Του Διογένη Λόππα
Εκ πρώτης όψεως η κατάσταση δείχνει ειδυλλιακή τόσο, όσο ο μιντιακός βραχίονας του Καθεστώτος να έχει έναν εύλογο λόγο να πανηγυρίζει. Ο πολεμοχαρής Σουλτάνος μεταμορφώθηκε σε αμνό, τα ερευνητικά πλοία έδεσαν οριστικά στην Αλεξανδρέττα και τα τουρκικά F16 ξέμειναν από καύσιμα και ανταλλακτικά.
Για να φτάσουμε στη συμβολική (διπλή) υπόκλιση του Έλληνα υπουργού των εξωτερικών προς τον Αφέντη της Ανατολικής Μεσογείου, προηγήθηκαν πολλαπλά στάδια κατευνασμού. Η επίθεση φιλίας του Τούρκου Προέδρου δεν έγινε άνευ σοβαρών ανταλλαγμάτων εν είδη γεωπολιτικής προκαταβολής.
Πρώτα από όλα η πιο ενδοτική κυβέρνηση της μεταπολίτευσης, ξέχασε το Κυπριακό. Η Κύπρος κείται μακράν. Λογικό, καθώς το elementary point των σχέσεων με την Τουρκία είναι η Κύπρος και η παράνομη στρατιωτική εισβολή και κατοχή. Συνεπώς δε νοείται καμμία βελτίωση των (εχθρικών) σχέσεων πριν την όποια διευθέτηση του προβλήματος, ενός προβλήματος που αντανακλά βέβαια και στο Αιγαίο, όπου λογικά πιθανολογείται επανάληψη του συμβάντος.
Αφού λοιπόν η διπλωματία της υπόκλισης παρέκαμψε την Κύπρο, στη συνέχεια πλήρωσε μια σοβαρή γεωπολιτική προκαταβολή που συνίσταται σε τρεις συμβολικές δράσεις:
- Στην de facto αποστρατικοποίηση των νησιών με την απόσυρση και μη αντικατάσταση των συστημάτων που στάλθηκαν στην Ουκρανία
- Στην de facto εγκατάλειψη του αεροπορικού δόγματος των 10 μιλίων, όπου, όπως μαθαίνω από φίλους αεροπόρους, αποφασίστηκε η αναγνώριση και αναχαίτιση των από αέρος εισβολέων στα 6 μίλια πλέον και η ουσιαστική εγκατάλειψη των 10 μιλίων αεροπορικής κυριαρχίας
- Στην de facto αναγνώριση των γκρίζων ζωνών, όπου πλέον το λιμενικό απαγορεύεται να προσεγγίσει και πολύ περισσότερο να εφαρμόσει κυριαρχικά δικαιώματα.
Με αυτές τις παραχωρήσεις, που κάνουν τη συμφωνία της Μαδρίτης να μοιάζει με τη συνθήκη των Σεβρών, η κυβέρνηση Μητσοτάκη εξαγόρασε τη συναίνεση του Σουλτάνου για την έναρξη μιας ειρηνικής περιόδου, που στην πραγματικότητα είχαν μεγάλη ανάγκη οι Τούρκοι, λόγω της επικίνδυνης όξυνσης των σχέσεών τους με το Ισραήλ, αλλά και λόγω του ανατολίτικου παζαριού που έχουν ξεκινήσει συνολικά με τη Δύση, για την αποδέσμευση είτε των Αμερικανικών F16, είτε των Βρετανικών Eurofighter.
Κοινώς, οι λεονταρισμοί εναντίον του Ισραήλ για τα μάτια της Χαμάς και των μουσουλμάνων των πρώην Οθωμανικών επαρχιών της Βορείου Αφρικής, καθίσταντο ιδιαίτερα επικίνδυνοι, ιδιαίτερα στο υποθετικό αλλά καθόλου απίθανο σενάριο εμπλοκής της Χεζμπολάχ και του Ιράν. Αν δηλαδή σε μια τέτοια εμπλοκή η Τουρκία συρόταν από τις περιστάσεις να συνδράμει το Ιράν, έστω και απρόθυμα με παροχή τεχνογνωσίας και υποστήριξης, ένα ανοιχτό μέτωπο στο Αιγαίο και τον Έβρο με τους συμμάχους του Ισραήλ, θα ήταν καταστροφικό ακόμα και ως σκέψη.
Σε αυτή τη δύσκολη διπλωματική στιγμή για την Τουρκία, όπου οι γείτονες εμφανίζονται ανοιχτά ως υποστηρικτές της Χαμάς και ενώ σοβαροί Αμερικανοί αναλυτές επιμένουν ότι επίκειται ακόμα και κοινή στρατιωτική δράση Ιράν – Τουρκίας στην περίπτωση εκτράχυνσης της κατάστασης στη Γάζα, για κάποιον δύσκολα κατανοητό λόγο, η κυβέρνηση Μητσοτάκη πρόσφερε σανίδα σωτηρίας, σκορπίζοντας μάλιστα σκεπτικισμό σε Κύπρο, Ισραήλ, Αίγυπτο και Ιορδανία.
Τι είναι αυτό που σκόρπισε τον τρόμο στην ενδοτική βαλκάνια κυβέρνηση που έχει ως μοναδικό σκοπό ύπαρξης την εξυπηρέτηση της εγχώριας ολιγαρχίας και την εγκαθίδρυση ενός αυταρχικού καθεστώτος με πουτινική διάρκεια στο χρόνο;
Η απάντηση έρχεται από τη μακρινή Ουκρανία και συνδέεται με τις εκεί δυσάρεστες για τη Δύση εξελίξεις.
Σύμφωνα με τον κορυφαίο σήμερα Αμερικανό στρατηγιστή, καθηγητή Μερσχάιμερ, κατά τη μετάβαση από το μονοπολικό σύμπαν των ΗΠΑ στον πολυπολικό κόσμο, κυριαρχούν δύο σχολές σκέψης και δράσης, από τη μία η Liberal της Δύσης και από την άλλη η Realistic, των Αυταρχικών Καθεστώτων.
Σύμφωνα με την πρώτη σχολή, στην οποία ανήκει και η Ελλάδα, οι δυτικού τύπου δημοκρατίες, ανεξαρτήτως μεγέθους, διαθέτουν πλήρη δικαιώματα κυριαρχίας, συνεπώς δικαιούνται να επιλέξουν αν θα προσχωρήσουν στο ΝΑΤΟ ή την ΕΕ. Επίσης έχουν δικαιώματα άσκησης πλήρους κυριαρχίας επί των εδαφών τους, ανεξάρτητα αν στα εδάφη αυτά πλειοψηφούν πληθυσμοί τρίτων χωρών.
Σύμφωνα με τη δεύτερη σχολή, οι μεγάλες δυνάμεις ή οι αναδυόμενες μεγάλες δυνάμεις, δικαιούνται ζώνες επιρροής και ουδέτερα εδάφη που θα διασφαλίζουν ζητήματα ασφαλείας.
Κατά τον Μερσχάιμερ, για τα δεινά της Ουκρανίας δεν ευθύνεται η στρατιωτική εισβολή της Ρωσίας, αλλά η προκλητική επέκταση του ΝΑΤΟ στα προάστια της Μόσχας. Με την ίδια λογική, η Ρωσία δικαιούται να απαιτήσει την ύπαρξη μιας ουδέτερης ζώνης ανάμεσα στην ίδια και στους γεωπολιτικούς ανταγωνιστές της, συνεπώς κράτη που συνορεύουν με μεγάλες δυνάμεις, όπως π.χ η Κούβα, το Μεξικό, η Ουκρανία, οι χώρες της βαλτικής, οφείλουν να διατηρούν ουδετερότητα.
Το πρόβλημα με τη θεωρία του Μερσχάιμερ, που βέβαια ασπάζεται όλος ο παγκόσμιος νότος και βέβαια η Τουρκία, έχει δύο ιδιαίτερα δυσάρεστες προεκτάσεις για τη Δύση.
Πρώτον, είναι σχεδόν βέβαιο ότι σε έναν χρόνο από τώρα, δηλαδή από την πρωτοχρονιά του 2025, στο Οβάλ Γραφείο θα στρογγυλοκάθεται ο Τράμπ, ο οποίος έχει ήδη διαμηνύσει ότι προτίθεται να ακολουθήσει τη σχολή του Μερσχάιμερ, δηλαδή την ομαλοποίηση των σχέσεων με τη Ρωσία, ώστε να αντιμετωπιστεί πιο αποτελεσματικά ο πραγματικός αντίπαλος των συμφερόντων των ΗΠΑ, που είναι η Κίνα.
Δεύτερον, η ταπεινωτική ήττα της Δύσης στην Ουκρανία, de facto θεμελιώνει τη σχολή Μερσχάιμερ ως την κυρίαρχη σχολή γεωπολιτικής στον πλανήτη. Αφού δηλαδή η Δύση, παρά την αμέριστη υποστήριξη με πολιτική, προπαγάνδα, όπλα και κυρώσεις απέτυχε να σώσει την Ουκρανία, ουσιαστικά αποδέχεται τα τετελεσμένα των ρωσικών όπλων, αυτά δηλαδή που αναμένεται να διατυπωθούν στη συνθήκη ειρήνης που πολύ σύντομα, μετά την απομάκρυνση με τον ένα ή τον άλλο τρόπο του Ζελένσκι από την εξουσία, θα κληθούν να υπογράψουν όλα τα μέρη.
Στην αναμενόμενη αυτή συνθήκη, που θα υπαγορευτεί αφενός υπό την πλήρη επικράτηση του ρωσικού στρατού και αφετέρου υπό την απροθυμία της Δύσης να υπερασπιστεί ενεργά, με μπότες στο έδαφος, τις υποτιθέμενες αξίες της (αυτές που καταστρατήγησε στην Κύπρο, στη Σερβία και βάζοντας πλάτες σε καθεστώτα τύπου Σαουδικής Αραβίας), αναμένεται να θεσμοθετηθεί η μέριμνα μιας ουδέτερης Ουκρανίας, με μειωμένα κυριαρχικά δικαιώματα, που θα λειτουργεί ως αμορτισέρ ανάμεσα στη Ρωσία και στο ΝΑΤΟ.
Αυτό τώρα είναι το καλό σενάριο, γιατί το άσχημο σενάριο θέλει τα ρωσικά στρατεύματα να συνεχίσουν την προέλασή τους δυτικά, έως ότου η διπλωματία, μετά την έλευση Τραμπ και την εκλογική ήττα Ευρωπαίων ηγετών που επένδυσαν το πολιτικό τους μέλλον στο λάθος άλογο, αποφασίσει για μια οριστική διευθέτηση αυτού που ο Πούτιν προσωπικά αποκαλεί ”Νέα αρχιτεκτονική της Ευρωπαϊκής ασφάλειας”, που πρακτικά σημαίνει τη διαίρεση της Ευρώπης σε ζώνες επιρροής βασισμένες στο χάρτη πριν την έναρξη του Α’ παγκοσμίου πολέμου.
Λεπτομέρεια: Στις καθημερινές τηλεοπτικές εμφανίσεις του Μερσχάιμερ, το φόντο από πίσω του, είναι ένας προπολεμικός χάρτης της Αυτοκρατορικής Ευρώπης.
Η δυσάρεστη αυτή εξέλιξη επί του πεδίου, φέρνει σε απελπιστική θέση την κυβέρνηση Μητσοτάκη, η οποία επένδυσε επίσης το πολιτικό της μέλλον στο λάθος άλογο και επιπροσθέτως μίλησε πρώιμα για σωστή πλευρά της ιστορίας.
Κατά την ταπεινή μου άποψη, πράγματι η Ελλάδα βρέθηκε στη σωστή πλευρά της ιστορίας, τουλάχιστον ως προς τις δικές της επιδιώξεις επί του διεθνούς δικαίου και της Liberal παγκόσμιας διευθέτησης, πλην όμως απέτυχε να προβλέψει την έκβαση της σύγκρουσης, πράγμα που αποτελεί μέγιστο πολιτικό ατόπημα, αφού δεν ήταν και πυρηνική φυσική να προβλέψει κανείς τη ρωσική νίκη, από τη στιγμή που η Δύση αρνήθηκε κατηγορηματικά να εμπλακεί επί ίσοις όροις.
Έτσι σήμερα η Ελλάδα για πρώτη φορά στη σύγχρονη ιστορία της, βρίσκεται στην πλευρά των ηττημένων, έχοντας ξοδέψει πολύτιμο διπλωματικό κεφάλαιο παρέχοντας αφειδώς όπλα για να σκοτώνονται Ρώσοι, παραχωρώντας άσκοπα βήμα στον αμφιλεγόμενο Ζελένσκι και κάνοντας λόγο ανοήτως, σε ανώτατο μάλιστα επίπεδο, για εμπόλεμη κατάσταση με τη Ρωσία.
Θα πρέπει επίσης οι αναγνώστες να γνωρίζουν, ότι στη ”Νέα αρχιτεκτονική ασφάλειας της Ευρώπης” του Πούτιν, ακριβώς όπως ορίζει και ο προπολεμικός χάρτης του Μερσχάιμερ, η δική μας περιοχή αποτελεί πρόβλημα τουρκικής διευθέτησης (Ottoman Subject) με την ανοχή της Ρωσίας.
Συνεπώς, αν επιθυμούμε να κατανοήσουμε τα κίνητρα της υπόκλισης της Ελληνικής Κυβέρνησης στον Σουλτάνο, αυτά δεν είναι ούτε διπλωματική αβρότητα, ούτε προσωπική παραξενιά ενός καθολικά αποτυχημένου στελέχους της (με ότι καταπιάστηκε), αλλά πρόκειται για μια κίνηση πολιτικού συμβολισμού, μπροστά στη δυσάρεστη κατάσταση που αντιμετωπίζει, ως απόρροια των εντελώς εσφαλμένων επιλογών της.
Κάπως έτσι φτάσαμε από την πατριωτική αριστερά των Τσίπρα – Κοτζιά, όπου τα ερευνητικά ήταν δεμένα από φόβο και όπου ο Ερντογάν μιλούσε στην Αθήνα για μουσουλμανική μειονότητα, στη σημερινή διπλωματία της υπόκλισης.
Και το γεγονός αυτό από μόνο του κάνει επιτακτική ανάγκη την άμεση επιστροφή της πολιτικής θεωρίας Τσίπρα – Κοτζιά στην κυβέρνηση, πριν να είναι πολύ αργά.