Του Διογένη Λόππα
Υπάρχουν μήλα και πορτοκάλια, δημοκρατίες και αυταρχικά καθεστώτα, ιστορικές ομιλίες και ”ιστορικές” ομιλίες. Να ξεχωρίσεις τα μήλα από τα πορτοκάλια είναι εύκολο. Τα καθεστώτα από τις δημοκρατίες, επίσης. Παίρνεις μια χώρα αναφοράς, π.χ. Τη Γαλλία, και ξεκινάς τις συγκρίσεις. Για τις ιστορικές ομιλίες ισχύει το ίδιο. Έχουν γίνει εκατοντάδες ιστορικές ομιλίες στην ιστορία, ανάμεσα στον Επιτάφιο του Περικλή και το ”έχω ένα όνειρο” του Μάρτιν Λούθερ Κίνγκ. Μια ομιλία άξια ως σημείο αναφοράς για να χαρακτηριστεί μια άλλη ως τέτοια, είναι αυτή του Ερνέστο Τσε Γκεβάρα από το βήμα των Ηνωμένων Εθνών, στις 11 Δεκεμβρίου του 1964.
Αν κάτι ξεχώρισε ιδιαίτερα από την ομιλία εκείνη, ήταν η προτροπή του Αργεντινού ρεβολουσιονάριου: Queremos paz (Θέλουμε ειρήνη). Στη δική του ομιλία, ο χασάπης του Ντομπάς είπε το ακριβώς αντίθετο: Θέλουμε πόλεμο. Ο μεγάλος Τσε, θυσίασε τη ζωή του πολεμώντας υπέρ των καταπιεσμένων της Λατινικής Αμερικής και της Αφρικής. Ο μικρός Βολοντίμιρ, θυσιάζει τις ζωές των συμπολιτών του για να ικανοποιήσει τις μύχιες επιδιώξεις των αιμοβόρων προστατών του. Ο Τσε δεν απέκτησε ποτέ τίποτα από ότι του προσφέρθηκε. Ο Βολοντίμιρ στοιβάζει τίτλους ακινήτων στο Λονδίνο και αριθμούς τραπεζικών λογαριασμών σε φορολογικούς παραδείσους.
Ο Τσε πείστηκε από τον ίδιο τον Φιντέλ Κάστρο για την ανάγκη μιας βίαιης αλλαγής στην Κούβα, που θα έδινε την ευκαιρία σε εκατομμύρια ανθρώπους να αποκτήσουν δωρεάν πρόσβαση σε μια υψηλού επιπέδου εκπαίδευση, σε ένα από τα πιο εξελιγμένα συστήματα υγείας στον κόσμο και σε αξιοπρεπή εργασία και στέγη, που μέχρι τότε ήταν μακρινό όνειρο, μόνο για προνομιούχους, ενώ η χώρα είχε μετατραπεί σε μια αυταρχική μπανανία που μοναδικό σκοπό είχε να ξεπλένει τα μετρητά της μαφίας των ΗΠΑ.
Ο Βολοντίμιρ πείστηκε για το ακριβώς αντίθετο: Να μετατρέψει τη χώρα του σε ένα τεράστιο πλυντήριο κάθε είδους παράνομης δραστηριότητας, να μετατρέψει το μισό πληθυσμό της Ουκρανίας (Ρωσόφωνους) σε πολίτες δεύτερης κατηγορίας χωρίς δικαιώματα και να προετοιμάσει μια ανορθόδοξη σύγκρουση εναντίον της Ρωσίας, χρησιμοποιώντας κεφάλαια και όπλα από τη δύση και πρόθυμες μπότες στο έδαφος από τις νεοναζιστικές συμμορίες που ήδη είχαν ενθαρρυνθεί να βγουν στην επιφάνεια και εκπαιδευθεί από νατοϊκούς ειδικούς.
Από την όψιμη ίδρυση του Ουκρανικού κράτους, μετά δηλαδή τη διάλυση της Σοβιετικής Ένωσης το 1991, οι Ουκρανοί παραδοσιακά ψήφιζαν δυτικόφιλους υποψηφίους στα δυτικά και Ρωσόφιλους στα ανατολικά. Ακόμα και αν δεχθούμε ότι το πραξικόπημα που ανέτρεψε τον Ρωσόφιλο Γιανουκόβιτς δεν ήταν οργανωμένη εξέγερση από τη δύση, αλλά ειρηνική επανάσταση, ακόμα και αν καταπιούμε αμάσητη την προπαγάνδα του καθεστώτος περί εισβολής στην Κριμαία και παράνομης απόσχισης του Ντονμπάς, παραμένουν κάποιες ενοχλητικές λεπτομέρειες.
Βλέπετε, εδώ στη δύση, έχουμε τις λειτουργίες μας και τις δυσλειτουργίες μας. Μια από τις πιο σοβαρές λειτουργίες μας είναι ο ορθολογισμός, η αναζήτηση της αιτίας των πραγμάτων και η παθολογική λατρεία μας για κάθε τι Ουμανιστικό. Έτσι, παρά τις φιλότιμες προσπάθειες της συστημικής προπαγάνδας να παρουσιάσει μια κατάσταση άσπρου – μαύρου προς υποστήριξη του αυταρχικού καθεστώτος του Κιέβου, ανησυχητικά πολλοί Ευρωπαίοι πολίτες αρνούνται να πειθαρχήσουν και εξακολουθούν να εμπιστεύονται για την κρίση τους τις αλάνθαστες μεθόδους που τους κληροδότησε ο Αριστοτέλης.
Ο μεγαλύτερος λεκές του δυτικού αφηγήματος για τον εμφύλιο της Ουκρανίας είναι η εμμονή να παρουσιάσουν το καθεστώς του Κιέβου σαν μια όαση δυτικής δημοκρατίας και το σύγχρονο ουκρανικό κράτος ως θύμα μιας βάρβαρης εισβολής από έναν ανώτερο αντίπαλο τον οποίο εμφανίζουν ως ένα είδος μετενσάρκωσης του Σάρουμαν. Μάλιστα η επωδός κάθε διπλωματικής προσπάθειας είναι η αξίωση απόσυρσης του Ρωσικού στρατού από το Ντονμπάς, ακόμα και από την Κριμαία, δηλαδή η παράδοση εκατομμυρίων αμάχων ρωσικής καταγωγής στις εκδικητικές διαθέσεις του Κιέβου. Πόση όμως δημοκρατική νομιμοποίηση υπάρχει πίσω από μια τέτοια αξίωση;
Από τα Στάγειρα ακούγονται φωνές. Δυνατές φωνές. Γιατί ο σημερινός Ουκρανός πρόεδρος δεν εκλέχθηκε βέβαια με τις ψήφους του Ντονμπάς ή της Κριμαίας, αφού οι επαρχίες αυτές είχαν ήδη αποσχισθεί και δεν ψήφισαν στις εκλογές του 2019. Συνεπώς, η δύση, παραβλέποντας τις ιδεολογικές της αρχές, προσπαθεί να μας πείσει ότι το καθεστώς του Κιέβου νομιμοποιείται να αποφασίζει για επαρχίες που απείχαν από τις εκλογές και να απαιτεί επιστροφή εδαφών τα οποία έχουν δικαίωμα αυτοδιάθεσης με βάση το διεθνές δίκαιο.
Είναι ως κάποιος να ισχυρίζεται ότι ο πρόεδρος της Σερβίας θα αποφασίζει για τις υποθέσεις του Κοσόβου, εφόσον πρέπει να ισχύουν οι αποφάσεις του ΟΗΕ, ότι δηλαδή το Κόσοβο αποτελεί αναπόσπαστο κομμάτι της Σερβίας. Πράγματι, ο κ. Βούτσιτς θα μπορούσε να πράξει κάτι τέτοιο, εφόσον όμως είχε προηγηθεί κάποια επιθυμία των Κοσοβάρων να επανενωθούν με τη Σερβία και γινόταν γενικές εκλογές. Αντίστοιχα, ο κ. Αναστασιάδης στην Κύπρο, δεν απείλησε να εισβάλει στα κατεχόμενα ή να εξολοθρεύσει τους Τουρκοκυπρίους, αλλά αντίθετα αγωνίζεται, όπως και οι προκάτοχοί του, απελπισμένα, να πετύχει μια δίκαιη λύση που θα οδηγήσει το νησί σε μια γενικά αποδεκτή επανένωση.
Ο κ. Ζελένσκι είναι πράγματι νόμιμα και δημοκρατικά εκλεγμένος πρόεδρος της Ουκρανίας, αλλά όχι όλης της Ουκρανίας. Η νομιμοποίησή του εξαντλείται στις περιοχές εκείνες όπου έγιναν κανονικά εκλογές. Στις υπόλοιπες περιοχές, η τελευταία νομιμοποίηση που ισχύει είναι οι συμφωνίες του Μινσκ, τις οποίες ο ίδιος ο κ. Ζελένσκι είχε επανειλημμένα και παραβιάσει και αποποιηθεί.
Στο μεσοδιάστημα το αιμοσταγές καθεστώς του, εξαπέλυσε ένα αδιανόητο για τον εικοστό πρώτο αιώνα πογκρόμ επί δικαίων και αδίκων στο Ντονμπάς, όπου όχι μόνο παραβιάστηκε κάθε δικαίωμα των εκεί μειονοτήτων, αλλά και βομβαρδίστηκαν αδιακρίτως κέντρα πόλεων με χιλιάδες νεκρούς αμάχους, ενώ τα ναζιστικά τάγματα τύπου Αζόφ έγιναν ο φόβος και τρόμος των κατοίκων, πριν αυτοί τελικά πάρουν την κατάσταση στα χέρια τους.
Όλα αυτά δε γράφονται για να απαλειφθούν οι ευθύνες της Ρωσίας, τόσο για τη στρατιωτική εισβολή, όσο και για τις βιαιοπραγίες που ακολούθησαν και που εξακολουθούν να διαπράττονται. Γράφονται για να δώσουν τροφή για σκέψη στους κανονικούς Ευρωπαίους, ώστε εργαλειοποιώντας τις βάσεις του ευρωπαϊκού τους πολιτισμού, να πιέσουν ώστε να αναζητηθούν δίκαιες διπλωματικές λύσεις και να σταματήσει η παράνοια αυτού του πολέμου, που δεν οδηγεί πουθενά.
Έχοντας ήδη επί ευρωπαϊκού εδάφους τα περίπλοκα αδιέξοδα της Κύπρου και του Κοσόβου, όπου όλες οι συζητήσεις γίνονται επί ρεαλιστικής βάσης που έχει διαμορφωθεί de facto στο έδαφος, είναι παράνοια υψίστου βαθμού να αιθεροβατούμε στο Ουκρανικό, ζητώντας από τους Ρώσους να εγκαταλείψουν την Κριμαία και το Ντομπάς στους χασάπηδες του Κιέβου. Αντί για αυτό, θα ήταν ίσως προσφορότερο να καταδείξουμε στον κ. Ζελένσκι την ωμή πραγματικότητα και να τον πιέσουμε να επιστρέψει στο τραπέζι των συνομιλιών με συμβιβασμούς που να ανταποκρίνονται στην πραγματικότητα, στη λογική και στην ευρωπαϊκή δημοκρατική κουλτούρα.
Ότι δηλαδή απαιτούμε από τον κ. Αναστασιάδη και από τον κ. Βούτσιτς.
Αντί να παπαρολογούμε αδιακρίτως για δήθεν ιστορικές ομιλίες που είναι ιστορικές μόνο στο να προσβάλλουν την ιστορική μας μνήμη και την προσωπική μας αξιοπρέπεια, ας σπαταλήσουμε λίγη από την ενέργεια αυτή, μήπως και σώσουμε κάτι για τις επόμενες γενιές. Στην Ήπειρο που δεν έχουν ακόμα περάσει ούτε 80 χρόνια από το ολοκαύτωμα, το Στάλινγκραντ και τις Αρδένες, είναι αυτοκτονία να επενδύουμε σε έναν πόλεμο, όποιο και αν είναι το διακύβευμα.
Queremos Paz.