Του Γιαννάκη Λ.Ομήρου
Στη μακρά πορεία διαχείρισης του Κυπριακού τα τελευταία 50 χρόνια η μεγάλη αδυναμία της Ε/Κ πλευράς, υπήρξε η απουσία εναλλακτικών στρατηγικών στην αντιμετώπιση των τουρκικών μεθοδεύσεων.
Η πιο χαρακτηριστική περίπτωση οδυνηρής κατάληξης από μια τέτοια απουσία ενός σχεδίου Β προς αντιμετώπιση δόλιων τουρκικών σχεδιασμών, την οποία βίωσα προσωπικά, διαδραματίστηκε στην Νέα Υόρκη τον Φεβρουάριο του 2004 και αφορούσε την πρόσκληση του τότε Γ.Γ του ΟΗΕ Κόφι Ανάν για διαπραγμάτευση επί του Σχεδίου Ανάν, με ασφυκτικό χρονοδιάγραμμα, επιδιαιτησία από τον Γ.Γ του Διεθνούς Οργανισμού και ταυτόχρονα δημοψηφίσματα στην Ελληνική και την Τουρκική κοινότητα.
Το Εθνικό Συμβούλιο που προηγήθηκε της συνάντησης της Ν.Υόρκης, αποφάσισε ότι η Ελληνική Κυπριακή πλευρά δεν θα αποδεχόταν ούτε ασφυκτικά χρονοδιαγράμματα, ούτε επιδιαιτησία και ούτε δημοψηφίσματα χωρίς προηγούμενη συμφωνία των δύο πλευρών.
Επενδύοντας στην συνήθη αδιαλλαξία του τότε Τ/Κ ηγέτη Ραούφ Ντεκτάς αναμέναμε απόρριψη από πλευράς του, του προτεινόμενου πλαισίου του Γ.Γ του ΟΗΕ.
Η αιφνιδιαστική μεταστροφή Ντεκτάς και η αποδοχή από μέρους του των προτάσεων του Κόφι – Ανάν, προκάλεσε σοκ και αμηχανία στην πλευρά μας. Ελλείψει ενός εναλλακτικού Σχεδίου Β συρθήκαμε στην αποδοχή του πλαισίου του Γ.Γ του ΟΗΕ, με τις οδυνηρές συνέπειες που βιώσαμε στην συνέχεια. Και αυτό στη λογική να μη μείνουμε εκτεθειμένοι ότι είμαστε η αδιάλλακτη πλευρά.
Η δική μου έντονη επιφύλαξη δεν στάθηκε αρκετή για να διαφοροποιήσει την απόφαση.
Στην παρούσα φάση του Κυπριακού βρισκόμαστε στα πρόθυρα της πενταμερούς διάσκεψης με σχεδόν μηδενικές ελπίδες να υπάρξει κοινή διαπραγματευτική βάση για επανάληψη των διαπραγματεύσεων. Κι’ αυτό δεδομένης της θέσης της Τουρκικής πλευράς, για λύση δύο κρατών και κυριαρχικής ισότητας. Η συνεχιζόμενη προσέγγιση Αθηνών – Άγκυρας δεν φαίνεται να επηρεάζει επί το διαλλακτικότερο την τουρκική στάση. Ο Τούρκος Υπουργός Εξωτερικών Φιντάν επιμένει ότι η ομοσπονδία είναι εκτός συζήτησης ενώ εγκαλεί την Ε.Ε ότι διέπραξε λάθος, αποδεχόμενη την Κύπρο στους κόλπους της.
Είναι φανερό, ότι η κάποια διαφοροποίηση της τουρκικής στάσης με την συναίνεση για πραγματοποίηση της συνάντησης της Ν.Υόρκης και την επί θύραις πενταμερή, οφείλεται στην στόχευση της να εξασφαλίσει από τις ΗΠΑ τα διεκδικούμενα οπλικά συστήματα και από την Ε.Ε ικανοποίηση των αιτημάτων της (κατάργηση βίζας και οφέλη της τελωνειακής ένωσης).
Προκύπτει ως εκ τούτου το συμπέρασμα ότι δεν μπορεί να αναμένεται οποιαδήποτε ουσιαστική διαφοροποίηση της τουρκικής στάσης για πραγματοποίηση διαπραγματεύσεων. Εκτός αν είμαστε διατεθειμένοι να συζητήσουμε τη λύση δύο κρατών και την κυριαρχική ισότητα. Πράγμα αδιανόητο.
Άρα η εναλλακτική στρατηγική και το Σχέδιο Β αποτελεί μονόδρομο. Πολύ περισσότερο που η τουρκική πλευρά αναμένει ένα αδιέξοδο στην πενταμερή για να προωθήσει το δικό της Σχέδιο Β, που είναι μια εκστρατεία για διεθνή αναγνώριση του ψευδοκράτους.
Δεδομένης της πραγματικότητας ότι η Τουρκία δεν πρόκειται να υποχωρήσει στο Κυπριακό, εκτός αν διαπιστώσει ότι οι στόχοι της στην Κύπρο καταστούν ανέφικτοι, μια δική μας εναλλακτική στρατηγική πρέπει να αποσκοπεί, πέραν της εμμονής μας σε λύση στη βάση του Διεθνούς και Ευρωπαϊκού Δικαίου, σε πλήρη και αποφασιστική αξιοποίηση του Ευρωπαϊκού παράγοντα. Δηλαδή να κινηθούμε διεκδικητικά για υλοποίηση των λεγόμενων κυπρογενών υποχρεώσεων της Τουρκίας από αυτές αποφασίστηκαν από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο το 2005. Κάτι τέτοιο θα δώσει ευκρινές μήνυμα προς την Τουρκία ότι ούτε απελευθέρωση της βίζας θα υπάρξει, ούτε αναβάθμιση της τελωνειακής Ένωσης. Και ασφαλώς ούτε ξεπάγωμα των ενταξιακών διαπραγματεύσεων της Τουρκίας.
Κάτι τέτοιο θα ασκήσει πίεση προς την Τουρκία να συνειδητοποιήσει ότι η επιδιωκόμενη εξομάλυνση των Ευρωτουρκικών σχέσεων είναι ουτοπία χωρίς λύση του Κυπριακού μακριά από τις έκνομες αξιώσεις της για λύση δύο κρατών και κυριαρχική ισότητα.
Κάτι τέτοιο προϋποθέτει βέβαια, εγκατάλειψη της αιδήμονος στάσης μας για διεκδίκηση των δικαίων μας εντός Ε.Ε. Άλλωστε αναφερόμαστε όχι σε καινοφανείς αξιώσεις μας αλλά σε υλοποίηση αποφάσεων του ανώτατου θεσμικού οργάνου της Ένωσης.
Με ταυτόχρονη ασφαλώς σταθερή τη θέση μας στον ΟΗΕ, ότι είναι αδιανόητη η επανάληψη των διαπραγματεύσεων με απόκλιση από τα περί Κύπρου ψηφίσματα του Συμβουλίου Ασφαλείας του Διεθνούς οργανισμού.
Στη βάση ενός τέτοιου σχεδίου Β, Κύπρος και Ελλάδα οφείλουν να χαράξουν έγκαιρα την στρατηγική τους, αποφεύγοντας αμήχανες στάσεις του παρελθόντος, που τελικά άφηναν στο απυρόβλητο την τουρκική συμπεριφορά.
Πρώην Προέδρου της Βουλής Των Αντιπροσώπων