El Pais: Η επιτυχία του Μπολσονάρο και το παγκόσμιο σύστημα της ακροδεξιάς

Η ασυγκράτητη εκλογική άνοδος του παγκόσμιου ακροδεξιού λαϊκισμού πρόκειται να εντάξει έναν νέο εταίρο στην πορεία προς την ηγεμονία. Η καθαρή νίκη του Ζαΐχ Μπολσονάρου στον πρώτο γύρο της Βραζιλίας εκλογών, με 46% των ψήφων έναντι 29,2% του αριστερού Φερνάντου Αντάτζι, εξαναγκάζει τις πολιτικές δυνάμεις της χώρας να κάνουν μια απρόσμενη στροφή στις επόμενες τρεις εβδομάδες προκειμένου να αποτρέψουν την πιθανότητα η μεγαλύτερη χώρα στη Λατινική Αμερική, κι η πέμπτη πιο πολυπληθής στον κόσμο, να κυβερνηθεί από έναν αυταρχικό και οπισθοδρομικό πολιτικό. Μία επιπλέον περιδίνιση στην ορμητική σπείρα των ακροδεξιών κινημάτων, που φαίνεται να μην έχει συγκρατημό και που, ενώ αυτά διατηρούν τις χαρακτηριστικές ιδιαιτερότητές τους σ’ εκάστοτε χώρα, συμμερίζονται ωστόσο πολλές ομοιότητες μεταξύ τους.

Η ιστορία του Μπολσονάρου είναι η ιστορία της νίκης του Ντόναλντ Τραμπ και του Brexit. Είναι η ιστορία της απόρριψης της ειρηνευτικής διαδικασίας στην Κολομβία και του θριάμβου στην Ιταλία του ακροδεξιού Ματέο Σαλβίνι και του λαϊκιστικού Κινήματος των 5 Αστέρων. Της παγίωσης της δύναμης της Μαρίν Λεπέν. Είναι η ιστορία του ότι τα συναισθήματα, ειδικά ο φόβος και το μίσος, συνεγείρουν τα πλήθη περισσότερο από οποιοδήποτε πολιτικό πρόγραμμα.

Είναι το συναίσθημα της εκτεταμένης κόπωσης από τα έργα και τις ημέρες της ιθύνουσας τάξης, που στην περίπτωση της Ευρώπης θεωρείται υπεύθυνη για την οικονομική κρίση και την επιδείνωση της ποιότητας ζωής σε ευρείς κοινωνικούς τομείς. Ενώ στην περίπτωση της Λατινικής Αμερικής, η ίδια ηγεμονική τάξη κατηγορείται για τη διάβρωση των θεσμών, από τους οποίους επωφελείται για να εμπεδώσει τη διαφθορά. Η αγανάκτηση του κόσμου φθάνει δε έως του σημείου που και μόνον η απλή υπόσχεση ότι πρόκειται να πολεμήσουν αυτό το σύστημα βαραίνει περισσότερο από το πρόσωπο που θα το πράξει, εάν δηλ. αυτό είναι ένας υποστηρικτής της στρατιωτικής δικτατορίας, είναι σεξιστής, ρατσιστής και ομοφοβικός.

Αναμφισβήτητα, η άμεμπτη στρατηγική που ακολούθησε ο ακροδεξιός Βραζιλιάνος υποψήφιος μοιάζει με εκείνη που ακολούθησαν οι προκάτοχοί του στις προηγούμενες περιπτώσεις: η χρήση μίας χονδροειδούς και τραχειάς γλώσσας, δίχως να υπολογίζονται οι συνέπειες, οι συνεχείς επικρίσεις στα παραδοσιακά μέσα ενημέρωσης, ενώ ταυτόχρονα ιδρύονται ‘δικά μας’ μέσα, ενώ ταυτόχρονα χρησιμοποιούναι άριστα όλες οι δυνατότητες που προσφέρουν τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης για να επιτευχθούν οι σκοποί τους. Και παράλληλα σε όλες τις περιπτώσεις, υπάρχει διάχυτη μια ισχυρή εθνικιστική συνιστώσα και μια προσωπολατρία, που ξεπερνά κατά πολύ αυτή των αντιπάλων τους. Όπως έπραξε ο Τραμπ κατά τη δική του προεκλογική εκστρατεία, έτσι και ο Μπολσονάρου χρησιμοποίησε επίσης τα παιδιά του ως εκπροσώπους του. Ένας από τους γιούς του δε, στις αρχές της προεκλογικής εκστρατείας, είχε συναντηθεί με τον Στιβ Μπάνον, πρώην αρχιτέκτονα της πορείας του Τραμπ προς τον Λευκό Οίκο. Δεν υπάρχει κάποια ένδειξη ότι υπάρχει ένα συντονισμένο σχέδιο σε παγκόσμιο επίπεδο, αλλά είναι αδιαμφισβήτητο γεγονός ότι οι δύο πλευρές αλληλο-τροφοδοτούνται και επωφελούνται από την υπερ-συντηρητική πλημμυρίδα που ολοένα αυξάνει.

Η όλο και πιο πιθανολογούμενη επικράτηση του Μπολσονάρου δεν θα έχει επιπτώσεις μόνον στη Βραζιλία. Αγκαλιάζει κι ολάκερη τη Λατινική Αμερική, τη στιγμή που η ήπειρος διανύει τις πιο αβέβαιες ημέρες της πρόσφατης ιστορίας της. Επιπλέον, χορηγεί μια ισχυρή δόση αδρεναλίνης στην κούρσα της άκρας δεξιάς σε όλο τον κόσμο, μια νίκη των πιο συντηρητικών από τις ελίτ – ενδεικτικό είναι πως η αγορά στη Βραζιλία χαιρέτισε εν χορδαίς και οργάνοις τα αποτελέσματα της Κυριακής– που επιλέγουν να υποβαθμίσουν τον κίνδυνο που εγκυμονεί ένας χαρακτήρας σαν τον Μπολσονάρου, υπό την θεωρητική ομπρέλα του σχετικισμού: πρέπει να τον παίρνουμε μεν στα σοβαρά, αλλά όχι και τόσο πολύ. Ότι, εν ολίγοις, αυτά που λέει δεν είναι παρά μεγαλοστομίες για να επικρατήσει στις εκλογές και ότι δεν πρόκειται να κυβερνήσει έτσι.

ΑΠ ΜΠΕ