Του Νίκου Λακόπουλου
“Ή ο Ανδρουλάκης είναι επικίνδυνος και νόμιμη η επισύνδεση ή πρέπει να απολογηθεί ποινικά η εισαγγελέας”. Με τον πιο σαφή τρόπο ο Πρόεδρος του Δικηγορικού Συλλόγου Αθηνών έθεσε την ουσία του θέματος ζητώντας την παρέμβαση του Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου στην υπόθεση των υποκλοπών.
Σε ανακοίνωσή ο ΔΣΑ αναφέρει πως ο Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου οφείλει να διερευνήσει πρωτίστως, εάν ήταν σύννομη ή μη η άρση της προστασίας του τηλεφωνικού απορρήτου από τα εμπλεκόμενα μη πολιτικά πρόσωπα.
“Σε μια δημοκρατική πολιτεία δεν μπορεί να γίνει δεκτό ότι υφίστανται κρατικοί μηχανισμοί που λειτουργούν χωρίς έλεγχο και χωρίς όρους διαφάνειας και λογοδοσίας».
Σε εκδήλωση που οργάνωσε ο Δικηγορικός Σύλλογος Αθηνών ο Ευάγγελος Βενιζέλος επανήλθε στην άποψη πως είναι αντισυνταγματική η νομοθετική ρύθμιση η οποία παρέχει στην εισαγγελέα που ασκεί καθήκοντα στην ΕΥΠ με ανώνυμη αιτιολογία να προχωράει στην άρση του τηλεφωνικού απορρήτου.
“Οι βουλευτές, ευρωβουλευτές, οι υπουργοί, η πρόεδρος της Δημοκρατίας, έχουν ασυλία και το ακαταδίωκτο και υπάγονται σε ειδικό συνταγματικό καθεστώς και σε ειδικές νομοθετικές διατάξεις” όπως είπε.
Ο πρώην υπουργός Δικαιοσύνης, επίτιμος καθηγητής Αστικού Δικαίου και Ακαδημαϊκός Μιχαήλ Σταθόπουλος επισήμανε ότι ο πρωθυπουργός ως επικεφαλής της ΕΥΠ έχει ο ίδιος αντικειμενικές ευθύνες και θα έπρεπε να παραιτηθεί αφού προηγουμένως είχε καλέσει τον κ. Ανδρουλάκη να του δώσει το φάκελο της παρακολούθησής του.
“Όσοι επικαλέστηκαν το απόρρητο και δεν έδωσαν στοιχεία για την άρση του απορρήτου του κ. Ανδρουλάκη, παρανόμησαν και διέπραξαν αξιόποινες πράξεις και για το θέμα πρέπει να παρέμβει η Δικαιοσύνη” είπε.
Ο πρώην υπηρεσιακός υπουργός Εσωτερικών και ομότιμος καθηγητής Συνταγματικού Δικαίου Νικόλαος Αλιβιζάτος στην ίδια εκδήλωση υπογράμμισε ότι υπάρχει μια ομολογημένη υποκλοπή και εάν αποκαλυφθεί ότι υπήρξαν πολλές παρακολουθήσεις δεν μπορεί να σταθεί η κυβέρνηση και είναι συνταγματική και νομική υποχρέωση η παραίτηση, καθώς έχει χαθεί η εμπιστοσύνη του λαού.
Η αδράνεια της Δικαιοσύνης
“Είναι λοιπόν απορίας άξιο, γιατί ο Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου περιορίζει μέχρι σήμερα την έρευνά του μόνο στα πλημμεληματικής υφής ζητήματα της διαρροής πληροφοριών από την ΕΥΠ τιθέμενος μάλιστα ο ίδιος επικεφαλής της έρευνας- κάτι που δεν συνηθίζεται και δεν διερευνά το μείζον ζήτημα της νομιμότητας των επίμαχων «επισυνδέσεων» για τα μη πολιτικά πρόσωπα που εμπλέκονται” θα πει ο Δημήτρης Βερβεσός.
“Ουδείς κείται πέραν και πάνω των ποινικών νόμων. Εν προκειμένω, ενώ έχουν υποβληθεί σχετικές μηνυτήριες αναφορές, για καμία εξ αυτών δεν φαίνεται να έχει προχωρήσει επαρκώς η ποινική διαδικασία. Αντιθέτως, όσο περνάει ο χρόνος, συνεπεία «τεχνικών λαθών» -η αιτία και η ενδεχόμενη σκοπιμότητα των οποίων χρήζουν επίσης ποινικής διερεύνησης- δεν γνωρίζουν την τύχη κρίσιμων στοιχείων, όπως το περιεχόμενο των καταγραφεισών συνομιλιών, προ της παρέλευσης του νομίμου χρόνου διατήρησής τους”.
“Είναι αυτονόητο ότι η συγκέντρωση του αποδεικτικού υλικού, που θα αποτελούσε ισχυρή ένδειξη τήρησης ή μη της νομιμότητας, αποτελεί καθήκον των εισαγγελικών και ανακριτικών αρχών, που έχουν επιληφθεί των υποβληθεισών μηνύσεων. Όταν βρισκόμαστε αντιμέτωποι με απειλές της Δημοκρατίας οι λειτουργοί της ποινικής δικαιοσύνης, οφείλουν να ενεργούν κατ’ απόλυτη προτεραιότητα. Η αδικαιολόγητη καθυστέρηση δεν απέχει πολύ από τη συγκάλυψη και η συγκάλυψη δεν απέχει πολύ από τη συνενοχή”.
Ο πολιτικός έλεγχος της Βουλής, μέσω της Επιτροπής Θεσμών και Διαφάνειας και της Εξεταστικής Επιτροπής με την επίκληση του απόρρητου, ακυρώνεται με πρωτοφανείς διαδικασίες όπου ο Πρωθυπουργός δεν καλείται όπως και άλλοι μάρτυρες και ο πρώην διοικητής της ΕΥΠ περιφρονεί την Βουλή.
Ο βουλευτής της Νέας Δημοκρατίας ήταν σαφής σε πρόφατο άρθρο του γράφοντας ότι “το απόρρητο των πληροφοριών της ΕΥΠ δεν επιτρέπεται να προβληθεί από εξωκοινοβουλευτικά πρόσωπα ενώπιον της Επιτροπής Θεσμών και Διαφάνειας της Βουλής κατά την άσκηση του κοινοβουλευτικού ελέγχου”.
“Η πρωτοφανής αυτή άρνηση διασαλεύει την συνταγματική και κοινοβουλευτική τάξη του δημοκρατικού πολιτεύματος και δημιουργεί ένα απαράδεκτο προηγούμενο που περιορίζει – και στην εξεταζόμενη περίπτωση αχρηστεύει – την ελεγκτική λειτουργία της Βουλής προς την Κυβέρνηση, η οποία αποτελεί θεμέλιο του κοινοβουλευτικού συστήματος”.
Η ΕΥΠ δεν υπόκειται σε έλεγχο από τη Βουλή
Στη νέα πράξη της κωμωδίας που παίζεται στη Βουλή ο νέος διοικητής της είπε φέρεται να πει ωμά πως δεν υπόκειται σε έλεγχο της Βουλής και ο πρώην με την κατάθεσή του πως δεν τον απομάκρυνε ο Πρωθυπουργός, αλλά παραιτήθηκε μόνος του, περιέπλεξε τα πράγματα.
Παραιτήθηκε για κάτι που θα ξανάκανε -όπως είπε- που ήταν νόμιμο (!). αλλά ισχυρίστηκε πως ενημ΄έρωνε τον ανηψιό και τον Γιώργο Γεραπετρίτη, τον οποίον μάλιστα τόνισε πως έχει συναντήσει πολλές φορές -άγνωστο με ποια ιδιότητα- ο οποίος αν και πολιτικό πρόσωπο δεν ανέλαβε ως τώρα καμμία ευθύνη.
Απάντησε όμως στο μυστήριο γιατί ο Γ. Γεραπετρίτης έψαχνε τον Νίκο Ανδρουλάκη για κάτι που δεν μπορούσε… να γνωρίζει. Ωστόσο δημιούργησε ένα νέο ερώτημα. Αφού ο Κυριάκος Μητσοτάκης όχι μόνο δεν ήξερε για την παρακολούθηση του Νίκου Ανδρουλάκη, αλλά ούτε καν τον ρώτησε για τους λόγους της, μετά την αποκάλυψή της, πώς ξέρει ότι ήταν νόμιμη και “τεκμηριωμένη”;
Επιπλέον γιατί παραιτήθηκε ο Γ. Δημητριάδης και όχι και ο Γ. Γεραπετρίτης;
Ο Πρωθυπουργός όταν έλεγε ότι ο Κ. Κοντολέων απομακρύνθηκε και δεν παραιτήθηκε μόνος του δεν το… ήξερε ή έλεγε ψέματα;
Η εισηγήτρια του ΠΑΣΟΚ- ΚΙΝΑΛ στην Εξεταστική Επιτροπή Ευαγγελία Λιακούλη θέτει ένα ακόμα ερώτημα:
“Δεν ενημέρωσε ο ίδιος -ο Κοντολέων- τον κ. Μητσοτάκη- Γεραπετρίτη και Δημητριάδη για το θέμα της παρακολούθησης του κ. Ανδρουλάκη. ‘Αρα ποιος τους ενημέρωσε; Μήπως μια πηγή που ταυτόχρονα παρακολουθούσε τον κ. Ανδρουλάκη;”.
Μια πηγή που δεν είναι αντικείμενο έρευνας, όπως και η παρακολούθηση Κουκάκη. Η κυβέρνηση δεν επιτρέπεται να παρακολουθεί πολιτικούς, αλλά αυτό δεν ισχύει για δημοσιογράφους.
Το έργο συνεχίζεται…