Του Γ. Λακόπουλου
Λέγεται ότι ο Αλέξης Τσίπρας θέλει να γίνει Παπανδρέου. Η πρώτη ερώτηση είναι: ποιός από τους δύο; Υπάρχουν πισω του δυο μοντέλα Παπανδρέου και πρέπει να διαλέξει ποιο του πάει.
Ο Ανδρέας Παπανδρέου πήρε την εξουσία προβάλλοντας την αντίθεσή του στην ένταξη της χώρας στην τότε ΕΟΚ. Όταν εγκαταστάθηκε στο μέγαρο Μαξίμου όφειλε να ανταποκριθεί στη <λαϊκή εντολή>. Αλλά οξυδερκής καθώς ήταν διέκρινε ότι αυτό θα ήταν καταστροφή.
Καθάρισε το τοπίο με μια φράση: <το κόστος της εξόδου είναι μεγαλύτερο από το κόστος της παραμονής>. Από την επομένη ουδείς του ζήτησε να υλοποιήσεις τις αντί -Εοκικές υποσχέσεις του. Ακριβώς γιατί έδωσε μια πειστικη΄εξήγηση. Εκεί φαίνεται ο μεγάλος ηγέτης.
Ο Γιώργος Παπανδρέου πήρε την εξουσία υποσχόμενος ότι <λεφτά υπάρχουν> παρ ότι καταλάβαινε – ή τουλάχιστον είχε ενημερωθεί – ότι δεν υπήρχαν. Την επομένη άρχισε να παραπαίει ανάμεσα στον δικό του Λαφαζάνη- τον Παπουτσή- και ο δικός του Βαρουφάκη. Να χάνει χρονο, να βάζει <πιστόλια στο τραπέζι> να στρέφεται σε εναλλακτικές επιλογές που στην περίπτωση του ήταν ο Στρος Καν. Καθώς δεν ήταν οξυδερκής σε έξι μήνες οδήγησε τη χώρα σε διεθνή οικονομικό έλεγχο και τον εαυτό του στο περιθώριο. Εκεί φαίνεται μικρός ηγέτης.
Ανάμεσα στους Παπανδρέου και τον Τσίπρα υπάρχουν όλες οι αναλογίες. Ο σημερινός Πρωθυπουργός έχει να διαλέξει ανάμεσα στο 1981 και στο 2009. Ανάμεσα στον Ανδρέα και τον ΓΑΠ.
Ο ένας δεν έβαλε τη δήθεν <συνέπεια> πάνω από το συμφέρον της χώρας. Δεν παπαγάλιζε τις προεκλογικές <κόκκινες γραμμές> αντιλαμβανόμενος ότι η ΕΟΚ ήταν η μόνη διέξοδος για τη χώρα. Δεν επέτρεψε να του υπαγορεύουν πολιτική οι ακραίοι του κόμματος του –και ήταν πολλοί- πήρε αποφάσεις με ιστορικό ορίζοντα, θωράκισε τη χώρα και προσανατόλισε την κοινωνία στην Ευρώπη.
Ο άλλος βρέθηκε με τρομακτική ισχύ στα χέρια του, χωρίς αντιπολίτευση και με τον προκάτοχο του να του έχει στρώσει το δρόμο προς τη λύση του δημοσιονομικού προβλήματος που παρέλαβε με άμεσα μέτρα, μεταρρυθμίσεις και καθαρές κουβέντες με τους Ευρωπαίους.
Αντί να καταθέσει πρόγραμμα προσαρμογής στις Βρυξέλλες ποντάρισε στην Ουάσινγκτον στην πράσινη ανάπτυξη και άλλες θεωρίες. . Αντί να μιλήσει καθαρά με τους εταίρους τους έπαιζε μαζί τους την κολοκυθιά. Τα αποτελέσματα τα πληρώνουμε ακόμη.
Αναλαμβάνοντας την εξουσίας ο Αλέξης Τσίπρας μπορούσε να προκαλέσει άμεσα συνομιλίες εφ όλης τη ύλης με τους εταίρους. Να πάρει ότι μπορούσε να πάρει – και θα έπαιρνε αρκετά -και ακολούθως να συνεχίσει το πρόγραμμα δημοσιονομικής εξυγίανσης και μεταρρυθμίσεων –αλλά όχι με τον τρόπο των προκάτοχων του.
Με κοινωνική δικαιοσύνη και με βαθιές τομές στο εσωτερικό της χώρας, στη διοίκηση και στο πολιτικό σύστημα. Ωστόσο υιοθετώντας λάθος θεωρίες -α λα Γ. Παπανδρέου -έκανε το ένα λάθος μετά το άλλο και σήμερα βρίσκεται σε δραματική θέση. Δεν μπορεί καν κυβερνήσει και βρίσκεται μια ανάσα από το έρεβος – το οποιο παραδόξως ορισμένοι Συριζαίοι επιδιώκουν- επικαλούμενοι ένα πρόγραμμα που έφτιαξαν μόνοι τους στον αέρα.
Παρ όλα αυτά ο Τσίπρας έχει μια δεύτερη ευκαιρία για να εξασφαλίσει την ομαλή δανειοδότηση της χωράς και να διασώσει τη χώρα και το εγχείρημά του. Μια μια νέα συμφωνία.
Θα είναι μεν τρίτο μνημόνιο αλλά θα αποτρέψει την καταστροφή και θα του δώσει το περιθώριο κυβερνήσει απρόσκοπτα . Να δώσει την Αριστερά την εύκαιρα να δείξει τις πολιτικές αρετές της στη διαχείριση.
Αυτή η δεύτερη ευκαιρία περνάει αναπόφευκτα από νέα προσφυγή στις κάλπες. Οι εκλογές εδώ και τώρα είναι η άλλη όψη της δεύτερης ευκαιρίας του Πρωθυπουργού: θα απαλλαγεί από του προβληματικούς της Κοινοβουλευτικής Ομάδας και θα επεκτείνει την επιρροή του στο χώρο της Κεντροαριστεράς .
Κοντολογίς θα πάρει μια νέα εντολή και θα κάνει μια νέα αρχή με ευρύτερη στήριξη – άλλωστε δεν έχει αντίπαλο.
ΥΓ Αν χάσει αυτή την ευκαιρία δεν θα έχει άλλη. Η χώρα θα επιβιώσει και χωρίς αυτόν και θα επιβιώσει στην Ευρώπη- καθώς υπάρχουν ισχυροί δεσμοί με την Ευρπωη. Η Ευρωπαϊκή Ένωση και η Ευρωζώνη έχουν λόγο και αρμοδιότητες στη χώρα- δεν είναι αντίπαλοι η εισβολείς. Αλλά ο ίδιος θα περάσει στην ιστορία όχι ως Αλέξης, αλλά ως Αλεξάκης.