Ελευθερία, δημοκρατία και τρομοκρατία: Oι κάννες των λέξεων

Του Νίκου Λακόπουλου

ΝΙΚΟΣ ΛΑΚΟΠΟΥΛΟΣΤι να πρωτοθαυμάσουμε; Ότι η αμερικάνικη πρεσβεία κατεβάζει μια παράσταση από το Εθνικό Θέατρο- με “αριστερή” κυβέρνηση; Ότι η ελευθερία έκφρασης εξαρτάται από πολιτικές παρεμβάσεις; Ή ότι ένας συγγραφέας πρέπει να έχει πλέον λευκό ποινικό μητρώο; Ένας άλλος κόσμος είναι εφικτός, από σήμερα. Τα έργα τέχνης θα ελέγχονται – οι τρομοκράτες δεν μπορούν να εκδίδουν κι αν εκδίδουν -δεν θα μπορούν να ανεβάζουν θεατρικά έργα.

Όπως συνέβαινε επί Χίτλερ δεν θα ελέγχονται μόνο τα έργα, αλλά και ο βίος, η δράση, ο χαρακτήρας του καλλιτέχνη. Απαγορεύεται να γράφουν ή να ζωγραφίζουν και να εκδίδουν τρομοκράτες, φυλακισμένοι, σχιζοφρενείς, άτομα αντικοινωνικά.

“Ενώ το βασικό της μήνυμα είναι πως καμία ιδέα δεν δικαιούται να αφαιρέσει ανθρώπινη ζωή, η παράσταση οδήγησε, ερήμην της, στο αντίθετο από το επιδιωκόμενο αποτέλεσμα, προξενώντας περισσότερο πόνο παρά προβληματισμό”. λέει η ανακοίνωση. “Τέλος, ενεργοποίησε αντιδράσεις ακραίων κύκλων, που έφτασαν στο σημείο να εκφράζουν απειλές για τη σωματική ακεραιότητα του κοινού, των καλλιτεχνών και των εργαζομένων του Εθνικού Θεάτρου.”.

Δηλαδή η τρομοκρατία νίκησε.

Η τρομοκρατία

Πρακτικά οι εμπνευστές της εκστρατείας κατά της παράστασης, όπως κι αυτοί που αντέδρασαν στην έκδοση βιβλίου του Κουφοντίνα, πετυχαίνουν το αντίθετο αποτέλεσμα. Τόσο η παράσταση με τα κείμενα του Σάββα Ξηρού όσο και το βιβλίο του Κουφοντίνα θα περνούσαν σχεδόν απαρατήρητα. Τώρα το ένα έγινε μπεστ σέλερ και η παράσταση -αν ανέβει αλλού- θα έχει μεγάλη επιτυχία. Αν όσοι κατέβασαν το έργο για να μη το δούμε και γίνουμε τρομοκράτες ή τιμώρησαν -κι άλλο- τον Σάββα Ξηρό απέτυχαν. Ακόμα κι αν δεν ήταν ο τυφλός τρομοκράτης έγινε -και μάλιστα απαγορευμένος και – θεατρικός συγγραφέας.

Οι νεκροί απαιτούν σεβασμό, αλλά όχι μόνο οι δικοί μας νεκροί. O πατέρας του Αλέξη Γρηγορόπουλου αισθάνεται την ανάγκη να πει -όταν δολοφονήθηκε ένας 23χρονος αστυνομικός- πως αισθάνεται κι αυτόν τον νεκρό δικό του.  Η απόπειρα να ταυτιστούν οι τρομοκράτες με κοινούς δολοφόνους, τους δίνει ένα πολιτικό ρόλο που είχαν χάσει. Ακόμα και όσοι επαινούσαν ή ταυτίζονταν με την 17  Νοέμβρη, όσο “εκτελούσε” στο όνομα του Λαού πράκτορες και βασανιστές της χούντας, έπαψαν όταν άρχισε να επιλέγει στόχους όπως ο Παύλος Μπακογιάννης ή όταν ανάμεσα στα θύματά της βρέθηκε ο Αξαρλιάν. Η αποκάλυψη των δραστών τους απομυθοποίησε. Αυτοί ήταν οι λαϊκοί ήρωες;

Οι παραδοσιακοί τρομοκράτες -με τα “λαϊκά” δικαστήρια- όπου ο κατηγορούμενος έπρεπε να απολογηθεί και να δικαστεί -π.χ. ο Άλντο Μόρο- διαφέρουν από τους νέους τρομοκράτες που στήνουν ενέδρες ή σκοτώνουν καμιά φορά και λάθος ανθρώπους, όπως τον Εγγλέζο  Σόντερ, αντί ενός Αμερικάνου με το ίδιο όνομα. Ωστόσο αισθάνονται την ανάγκη να δικαιολογήσουν τις πράξεις τους με προκηρύξεις. Οι πολύ νέοι τρομοκράτες δεν αισθάνονται ανάγκη κι όταν γράφουν προκηρύξεις είναι ανορθόγραφες. Η Ιστορία πρέπει να απολογηθεί μπροστά τους κι όχι αυτοί στην Ιστορία.

Οι δολοφόνοι

Αν η δολοφονία είναι αναγκαία για να δημοσιευθεί η προκήρυξη, είναι ακατανόητη όταν υπάρχει ελευθερία έκφρασης. Δεν υπάρχουν πια επαναστατικά, ούτε απαγορευμένα κείμενα. Η τρομοκρατία καταρρέει. Ποιος είναι αυτός που δικάζει και εκτελεί -με ενέδρες- και τι θα συμβεί αν πάρει την εξουσία; H τρομοκρατία είναι εξ αρχής στο έδαφος του κράτους και της εξουσίας κι αυτός είναι ο λόγος που δεν μπορεί να είναι απέναντι στην “κρατική τρομοκρατία”. Επί πλέον σε μια χώρα που έχει καταργήσει την θανατική ποινή, υπάρχουν κάποιοι στο όνομα του Λαού και της “δικαιοσύνης”, την επαναφέρουν με βάναυσο τρόπο.

Ο αυτόκλητος τρομοκράτης -αντίθετα με λαϊκά ή “εθνικοαπελευθερωτικά” κινήματα- σε μια χώρα με δημοκρατικές διαδικασίες δεν είναι ένας δολοφόνος- ύπουλος που δρα στο σκοτάδι και χτυπά πισώπλατα, όποιον εκείνος έχει ονομάσει εχθρό. Είναι ένας ακατανόητος – σε αντίθεση με εγκλήματα πάθους κλπ.- δολοφόνος. Στην πραγματικότητα- όπως συνέβαινε με τον μοναχικό Unbomper στις ΗΠΑ- δεν θα μάθουμε εύκολα αν οι πολιτικές ιδέες οδηγούν στο φόνο ή αν ένας κατά συρροήν δολοφόνος που χρησιμοποιεί πολιτικές ιδέες για να δικαιολογήσει το πάθος του για αίμα.

Αν στη θέση των πολιτικών ιδεών μπαίνει η θρησκεία, όπως συμβαίνει με τους Ισλαμοφασίστες Τρομοκράτες- οι μαζικοί φόνοι -άσχετων και αθώων- είναι αυτονόητοι -αφού πρόκειται για “απίστους”. Εδώ ο τρομοκράτης- που ρισκάροντας την ζωή του ή πεθαίνοντας γίνεται ο ίδιος μάρτυρας και ηρωοποιείται- είναι – όπως συμβαίνει με τους πολιτικούς τρομοκράτες, αλλά λαθραία- ο Άγγελος με την Ρομφαία, ο αρχαίος τιμωρός της Παλαιάς Διαθήκης, που δίνει λόγο μόνο στην Θεό του.

Σε κάθε περίπτωση οι ιδέες, η ηθική, η “δικαιοσύνη” συνδέονται με μαζικούς και απρόσωπους φόνους. Οι λέξεις συνδέονται με το αίμα, όπως συνέβη με την πιο μαζική τρομοκρατία που εξέφρασε ο ναζισμός. Ο Χίμλερ προβληματίστηκε αν έπρεπε να σκοτώνει και τα παιδιά των Εβραίων. Οι στρατιώτες είχαν πρόβλημα συνείδησης. Το δικαιολόγησε με ένα πολύ λογικό τρόπο: αν άφηνε τα παιδιά να ζήσουν ο εχθρός θα αναπαραγόταν.

Οι λέξεις

Όσοι αποφάσισαν να κατεβάσουν την παράσταση του Εθνικού- χωρίς να την δουν κιόλας- δεν μάχονται την δολοφονία, το αίμα και το φόνο, αλλά τις λέξεις. Αλλά αν κανένας δεν έχει δικαίωμα να σκοτώνει, δεν έχει δικαίωμα ούτε να κατεβάζει -και μάλιστα με τρομοκρατία – παραστάσεις. Δεν θάπρεπε να εκδοθεί ο ‘Αγών’ του Χίτλερ -που έκαιγε βιβλία; Oι ζωγραφικοί του πίνακες θα έπρεπε να απαγορευθούν -όπως έκανε ο ίδιος; Kαι τι θα κάνουμε με τον Μαρκήσιο Ντε Σαντ -που βιάζοντας έγραφε και έδινε στους Γάλλους “άλλη μια ευκαιρία να γίνουν δημοκράτες;”.

Ο Σοφοκλής έδωσε λόγο σε έναν εγκληματία- έναν μητροκτόνο -που μάλλον είναι συμπαθής στο κοινό. Στο τέλος αφήνει τον λαό να κρίνει. Δεν υπάρχει δικαιοσύνη -θεία δικαιοσύνη-, αλλά -τώρα πια- “αστική” ή “λαϊκή δικαιοσύνη”. Ο Άρης Βελουχιώτης είναι ένας δολοφόνος -που έχει κατηγορηθεί και για βιασμό αγοριού -αν και η δίκη του δεν έγινε ποτέ. ‘Ηταν αθώος γι΄αυτή την πράξης, αλλά θα είχε κριθεί ένοχος -με κατήγορο και το κόμμα του- για εκατοντάδες εγκλήματα. Πως ο ίδιος άνθρωπος που δαιμονοποιείται από τη μια πλευρά μπορεί να αγιοποιείται από την άλλη; Και πως εναλλάσσονται οι ρόλοι του θύτη και του θύματος, του ήρωα και του δολοφόνου;

Ο Φιντέλ Κάστρο θα μπορούσε να θεωρηθεί τρομοκράτης, αν δεν ήταν ο ίδιος πλέον το κράτος που εκτελεί αντιφρονούντες ή ηγείται του αγώνα κατά των ομοφυλόφιλων. Η “λαϊκή δικαιοσύνη” είναι μονομερής, όσο και η “αστική” – ίσως και περισσότερο. Η ιδέα ότι αποφασίζει ο Λαός για ότι είναι δημοκρατικό, ηθικό, νόμιμο, “σωστό” είναι αποκρουστική. Δηλαδή, αν οι θάνατοι ομοφυλοφίλων π.χ. στην Αίγυπτο έχουν την έγκριση του λαού – είναι δίκαιοι; Η δημοκρατία είναι”λαοκρατία”; Kι ένα έργο “αξίζει” αν το εγκρίνει το κοινό και ο “μέσος πολίτης”;

Πολλοί από όσους ενοχλήθηκαν από την παράσταση είχαν ως βασικό επιχείρημα ότι την πληρώνει το κράτος, δηλαδή ο φορολογούμενος.  Θα έκαναν -μάλλον- ουρά για να δουν μια παράσταση με έργα του Τζακ του Αντεροβγάλτη. Μπορεί και νάκαιγαν και τον Αισχύλο για τους “Πέρσες”. Όμως, η παράσταση στο Εθνικό δεν “δικαίωνε” την τρομοκρατία, όσο η απαγόρευση. Δεν φτάνει που κατέβηκε. Πρέπει να διωχθούν κι όσοι την ανέβασαν, οι ηθοποιοί, η σκηνοθέτης -ίσως κι οι συγγενείς τους.

Κι αν πρέπει να χτυπήσουμε το κακό από τη ρίζα θα  πρέπει να απαγορευθεί να γράφουν -όχι μόνο οι τρομοκράτες- αλλά όσοι διατυπώνουν απόψεις και διακινούν ιδέες. Οι λέξεις μπορεί και να σκοτώνουν, αλλά δεν σκοτώνονται τόσο εύκολα. Αν απαγορεύσουμε τα έργα με εγκλήματα δεν θα μείνουν και πολλά πράγματα. Οι καλλιτέχνες δεν είναι -συνήθως- “καλοί άνθρωποι” κι ένας δολοφόνος μπορεί να είναι καλλιτέχνης. Δεν θα κερδίσουμε κάτι αν απαγορευτούν τα έργα ενός δολοφόνου που είναι π.χ. μουσικός.

Περίπου χίλια χρόνια πριν από σήμερα- όσα γυρίσαμε πίσω από χθες- ο αυτοκράτορας Θεόφιλος δεν είχε μόνο απαγορεύσει τις εικόνες, αλλά είχε πεταλώσει με καυτά σιδερένια πέταλα τα χέρια ενός μοναχού που ζωγράφιζε. Ήταν μια ήπια τιμωρία, γιατί άλλοι δεν απαγόρευσαν μόνο τα έργα, αλλά έκαιγαν και τους δημιουργούς. Η απόφασή του να απαγορεύσει τα μακριά μαλλιά στην Πόλη δεν ήταν άσχετη από το γεγονός ότι ήταν ο ίδιος φαλακρός.