Όχι, η Βενεζουέλα δεν αποδεικνύει τίποτα για τον σοσιαλισμό

Του Francisco Toro (*) 


Η Βενεζουέλα έχει την τιμητική της στα αμερικανικά συντηρητικά μέσα ενημέρωσης. Η καταστροφική κατάρρευση της χώρας, μας λένε, δείχνει τους τρομακτικούς κινδύνους του σοσιαλισμού.

Έχω περάσει δύο δεκαετίες γράφοντας για τη σήψη της δημοκρατίας, της οικονομίας και της κοινωνίας της Βενεζουέλας. Θα έλεγε λοιπόν κανείς ότι με ενθουσιάζουν όλα όσα λέγονται και γράφονται. Αντιθέτως, με απωθούν. Είναι πολύ ενοχλητικό να βλέπεις να εκμεταλλεύονται το μαρτύριο της χώρας σου για μικροκομματικούς σκοπούς.

Είναι ενοχλητικό γιατί δείχνει τεμπελιά. Είναι όμως κυρίως ενοχλητικό γιατί είναι λάθος.

Από τις αρχές του αιώνα, κάθε μεγάλη χώρα της Νότιας Αμερικής εκτός από την Κολομβία έχει εκλέξει κάποια στιγμή έναν σοσιαλιστή πρόεδρο. Σοσιαλιστές έχουν αναλάβει την εξουσία στη μεγαλύτερη οικονομία της Νότιας Αμερικής (τη Βραζιλία), στη φτωχότερη οικονομία της (τη Βολιβία) και στην πιο καπιταλιστική της (τη Χιλή). Σοσιαλιστές έχουν ηγηθεί της πιο σταθερής χώρας της Νότιας Αμερικής (της Ουρουγουάης) και της πιο ασταθούς (Ισημερινός). Η Αργεντινή και το Περού εξέλεξαν αριστερούς που μπορεί να μην ήθελαν να λέγονται σοσιαλιστές, αλλά έτσι κυβερνούσαν.

Κατά μυστηριώδη τρόπο, η αυτόματη σύνδεση μεταξύ σοσιαλισμού και Αποκάλυψης δεν επιβεβαιώνεται. Πολλές από αυτές τις χώρες όχι μόνο δεν κατέρρευσαν επί σοσιαλισμού, αλλά αντιθέτως ευδοκίμησαν.

Ας πάρουμε το Περού. Όταν ο Ολάντα Ουμάλα, που θεωρούνταν ένας από τους πιο σκληροπυρηνικούς αριστερούς της περιοχής, ανέλαβε την εξουσία το 2011, το 28% των κατοίκων ήταν φτωχοί. Ο Ουμάλα κυβέρνησε με αριστερές αρχές, έχοντας το βλέμμα του όμως και στην οικονομική ανάπτυξη. Όταν παρέδωσε την εξουσία το 2016 (ειρηνικά, και σε δεξιό αντίπαλο), οι φτωχοί είχαν μειωθεί στο 21%.

Μερικοί υποστηρίζουν ότι η καταστροφή απετράπη επειδή ο Ουμάλα ήταν σχετικά μετριοπαθής. Ας πάρουμε όμως τη Βολιβία, όπου ένας σκληροπυρηνικός σοσιαλιστής, ο Εβο Μοράλες, κυβερνά από το 2006. Πρόκειται για έναν πραγματικό εξτρεμιστή, που εθνικοποίησε την πιο παραγωγική βιομηχανία της χώρας του, για έναν αυταρχικό ηγέτη που έχει κάνει πολύ κακό στη δημοκρατία. Είναι αναμφισβήτητο όμως ότι έχει χειριστεί τα οικονομικά με σώφρονα τρόπο και έχει πετύχει σημαντικά πράγματα. Σύμφωνα με την Παγκόσμια Τράπεζα, η φτώχεια στη Βολιβία του Μοράλες έχει μειωθεί κατά το ένα τρίτο και τίποτα στη χώρα δεν θυμίζει το χάος της Βενεζουέλας.

Αυτό δεν σημαίνει ότι πρέπει να υιοθετήσουμε τον νοτιοαμερικάνικο σοσιαλισμό. Στη Βραζιλία, η διαφθορά επί των σοσιαλιστών ήταν τόσο μεγάλη, που αποσταθεροποίησε όχι μόνο τη χώρα, αλλά και τη γειτονική Αργεντινή. Στην Αργεντινή, οι σοσιαλιστές που δεν ήθελαν να λέγονται σοσιαλιστές κυβέρνησαν τόσο άσχημα, ώστε κόντεψαν να οδηγήσουν τη χώρα σε κατάρρευση. Στον Ισημερινό, ο αυταρχισμός του σοσιαλιστή προέδρου καταρράκωσε τη δημοκρατία.

Δεν θα ψήφιζα κανέναν από αυτούς τους ανθρώπους. Όταν έρχεται όμως η ώρα της αξιολόγησής τους, το αποτέλεσμα είναι ανάμικτο: αλλού επιτυχίες, αλλού αποτυχίες, και πουθενά ένας κατακλυσμός – με εξαίρεση τη Βενεζουέλα. Η καταστροφή εδώ, όμως, ήταν προϊόν πολλών παραγόντων, μεταξύ των οποίων και ο σοσιαλισμός. Γιατί το πιο τοξικό στην περίπτωση αυτή είναι η κατάρρευση της δημοκρατίας. Οι Βενεζουελάνοι δεν μπορούν να διώξουν μια φρικτή κυβέρνηση και γι’ αυτό φεύγουν μαζικά από τη χώρα. Στην υπόλοιπη περιοχή, η δημοκρατία άντεξε, κι έτσι όποιοι σοσιαλιστές απέτυχαν έχασαν την εξουσία.

Όταν οι αμερικανοί συντηρητικοί μιλούν για τη «Βενεζουέλα», δεν εννοούν τη χώρα στην οποία μεγάλωσα. Χρησιμοποιούν τη λέξη ως φραστική βόμβα που την πετούν στο αντίπαλο στρατόπεδο. Ο στόχος τους δεν είναι να φωτίσουν, αλλά να δυσφημίσουν την Αριστερά.

Ας μην έχουμε ψευδαισθήσεις. Αυτό που αποδεικνύει η Βενεζουέλα είναι ότι όταν αναλαμβάνουν την εξουσία τα χειρότερα, τα πιο ανίκανα, εγκληματικά και αυταρχικά στοιχεία της κοινωνίας, ο σοσιαλισμός έχει πραγματικά ολέθριες συνέπειες. Αλλά το ίδιο δεν συμβαίνει με κάθε ιδεολογία;

(*) Ο Φρανσίσκο Τόρο είναι βενεζουελάνος δημοσιογράφος, πολιτικός επιστήμονας και μπλόγκερ

(Πηγή: The Washington Post- ΑΠΕ ΜΠΕ)