Του Γ. Λακόπουλου
Στις πολιτικές συναναστροφές ακούγεται συχνά αυτή την περίοδο ότι αν ο Δημήτρης Αβραμόπουλος δεν ήταν επίτροπος θα ήταν σήμερα αρχηγός της ΝΔ και μάλλον σίγουρος πρωθυπουργός. Σε ποιον άλλον θα παρέδιδε ο Σαμαράς αν όχι σ’ αυτόν στον οποίο οφείλει την επικράτησή του επί της Ντόρας το 2009;
Υπάρχει και μια προηγούμενη φάση. Αν δεν αντιδρούσαν οι «Λαφαζάνηδες» που βρίσκονται σήμερα εκτός ΣΥΡΙΖΑ ο Αβραμόπουλος θα ήταν σήμερα πρόεδρος της Ελληνικής Δημοκρατίας: με τον Τσίπρα είχαν καταλήξει ακόμη και στις δηλώσεις που θα αντάλλασσαν για την υποψηφιότητά του.
Αντί για τις δυο πρώτες βαθμίδες του ελληνικού πολιτεύματος ο Αβραμόπουλος παρέμεινε στην υπερορία που ίδιος επέλεξε, προφανώς γιατί η προοπτική να γίνει βουλευτής της αντιπολίτευσης δεν τον ενδιέφερε.
Σήμερα βρίσκεται αντιμέτωπος με τη μεγαλύτερη φρίκη του πλανήτη: τη μετακίνηση πληθυσμών. Ειδικά στην Ευρώπη το άψυχο σώμα του τριχρόνου Αϊλάν στις ακτές της Αλικαρνασσού στοιχειώνει την πολιτική παρουσία όσων δημιούργησαν τις συνθήκες που αναγκάζουν τους ανθρώπους να εγκαταλείψουν τις εστίες τους. Είναι όλοι ένοχοι. Και ο ημέτερος επίτροπος πρέπει να βρει τρόπο να αποενοχοποιήσει συνολικά την ευρωπαϊκή πολιτική τάξη. Δεν έχει απέναντι το μεταναστευτικό πρόβλημα. Έχει την Ιστορία.
Η ανάληψη του χαρτοφυλακίου της μετανάστευσης -συν τις κοινοτικές υπηρεσίες και φορείς που το συνοδεύουν- είχε περίπου θριαμβικό χαρακτήρα για τον Έλληνα επίτροπο. Αλλά, όπως λένε όσοι παρακολουθούν από κοντά τα πράγματα, σε πρώτη φάση το Μπερλεμόντ δεν του πήγαινε. Ίσως γιατί είχε την αίσθηση ότι είναι προσωρινός καθώς τον περίμενε το Μέγαρο του Τσίλλερ στην Ηρώδου του Αττικού. Γι’ αυτό δεν έδωσε και μεγάλη σημασία στη στελέχωση του γραφείου του αφήνοντας μια Λουξεμβούργια να κάνει κουμάντο ως επικεφαλής.
Πάντως το μοντέλο πολιτικής -στο οποίο είχε συνηθίσει από την εποχή που ήταν δήμαρχος Αθηναίων- δεν είχε καμία σχέση με την πεζή καθημερινότητα των Βρυξελλών, όπου οι κοινοτικοί αξιωματούχοι αντιμετωπίζονται σαν κοινοί θνητοί εκτός υπηρεσίας. Η ανταλλαγή της θέσης του επίτροπου με το ανώτατο πολιτειακό αξίωμα της Ελλάδας ήταν μια διέξοδος. Η εναλλακτική, όταν αυτή δεν βγήκε, ήταν μια κυβέρνηση μεγάλου συνασπισμού στην οποία θα τον καλούσαν να εγκατασταθεί στο Μέγαρο Μαξίμου -ιδέα που, μάλλον, μένει ακόμη ζωντανή.
Αλλά όταν οι πολιτικοί κάνουν σχέδια η Ιστορία γελάει. Ο Ευρωπαίος Επίτροπος Μετανάστευσης βρίσκεται σήμερα μπροστά στην πιο οδυνηρή πραγματικότητα που θα μπορούσε να αντιμετωπίσει ποτέ ένας πολιτικός. Δεν είναι μόνο η ουμανιστική πλευρά του δράματος. Είναι η ανάγκη για αναζήτηση πόρων και επιδέξιους πολιτικούς χειρισμούς. Ένας διπλωμάτης σαν τον Αβραμόπουλο το αντιλαμβάνεται καλύτερα από τους τεχνοκράτες με τους οποίους συνεργάζεται στην Κομισιόν.
Ο συνδυασμός των αλλεπάλληλων κυμάτων μεταναστών που προϋπήρχαν με τα αλλεπάλληλα κύματα προσφύγων που προκύπτουν -με αφετηρία κυρίως τη Συρία- δείχνει το ανίκητο πρόβλημα. Η άποψη ότι δεν θα κάνουμε την Ευρώπη φρούριο -στην οποία στηρίχθηκε η επιτυχής ακρόαση του στο Ευρωκοινοβούλιο- και η γραμμή “οι μετανάστες είναι πλούτος για την Ευρώπη” της ευρωπαϊκής κοινοτικής κουλτούρας δείχνουν σα φράγματα που σπάνε.
Ο Επίτροπος έχει με το μέρος του το ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση με επικεφαλής τη Γερμανία αρχίζει να ευαισθητοποιείται σ’ αυτό το θέμα και παίρνει μέτρα που σε άλλες περιπτώσεις ήταν μάλλον αδύνατα. Αλλά έχει εναντίον του το ότι το φαινόμενο διογκώνεται διαρκώς και απειλεί να καταπιεί την Ευρώπη πυροδοτώντας ακραίες αντιδράσεις και ξενοφοβικές συσπειρώσεις. Το διαπίστωσε στην Κω όταν με τον αντιπρόεδρο της Κομισιόν Τίμερμανς ήλθαν πρόσωπο με πρόσωπο από τη μια με τον ανθρώπινο πόνο και από την άλλη με τους τοπικούς ακροδεξιούς ακτιβισμούς. Τα 450 εκατ. ευρώ που προσπαθεί να στείλει στην Ελλάδα δεν δείχνουν ικανά να αλλάξουν το κλίμα -τουλάχιστον με τον τρόπο που χειριζόταν τα πράγματα η προηγούμενη Ελληνίδα υπουργός.
Αλλά για τον Αβραμόπουλο το πρόβλημα δεν βρίσκεται στην Ελλάδα μόνο. Η χώρα του δεν είναι η μόνη εστία στην οποία φουντώνει. Ο ίδιος ως επίτροπος δεν εκπροσωπεί την Ελλάδα αλλά την Κομισιόν. Το ίδιο πρόβλημα έχει η Ιταλία, η Μάλτα, η Ισπανία, η Σουηδία, οι πρώην ανατολικές κοινοτικές χώρες με τα ευαίσθητα πολιτικά συστήματα.
Η Ευρώπη περικυκλώνεται από παντού από κύματα ανθρώπων που αναζητούν στον ήλιο μοίρα. Άλλωστε η μετακίνηση πληθυσμών είναι φαινόμενο κάθε άλλο παρά πρωτοφανές στην ιστορία της ανθρωπότητας.
Πρωτοφανής είναι ανάδειξη των αντιθέσεων ανάμεσα στην ευημερούσα Ευρώπη και στη δεινοπαθούσα Ασία -άσε την Αφρική- που προκύπτει αυτή τη περίοδο. Αφού οι Δυτικοί δεν φρόντισαν να εξουδετερώσουν τις αιτίες που κάνουν τους ανθρώπους να μετακινούνται, πρέπει να υποστούν τις συνέπειες. Ή να μετατρέψουν το μειονέκτημα της εισροής ανθρώπων με άλλη κουλτούρα σε πλεονέκτημα. Στα 62 του σήμερα ο Δημήτρης Αβραμόπουλος πρέπει να φροντίσει να γίνει αυτό με τον καλύτερο τρόπο. Αυτό προς το παρόν αλλάζει και τις επιδιώξεις που είχε στην ελληνική πολιτική σκηνή.