Όχι στην τρέλα. Ναι στη διασφάλιση της επόμενης μέρας.

Του Γ. Λακόπουλου

Να ξεκινήσουμε με μια αλήθεια: από τον κορωνοϊό θα πεθάνουν πολλοί. Επειδή δεν υπάρχει φάρμακο.

Αλλά να ξέρουμε τι λέμε: με αυτονόητη την οδύνη για όσους χαθούν, θα είναι ένα μικρό  ποσοστό του πληθυσμού. 

 Και άλλες φορές συνέβη. Κάθε καταστροφή που υπερβαίνει τις ανθρώπινες δυνατότητες έχει θύματα.

 Τις πραγματικές διαστάσεις του προβλήματος θα τις δούμε αφού πρώτα βρεθεί το φάρμακο. Γι’ αυτό ας μείνουμε ψύχραιμοι. Δεν είμαστε ολοι μελλοθάνατοι.

Τα ζητούμενα αυτή  τη στιγμή είναι δυο:

 Πρώτο: να πληγούν όσο το δυνατόν λιγότεροι και να σωθούν όσο το δυνατόν περισσότεροι.

 Δεύτερο: να μην μετατραπεί η προσπάθεια για το πρώτο σε θερμοκήπιο καταστροφής των πάντων στην επόμενη φάση.

 Δεν είναι ώρα να αναζητήσουμε τις αιτίες δημιουργίας του ιού που έπιασε στον ύπνο την επιστήμη, παρά τα άλματα των τελευταίων δεκαετιών.

 Θα δούμε μετά τι πήγε στραβά στην οικονομία, την κοινωνική οργάνωση, τη χρήση των πόρων της φύσης, την ηθική διάσταση της ανθρώπινης δράσης.

Ομοίως δεν είναι η στιγμή για να αξιολογήσουμε πώς διαχειρίστηκε  το πρόβλημα η πολιτική τάξη και το κράτος. Αλλά και τα ΜΜΕ.

Τέλος, όταν τεθεί υπό έλεγχο ο κίνδυνος, θα μιλήσουμε με ανοιχτά χαρτιά για όσους προσπάθησαν να επωφεληθούν προσωπικά, οικονομικά και πολιτικά -και συνεχίζουν.

Ο «δικός» μας θάνατος

Όσο και αν φαίνεται παράδοξο, εκ των υστέρων θα υποχρεωθούμε επίσης να δούμε πρόσωπο με πρόσωπο την δυτική κουλτούρα για την ανθρώπινη  ζωή.

Να σκεφθούμε γιατί όσο πέθαιναν σαν μύγες εκατομμύρια άνθρωποι στον πλανήτη δεν ίδρωναν τα δυτικά αυτιά. Αλλά τώρα που προβλέπεται να πεθάνουν συνολικά στη Δύση όσοι χάνονται κάθε μήνα στην Αφρική για παράδειγμα, υπάρχει συναγερμός.

Ο «δικός» μας θάνατος, είναι σπουδαιότερος από όσους χάνονται άκλαυτοι  στον Τρίτο Κόσμο, αλλά και στο περιθώριο των δυτικών κοινωνιών. Χάνονται επειδή στερούνται όσα η επιστήμη και η οικονομία θα  μπορούσε να τους προσφέρει, αν κάποιοι δεν τα είχαν συνδέσει αποκλειστικά με το κέρδος.

Αυτά μένουν για μετά. Τώρα υπάρχει η καθολική υποχρέωση και συμβολή στον περιορισμό των συνεπειών από την εξάπλωση του ιού.

Αλλά αυτή η υποχρέωση  εκτείνεται και πέρα από την τεχνική εφαρμογή των- αναγκαστικών άλλωστε- περιορισμών που επιβάλλουν οι κυβερνήσεις, οι επιστήμονες, η αυτοπροστασία και η κοινή λογική.

Υπάρχουν δυο κίνδυνοιη αντιμετώπιση των οποίων περιέργως δεν έχει συμπεριληφθεί στις οδηγίες  που διακινούνται από τους αρμοδίους.

Μακριά από τη παραφροσύνη

Ο ένας είναι ο κίνδυνος της τρέλας. Του παραλογισμού στην ηπιότερη μορφής της. Να πιστέψουμε ότι ανά πάσα στιγμή μπορεί να τελειώσει η ζωή μας. Να βιώσουμε τον περιορισμό ως έγκλειστοι και να σαλτάρουμε.

 Ατομικά και συλλογικά οι άνθρωποι βρίσκονται μπροστά σε διλήμματα,  υποχρεώσεις και συνθήκες ζωής που δεν είχαν διανοηθεί ότι θα αντιμετωπίσουν ποτέ.

Γι’ αυτό δεν είχαν καμία προετοιμασία.

Πολλοί μάλιστα πίστευαν -και το δείχνουν ακόμη -ότι η οικονομική τους δυνατότητα επαρκεί για να τα βγάλουν πέρα, προμηθευόμενοι- και πάλι- περισσότερα από όσα χρειάζονται.  

Αναγορεύουν την ατομική τους προφύλαξη σε απόλυτο γενικό κανόνα-  σε βαθμό που δεν δικαιολογείται στατιστικά.

Υπό την πίεση των περιορισμών, όλο και περισσότεροι μένουν εκτεθειμένοι στον κίνδυνο του παράλογου και της τρέλας.

Πολλοί εμφανίζουν στοιχεία εχθρικής συμπεριφοράς,  φοβικές αντιδράσεις, τρόμο θανάτου, απροθυμία  αλληλεγγύης,  ψυχολογική αποσταθεροποίηση, τάση για απόκοσμες λειτουργίες. 

Η κατάθλιψη φορτσάρει.

Πολλοί αντιμετωπίζουν τον προληπτικό εγκλεισμό τους σαν το τέλος του κόσμου. Με  προσφυγή στο «ο σώζων εαυτόν σωθήτω».

 Αυτό απέχει μια ανάσα από την παραφροσύνη. Και είναι το πρώτο που πρέπει να αποτραπεί.

Η μαζική υστερία, η συλλογική τρέλα, η τυφλή απελπισία παράγουν  δυσμενή, και ενίοτε ανήθικα, αποτελέσματα. 

Μένουμε στο σπίτι. Με όσο το δυνατόν  λιγότερη τηλεόραση.  Χωρίς το ποντίκι  του υπολογιστή στο χέρι, διαρκώς. Και το γλεντάμε όσο  μπορούμε. Δεν χάλασε ο κόσμος.

Διαχείριση κινδύνου κάνουμε. Με σωφροσύνη και ψυχραιμία. Δεν περιμένουμε το θάνατο να μας χτυπήσει τη πόρτα. Αλλιώς θα είχαμε εγκατασταθεί έξω από τα νεκροταφεία.

 Το αύριο είναι τώρα

Ο δεύτερος κίνδυνος είναι η μετατροπή της καταστροφής σε αυτοεκπληρούμενη προφητεία.   

Δηλαδή η δημιουργία προϋποθέσεων που, μόλις λήξει ο συναγερμός για τον ιό, θα κοστίσουν απείρως περισσότερο από τον ιό. 

Αυτόν τον κίνδυνο η πολιτική εξουσία, με τη συνδρομή τον ΜΜΕ τον διευρύνει. Γιατί δεν έχει το σθένος να πει την αλήθεια.

Αυτό που πρέπει να ΜΗΝ συμβεί είναι να οδηγήσουμε- με την υπερβολή, τις φοβίες και τον ατομισμό,- την οικονομία σε κατάσταση να μην μπορεί να καλύψει, μετά την κρίση, στοιχειώδεις ανάγκες των ανθρώπων.

Με κατεστραμμένη οικονομία στον τομέα της υγείας πχ , δεν θα υπάρχει περίθαλψη ούτε για ένα κρυολόγημα.

Αν ο πανικός για τον θάνατο των «λίγων» απομακρύνει την μέριμνα για την επόμενη μέρα, θα επακολουθήσει το δράμα των πάντων.

 Με πολύ περισσότερους θανάτους . Από αιτίες που σήμερα αντιμετωπίζονται με μια επίσκεψη στο φαρμακείο.

Ας μην μεγαλώσουμε το κόστος της κρισης καταφεύγοντας σε γενικεύσεις που μπορούμε να αποφύγουμε.

Στις οδηγίες και τις υποδείξεις των αρμοδίων, πρέπει να συμπεριληφθεί ειδικό κεφάλαιο για την προστασία της οικονομίας. 

Πολλοι μπορούν να παράγουν ακόμη και από το σπίτι. Αλλά όχι με την αβασάνιστη θεωρία της «τηλεργασίας» ,θα “ρίξει” τα  συστήματα και θα επιδεινώσει τα πράγματα. Με φυσική παρουσία..

Υπάρχουν τομείς στους οποίους με τις όποιες προφυλάξεις, μπορεί να κρατηθεί ζωντανή η παραγωγική δραστηριότητα. Κάποιες δράσεις μπορούν να συνεχιστούν- απο οσους ανήκουν σε ομάδες χαμηλου κινδύνου..

Πολλές επιχειρήσεις οφείλουν να αναλάβουν μέρος του κόστους της κρίσης συνεχίζοντας τη λειτουργίας τους με λιγότερο προσωπικό..

Υπάρχει ρίσκο για τον καθένα. Αλλά πότε θα αναληφθεί αν όχι αυτή τη φορά;

Κάποιος αρμόδιος πρέπει να εξηγήσει γιατί δεν πρέπει να χαθούν τα πάντα, στην προσπάθεια να διασωθούν όσα είναι καταδικασμένα.

Το ξέρει σε κάθε πόλεμο ο στρατηγός που στέλνει τους στρατιώτες του να πεθάνουν για να σωθούν όλοι οι υπόλοιποι.