Όταν η ιδεοληψία γίνεται εθνική καμπάνια

Του Τάκη Ψαρίδη

Ας αφήσουμε τα 32 εκατομμύρια, με ποιον τρόπο δόθηκαν και πού δόθηκαν. Ο δημιουργός της καμπάνιας Θανάσης Παπαθανασίου με το γνωστό θρασύτατο υφάκι «ας τελειώνουμε», αποπειράθηκε να δικαιολογήσει τα αδικαιολόγητα κάνοντας τους απανταχού στον κόσμο σοβαρούς διαφημιστές να κρατάνε την κοιλιά τους από τα γέλια.

Παραδέχεται ότι το «Summer state of mind» είναι πολυφορεμένο ακόμα και από μια εταιρεία καλλυντικών και δικαιολογείται ότι το χρησιμοποίησαν για να «καθιερώσουμε την έκφραση “Greek Summer” σαν την ανώτερη, την πιο ξεχωριστή μορφή διακοπών στη Μεσόγειο και να βρεθούμε έτσι ένα ποιοτικό σκαλί πάνω από τους ανταγωνιστές μας. Να το κάνουμε brand δηλαδή».

Και εδώ οι σοβαροί διαφημιστές γελάνε γιατί ξέρουν ότι δεν γίνεται brand μια εταιρεία με το ίδιο σκεπτικό που έχει χρησιμοποιήσει για να γίνει brand μια άλλη εταιρεία και μάλιστα όχι μόνο μία αλλά πολλές, καθώς και προσφάτως μια εταιρεία καλλυντικών. Ακόμα και ένας μαθητευόμενος διαφημιστής γνωρίζει ότι το brand χρειάζεται μια μοναδική πρόταση πωλήσεως, ένα unique sales proposal όπως λέμε στην επικοινωνία και χωρίς αυτήν την μοναδικότητα δεν γίνεται brand.

Στην κατακλείδα της θρασυτάτης απάντησης του ο κος Παπαθανασίου πετάει και έναν Καμύ για να μας δείξει ότι τον ξέρει και δεν νομίζει πώς είναι ποταμός της Γαλλίας. Το 1959, ο Αλμπέρ Καμύ γοητευμένος από το καλοκαίρι της Λέσβου έγραφε: «βαθιά στην καρδιά του χειμώνα ανακάλυψα μέσα μου ένα ανίκητο καλοκαίρι.».

Αντί δηλαδή ο κος Παπαθανασίου να αρπάξει το «ανίκητο καλοκαίρι» του Καμύ, δηλαδή το ανίκητο ελληνικό καλοκαίρι από τον κορωνοϊό, αλλά και το συναίσθημα που εκπέμπει το ελληνικό καλοκαίρι που αποτελεί μια μοναδικότητα, για να κάνει το περιβόητο brand, αυτός άρπαξε χωρίς ντροπή το πολυφορεμένο «state of mind».

Βεβαίως η αντιγραφή αυτή δεν είναι τυχαία. Εδώ έχουμε να κάνουμε με την προβολή μιας ολόκληρης χώρας και δεν είναι περίεργο που το σκεπτικό της καμπάνιας ταυτίζεται με την προβολή των προϊόντων της αγοράς. Η νεοφιλελεύθερη ιδεοληψία ταυτίζεται με την αγορά. Ο νεοφιλελεύθερος πολιτικός λόγος ταυτίζεται με τον διαφημιστικό λόγο. Ακόμα και η προβολή μιας χώρας που αποτελεί εθνική υπόθεση, θεωρείται φυσικό να ταυτίζεται με τον διαφημιστικό λόγο μιας εταιρείας καλλυντικών.

Έχουμε να κάνουμε με μια εξουσία που κυβερνά καθαρά επικοινωνιακά ελέγχοντας το σύνολο των μίντια της χώρας και με έναν πρωθυπουργό που οι επικοινωνιολόγοι διαμορφώνουν και την παραμικρή του απόφαση. Η νεοφιλελεύθερη ιδεοληψία αντιμετωπίζει την χώρα σαν μια ιδιωτική εταιρεία, την κυβέρνηση σαν το ΔΣ της εταιρείας και τον πρωθυπουργό ως τον CIO της εταιρείας, όμως με μία μεγάλη διαφορά. Δεν αντιμετωπίζουν και τους πολίτες ως μετόχους της εταιρείας, διότι τότε θα έπρεπε να τους φροντίζουν περισσότερο και να μοιράζονται και κάποια κέρδη. Από την άποψη αυτή η νεοφιλελεύθερη ιδεοληψία είναι όχι μόνο θρασυτάτη, αλλά και βαθύτατα ανέντιμη.-