O λαϊκισμός μπορεί να φθίνει, αλλά το βέβαιο είναι ότι δεν πεθαίνει

Του Max Fisher (*)

Η πίεση που ασκεί ο πρόεδρος Τραμπ για την κατασκευή ενός τείχους στα σύνορα με το Μεξικό αναδεικνύει ένα πρόβλημα που οι λαϊκιστές ηγέτες αντιμετωπίζουν σε όλο τον δυτικό κόσμο.

Οι κρίσεις της μετανάστευσης και της τρομοκρατίας, που συνέβαλαν στην άνοδο του λαϊκισμού το 2016, έχουν υποχωρήσει. Οι λαϊκιστές είχαν απογοητευτικά εκλογικά αποτελέσματα στη Γερμανία, τις ΗΠΑ και την Πολωνία, γεγονός που κλόνισε την εικόνα τους και τον ισχυρισμό τους ότι αντιπροσωπεύουν την αυθεντική λαϊκή βούληση.

Ο Κας Μούντε, ο γνωστός ολλανδός πολιτικός επιστήμονας που έχει μελετήσει τον λαϊκισμό, προβλέπει ότι η άνοδος του κινήματος θα ανακοπεί και το 2019 θα σημειωθούν κι άλλες ήττες.

Ο λαϊκισμός βέβαια κάθε άλλο παρά πεθαίνει. Κατέχει την εξουσία στις ΗΠΑ, την Ιταλία και μερικές χώρες της ανατολικής Ευρώπης, ενώ σε μεγάλο μέρος της δυτικής Ευρώπης αντιπροσωπεύει σχεδόν έναν στους έξι ψηφοφόρους. Οσο απουσιάζουν όμως οι κρίσεις που δικαιολογούν τη σκληροπυρηνική του πολιτική, το μήνυμά του εξαντλείται σε ένα βασικό στοιχείο: αντίθεση στα φιλελεύθερα ιδανικά του πλουραλισμού, την πολυπολιτισμικότητα και τη διεθνή συνεργασία.

Το αποτέλεσμα είναι μια νέα φάση στην εποχή του λαϊκισμού, όπου θα δοκιμαστεί τόσο η δική του απήχηση όσο κι εκείνη του ιδεολογικού του αντιπάλου, δηλαδή του μεταπολεμικού φιλελεύθερου κατεστημένου.

Χαρακτηριστικό είναι το δράμα που ζει η κυβέρνηση Τραμπ με τη μερική παράλυση της κυβέρνησης και το αδιέξοδο γύρω από το τείχος. Δύο χρόνια μετά την επικράτηση του Τραμπ, οι υποτιθέμενες απειλές από τη μετανάστευση και την τρομοκρατία δεν έχουν υλοποιηθεί. Η παράτυπη μετανάστευση συνέχισε να μειώνεται. Και οι τρομοκρατικές επιθέσεις που άντλησαν την έμπνευσή τους από το Ισλαμικό Κράτος σημειώθηκαν πριν από την άνοδο του Τραμπ στην εξουσία.

Παρ΄όλα αυτά, ο Τραμπ επιμένει.

Μια δύσκολη χρονιά είχαν οι λαϊκιστές και στην Ευρώπη. Η υποστήριξη του Brexit στη Βρετανία έπεσε κάτω από το 50% και οι δημοσκοπήσεις δείχνουν ότι οι περισσότεροι ψηφοφόροι θέλουν ένα δεύτερο δημοψήφισμα. Οι σκληροπυρηνικοί του κυβερνώντος Συντηρητικού Κόμματος δοκίμασαν και απέτυχαν να ανατρέψουν τη Μέι λόγω της στάσης της υπέρ ενός ήπιου Brexit.

Στη Γερμανία, η υποστήριξη προς την Εναλλακτική για τη Γερμανία φαίνεται να έχει «πιάσει ταβάνι». Οι επιδόσεις της στη Βαυαρία ήταν χειρότερες του αναμενομένου. Κι όταν το κεντροδεξιό κόμμα προσπάθησε να υιοθετήσει το λαϊκιστικό μήνυμα και να αμφισβητήσει την εξουσία της Μέρκελ, ηττήθηκε. Η καγκελάριος όχι μόνο επέζησε, αλλά επέβαλε και την εκλεκτή της στο τιμόνι του κόμματος.

Ο χωρισμός του κόσμου ανάμεσα σε «εμάς» και «αυτούς» λειτουργεί μόνο όταν οι ψηφοφόροι θέλουν να ανήκουν σε «εμάς» και αντιτίθενται σε «αυτούς», που συνήθως είναι οι ελίτ. Επιπλέον, στην Ευρώπη είναι πολλοί οι ψηφοφόροι που έχουν έρθει σε επαφή με μετανάστες από το 2016, κάτι που έρευνες δείχνουν ότι μειώνει τον φόβο και τη δυσφορία. Στις Ηνωμένες Πολιτείες, πάλι, η βελτίωση της οικονομίας έχει μειώσει τους φόβους οικονομικού ανταγωνισμού από τους μετανάστες.

Μια από τις χώρες που αναφέρεται συχνότερα ως παράδειγμα επιτυχίας των λαϊκιστών το 2018 είναι η Σουηδία, όπου οι «Δημοκράτες», ένα λαϊκιστικό κόμμα, κέρδισαν τον περασμένο Σεπτέμβριο 17,5%. Το ποσοστό αυτό ήταν το μεγαλύτερο στην ιστορία του. Και πολλοί σκέφτηκαν ότι αν οι λαϊκιστές μπορεί να φτάσουν τόσο γρήγορα τόσο ψηλά, και μάλιστα σε ένα οχυρό του φιλελευθερισμού, πρέπει σίγουρα να πρόκειται για μια παγκόσμια αλλαγή.

Όμως οι δημοσκοπήσεις δείχνουν μια διαφορετική ιστορία. Η υποστήριξη προς τους «Δημοκράτες» δεν έχει αυξηθεί από τα τέλη του 2015, όταν δηλαδή η προσφυγική κρίση άρχισε να υποχωρεί. Και το περυσινό ποσοστό του κόμματος ήταν ελάχιστα μεγαλύτερο από το ποσοστό των ακροδεξιών ολλανδών λαϊκιστών το 2017, που είχε θεωρηθεί τότε μεγάλη υποχώρηση για το κίνημα.

Το παράδειγμα της Σουηδίας ίσως να δείχνει ότι οι λαϊκιστές της Δύσης αύξησαν την επιρροή τους μόνο χάρις στις κρίσεις της μετανάστευσης και της τρομοκρατίας. Και ότι μόλις αυτές οι κρίσεις άρχισαν να υποχωρούν, τα λαϊκιστικά κόμματα σταθεροποιήθηκαν σε ποσοστά που δεν τους επιτρέπουν να διατηρήσουν την εξουσία. Όπως δείχνει και μια έρευνα των Τζόρνταν Κάιλ και Λάιμορ Γκάλτσιν από το Ινστιτούτο Παγκόσμιας Αλλαγής που εδρεύει στο Λονδίνο, οι λαϊκιστές κατέχουν σήμερα 20 κυβερνήσεις σε όλο τον κόσμο, τον ίδιο αριθμό που κατείχαν το 2010 και δεν έχουν έκτοτε υπερβεί. Αυτό που θεωρούμε σήμερα νέο κύμα μπορεί στην πραγματικότητα να είναι ένας λαϊκισμός που μετατοπίζεται από τις φτωχότερες χώρες προς τη Δύση.

Υπάρχει όμως κι ένας άλλος τρόπος να διαβαστούν περιπτώσεις όπως η Σουηδία: δεν ανακόπτεται το λαϊκιστικό κόμμα, αλλά υφίσταται ρήγμα η φιλελεύθερη συναίνεση. Ακόμη και το γεγονός ότι οι λαϊκιστές παίζουν κάποιο ρόλο συνιστά σεισμική αλλαγή. Και μπορεί να διαμορφώσει τη δυτική πολιτική με τρόπους που μόνο τώρα αρχίζουμε να κατανοούμε.

(*) Ο Μαξ Φίσερ είναι αρθρογράφος των New York Times

(Πηγή: The New York Times- ΑΠΕ ΜΠΕ)