“Dyspnea- ιστορίες Covid-19», το νέο βιβλίο της Αγγελικής Σπανού

«Δεν τα κατάφεραν όλοι οι ερωτευμένοι στην καραντίνα. Άλλοι δεν άντεξαν την εγγύτητα και άλλοι την απόσταση. Όλοι δοκιμάστηκαν μέσα στις απαγορεύσεις, τους περιορισμούς και τους καταναγκασμούς. Οι νικητές πέρασαν απέναντι αναζητώντας διέξοδο στην αβεβαιότητα που γίνεται μοίρα», σημειώνει η συγγραφέας.

«Dyspnea- ιστορίες Covit-19», είναι ο τίτλος του τρίτου βιβλίου της Αγγελικής Σπανού, που κυκλοφορεί από τις «Μεταμεσονύκτιες Εκδόσεις».

«Αν ο έρωτας και ο θάνατος είναι τα μεγαλύτερα μυστήρια με τα οποία ερχόμαστε αντιμέτωποι αναπόφευκτα, η πανδημία Covid-19 κάνει την αναμέτρησή μας με τον άλλον και με το τέλος πολύ δύσκολη. Όταν ο φόβος του θανάτου μπερδεύεται με τον φόβο της άλωσης του εαυτού μας, τότε μπορεί να αφανιστεί μια σχέση, ένα όνειρο, ακόμη και η ίδια η ύπαρξη», σημειώνει η συγγραφέας στο οπισθόφυλλο του βιβλίου-και σημειώνει:

«Δεν τα κατάφεραν όλοι οι ερωτευμένοι στην καραντίνα. Άλλοι δεν άντεξαν την εγγύτητα και άλλοι την απόσταση. Όλοι δοκιμάστηκαν μέσα στις απαγορεύσεις, τους περιορισμούς και τους καταναγκασμούς. Οι νικητές πέρασαν απέναντι αναζητώντας διέξοδο στην αβεβαιότητα που γίνεται μοίρα. Οι χαμένοι έμειναν πίσω, στον παλιό κόσμο που καταρρέει, γκρεμίζοντας την εικόνα που είχαν για το μέλλον, που ήρθε διαφορετικό και νωρίτερα απ’ όσο περίμεναν.
Η γυναίκα και ο άντρας αυτής της ιστορίας περπάτησαν γυμνοί στα βράχια. Κόπηκαν, έπεσαν, μάτωσαν και, τελικά, έβγαλαν τη μάσκα».

Το iEidiseis προχωράει σε προδημοσίευση από το νέο βιβλίο της εκ των κορυφαίων δημοσιογράφων και ραδιοφωνικής παραγωγού:

«Συχνά ξεχνάω τι μέρα είναι, και για την ώρα ούτε συζήτηση. Μπερδεύομαι ακόμη και στο μέτρημα των εβδομάδων. Ο χρόνος είναι ενιαίος και αδιαίρετος, γιατί είμαστε συνεχώς μέσα σε ένα μαύρο σύννεφο, εκεί όπου κρύβονται τα μαύρα πουλιά του θανάτου, κι εκεί όλα είναι πάντα ίδια. Δεν έχει σημασία τι καιρό κάνει έξω, αν έφτασε το Πάσχα, η προσωπική σου ζωή, αν πονάει το δόντι σου, πότε έκανες μπάνιο, αν έβγαλες γένια, αν μάκρυναν τα μαλλιά σου, από πότε έχεις να μιλήσεις στη μάνα σου, πότε ήταν η τελευταία φορά που φίλησες τη γυναίκα σου, αν πηγαίνεις βόλτα τον σκύλο σου, τι έφαγες, τι ήπιες, τι είπες, αν είπες κάτι, οτιδήποτε, που να μην έχει σχέση με αρρώστια και θάνατο.

Είτε έχεις είτε δεν έχεις οικογένεια, ερωτική σχέση, φίλους, παρέες, μαθήματα, χόμπι, χρέη, προγραμματισμένα ταξίδια, εκκρεμότητες, δεν κάνει απολύτως καμία διαφορά. Γιατί πια δεν υπάρχει τίποτα απ’ όσα υπήρχαν πριν. Είσαι μόνο γιατρός και μόνο άοπλος απέναντι σε έναν καινούργιο και κακούργο ιό. Χωρίς φάρμακα, χωρίς εμβόλιο, πλέον και χωρίς κρεβάτια στις εντατικές. Μόνο οξυγόνο και μορφίνη. Οξυγόνο για να συντηρηθεί ο ασθενής στη ζωή και μορφίνη για να φύγει όσο το δυνατόν πιο ανώδυνα. Τη δίνουμε όταν πια είμαστε σίγουροι ότι το ’χασε το παιχνίδι, δεν γυρνάει. Τον τελευταίο καιρό τη δίνουμε και όταν δεν μπορούμε να περιθάλψουμε τον γέρο ασθενή, γιατί προηγούνται νεότεροι και δεν υπάρχει χώρος. Τον αποχαιρετάμε με τον δικό μας τρόπο.

Κάποιοι έχουν φοβερούς πόνους. Από την κοιλιά και πάνω είναι σαν να έχουν μέσα τους μια τανάλια και να τους σφίγγει τα σωθικά. Στην παραμικρή κίνηση του σώματος σφαδάζουν. Ακόμη και σε κάθε αναπνοή. Το φρικτό είναι ότι το παλεύουν ολομόναχοι. Έτσι κι αλλιώς, οι δικοί τους είναι μακριά. Ούτε μέχρι την είσοδο δεν μπορούν να τους φέρουν. Αλλά κι εμάς, μας βλέπουν ελάχιστα. Γιατί έχουμε να φροντίσουμε πάρα πολλούς. Τους αφήνουμε τα αναλγητικά στο τραπεζάκι δίπλα, για να προσπαθήσουν να ανακουφιστούν όταν χρειαστεί. Χτυπάνε το κουδούνι και δεν πηγαίνει καμία νοσοκόμα. Γιατί όλες τρέχουν σαν τρελές πάνω-κάτω. Δεν ξέρουν ποιον να πρωτοεξυπηρετήσουν και σε ποιανού το κάλεσμα να ανταποκριθούν. Από την άλλη, προσέχουν να μη μολυνθούν. Γι’ αυτό πλησιάζουν όσο το δυνατόν λιγότερο τους μολυσμένους.

Δεν συνηθίζεται ο θάνατος. Όσο πολύς και να ’ναι. Πρέπει να ’χεις σκληρύνει πολύ για να μην περνάει μέσα σου. Κλαίω για τον καθέναν που φεύγει. Δεν τρέχουν δάκρυα από τα μάτια μου, αλλά τραντάζομαι μέσα μου από τους λυγμούς. Ξέρω πως δεν φταίω εγώ, αλλά η αίσθηση ότι δεν μπορώ να κάνω τίποτα για να σώσω τον άνθρωπο που έχει παραδοθεί στα χέρια μου με συντρίβει. Χάνω κάθε μέρα κι ένα αθώο κομματάκι του εαυτού μου. Ένα από αυτά τα κομματάκια που με κρατούσαν στην πλευρά της χαράς, της ηδονής, των απολαύσεων. Τώρα έχω περάσει απέναντι. Στον κόσμο της λύπης και της απόγνωσης».

ΑΠΟ ΤΟ IEIDISEIS.GR