Γράφει η ΚαλυψώΠριν από πολλά χρόνια -το 1984 –μερικοί Έλληνες υπάλληλοι των κοινοτικών οργάνων ίδρυσαν μια θεατρική ομάδα όχι μόνον από αγάπη για το θέατρο αλλά και από ανάγκη για μια αμεσότερη κοινωνική σχέση απαραίτητη στις συνθήκες ζωής των Βρυξελλών, τα πρώτα χρόνια μετά την ένταξη.
Από τότε κύλησε πολύ νερό στο αυλάκι. Απο το 1990 μπήκαν στην Ομάδα ο Τάσος Νυχάς και ακολούθησε η Γεωργία Νυχά, που έδωσαν κίνηση στο εγχείρημα.
Ολοι μαζί, με την αγάπη και τη μεθοδικότητά τους και χωρίς καμία οικονομική ενίσχυση, κατάφεραν να φτιάξουν το “Ελληνικό Θεατρικό Εργαστήρι”. Πόλος έλξης μικρών και μεγάλων Ελλήνων που αγαπούν το θέατρο. Χώρος ανάδειξης πραγματικών ταλέντων. Πολλές γενιές παιδιών και νέων γαλουχήθηκαν στα μυστικά αυτής της εξαιρετικής τέχνης πλουτίζοντας τον εαυτό τους, αλλά και διασκεδάζοντας τους Έλληνες των Βρυξελλών.
Η ομάδα συνεχίζει. Το θέατρο είναι μια ιδιόμορφη καλλιτεχνική έκφραση με ξεχωριστή γοητεία που δεν διαρκεί μόνο όσο είναι ζωντανή η παράσταση, αλλά και πολύ αργότερα με τις αναμνήσεις που μας μεταφέρουν σε άλλες εποχές, σε άλλα πρόσωπα, σε άλλες καταστάσεις -κάποτε σ’ εμάς τους ίδιους.
Προηγήθηκαν 46 έργα ελλήνων συγγραφέων –αρχαίων και νεώτερων- σε σκηνοθεσία τις περισσότερες φορές του Τάσου Νυχά , για να φτάσουμε στις παραστάσεις αυτης της περιοδου με την < Ιστορία της Αυτοθυσίας>, του Βασίλη Μαυρογεωργίου- Ομάδας Skrow theater.
Η «Ιστορία της Αυτοθυσίας» παρουσιάστηκε στο πλαίσιο του Φεστιβάλ Αθηνών το 2014 και εντάσσεται στο θέατρο-ντοκουμέντο. Χρησιμοποιεί, μεταξύ άλλων μυθοπλαστικών στοιχείων, ιστορικά πρόσωπα και τις ιστορίες τους σε μια προσπάθεια να θέσει έναν προβληματισμό γύρω από την έννοια της αυτοθυσίας και την επικαιρότητά της σήμερα.
Σ’ ένα μεταθανάτιο χώρο αναμονής και ατέρμονης ευδαιμονίας, που θυμίζει τροπικό νησί, γνωστοί «ήρωες», πρόσωπα ιστορικά ή φανταστικά, όπως η Μαρί Κιουρί, ο Σωκράτης, ο Αθανάσιος Διάκος, ο Τσε Γκεβάρα, η μικρή γοργόνα Άριελ, η Ζαν Ντ’ Αρκ και άλλοι, συζητούν για την αυτοθυσία ως ανάγκη και ως επιλογή, για το πώς βίωσαν τις τελευταίες τους στιγμές και για το πώς θα ήταν οι ζωές τους αν δεν είχαν επιλέξει αυτόν το δρόμο. Έδωσαν τη ζωή τους για κάτι που θεωρούσαν ότι άξιζε περισσότερο. Για τον άνθρωπο, για μια ιδέα, για μια άλλη ζωή.
Το θέμα είναι ευφάνταστο αλλά και αρκετά λεπτό. Πώς ενώνονται οι ιστορίες τόσων μεγάλων που αποφάσισαν να θυσιαστούν για να προχωρήσει ο κόσμος μπροστά, σεβόμενος την μνήμη τους αλλά και χωρίς να βαραίνουν τον θεατή; Αυτό αποδίδεται περίφημα με σύγχρονο και πανέξυπνο τρόπο.
Η αφήγηση ” σπάει” ανάμεσα στις συζητήσεις της ξαπλώστρας και σε ιστορικά αποσπάσματα τα οποία λειτουργούν εν είδει ενός τζου-μπόξ που ταξιδεύει στο χωροχρόνο, με τους ηθοποιούς να προλογίζουν με την ατάκα “φοβερό κομμάτι” που κάθε φορά αποκτά και διαφορετική διάσταση. Μια τεχνική που καταφέρνει να σου κεντρίσει το ενδιαφέρον για να δώσεις βάση στα λεγόμενα.
Στο έργο αυτό δεν δένεσαι τόσο με κάποιον συγκεκριμένο χαρακτήρα αλλά περισσότερο με την ουσία και τα συναισθήματα αυτού που προσπαθεί να σου μεταφέρει ο κάθε ηθοποιός. Οι έξι νέοι, ερασιτέχνες ηθοποιοί, που σε αυτήν την παράσταση ήταν συμπρωταγωνιστές δεν είχαν τίποτα να ζηλέψουν από καλούς και άρτιους επαγγελματίες. Σήκωσαν τη δύσκολη παράσταση δημιουργώντας μας ευχάριστη έκπληξη με την ωριμότητα και την προσεγμένη τους έκφραση.
Φύγαμε από το θέατρο απόλυτα ικανοποιημένοι από την παράσταση και συνεχίσαμε να συζητάμε για ώρα αυτό που το έργο είχε σαν στόχο: την προσωπική σχέση που έχουμε με την έννοια της «Αυτοθυσίας » στη ζωή μας, βλέποντας με ειλικρίνεια τα δικά μας όρια καθημερινής θυσίας. «Καλά, φοβερό κομμάτι !! »