που υποβοηθούσε την κυβερνητική θέση, αρκούμενη να αναφέρει μόνο τα σχετικά άρθρα του Συντάγματος. Το ζήτημα όμως δεν βρίσκεται στην υπενθύμιση των άρθρων, αλλά στην απαρέγκλιτη τήρησή τους, για την οποία έχει δυνατότητες – και όλοι το αντιλαμβάνονται – όσο και χρέος η Π.τ.Δ. να παρέμβει, χωρίς βέβαια να απαιτεί κανείς να υπεισέρχεται σε κυβερνητικές αρμοδιότητες».

Η κυβερνητική λειτουργία δεν μπορεί να είναι πάνω από το κράτος δικαίου κι όπως επισήμανε ο τ. ΠτΔ Προκόπης Παυλόπουλος «κάθε φορά που η Κυβέρνηση ασκεί τις αρμοδιότητές της, συλλογικώς ή κατά την  δραστηριοποίηση των επιμέρους μελών της, παραβιάζοντας τις επιταγές του Κράτους Δικαίου και της Αρχής της Νομιμότητας,  κατ’ ουσία και κατ’ αποτέλεσμα παραβιάζει και τους όρους, υπό τους οποίους της έχει παραχωρηθεί η εμπιστοσύνη της Βουλής».

Η κυβέρνηση απαντά με δημοσκοπήσεις, παροχές και πρόκληση προς την αντιπολίτευση να καταθέσει πρόταση δυσπιστίας. Η Δικαιοσύνη γίνεται υπόθεση πολιτικών συσχετισμών. Και ένας πρωθυπουργός μπορεί να παραβιάζει το Σύνταγμα και να μην τιμωρείται με την προϋπόθεση ότι έχει την πλειοψηφία σε μια Βουλή που έχει καταργήσει τον ρόλο της.

Η κατάργηση της δημοκρατίας με νυχτερινές τροπολογίες

Αν η νέα Βουλή ελέγχεται κατά πλειοψηφία από ένα νέο κυβερνητικό σχηματισμό υπό τον Μητσοτάκη ο σημερινός πρωθυπουργός θα πρέπει να καυχιέται πως κατήργησε την ελληνική δημοκρατία με νυχτερινές τροπολογίες και απόρρητες πρωθυπουργικές αποφάσεις.

Κι αν κάτι δεν πάει καλά με την δημιουργία ενός προσωπικού καθεστώτος -όπου οι παρακολουθήσεις και η λειτουργία παρακρατικής μυστικής υπηρεσίας μέσα στην Εθνικ΄ή Υπηρεσία Πληροφοριών είναι η μια πτυχή- ο καίσαρας- πρωθυπουργός θα το διορθώσει με ένα νόμο ή αγνοώντας τον νόμο.

Η κυβέρνηση μπορεί να κάνει παρακολουθήσεις, αρκεί να κάνει παροχές -με τα χρήματα των πολιτών που χρησιμοποιούνται για την χειραγώγηση της κοινής γνώμης. Οι πολίτες δεν ασχολούνται με τις υποκλοπές και οι προσφυγή στις εκ΄λογές είναι απειλή… για την σταθερότητα.

Έτσι κι αλλιώς όμως για τον Κυριάκο Μητσοτάκη η δημοκρατία -και οι απεργίες, οι διαδηλώσεις, τα ατομικά και συνδικαλιστικά δικαιώματα- ήταν εμπόδιο για την ανάπτυξη -που απαιτεί μια ισχυρή κυβ΄έρνηση -δηλαδή έναν ισχυρό πρωθυπουργό -πάνω από νόμους και το Σύνταγμα.

Έναν πρωθυπουργό που μπορεί να διορίζει εξ απορρήτων τον ανηψιό του, να τον αναγκάζει να παραιτηθεί στη θέση του και να τον απαλάσσει τελικά από τις ευθύνες του, αφού ελέγχει την Δικαιοσύνη. Όπως ΄΄άλλοτε έκανε ο βασιλιάς με τον… κηπουρό του.