Του Γιαννάκη Λ. Ομήρου
Μετά την εθνική τραγωδία του 1974, το καθημαγμένο από την τουρκική εισβολή Κυπριακό κράτος είχε να αντιμετωπίσει το τεράστιο πρόβλημα της προσωρινής στέγασης, σίτισης και ευρύτερα της μέριμνας για τις δεκάδες χιλιάδες Έλληνες Κύπριους, που από τη μια στιγμή στην άλλη έχασαν τα σπίτια και τις περιουσίες τους και έγιναν πρόσφυγες στην ίδια τους την πατρίδα. Επρόκειτο για ένα γιγάντιο έργο που εκ πρώτης όψεως φαινόταν αδύνατο να φέρει σε πέρας ο κρατικός μηχανισμός.
Και όμως. Η Υπηρεσία Μέριμνας, που συστάθηκε τότε, με τη συνδρομή των Υπηρεσιών Κοινωνικής Ευημερίας και άλλων Κυβερνητικών Τμημάτων, όχι μόνο έφερε σε πέρας αυτό το έργο, αλλά έτυχε και των ευσήμων του ΟΗΕ, «ως μια από τις πλέον επιτυχείς επιχειρήσεις αντιμετώπισης προσφυγικών προβλημάτων διεθνώς με άκρως αποτελεσματική αξιοποίηση της διεθνούς οικονομικής βοήθειας».
45 χρόνια μετά από αυτόν τον άθλο αποτελεσματικότητας και ικανότητας, με την καταξίωση της απόδοσης, αναγνώρισης και επαίνων από διεθνείς οργανισμούς, ο κρατικός μηχανισμός αποδεικνύεται κατ’ επανάληψιν αναποτελεσματικός, πλημμελής, ράθυμος και εν πολλοίς παράλυτος.
Το πρόσφατο τραγικό περιστατικό του 14χρονου μαθητή, που έχασε άδικα τη ζωή του, ως αποτέλεσμα αποτυχίας και απραξίας κρατικών υπηρεσιών, που δεν είναι το μοναδικό, αλλά το πολλοστό τα τελευταία χρόνια, καταδεικνύει τη βαθιά παθογένεια στη λειτουργία της πολιτείας και δημιουργεί τεράστια ερωτηματικά.
Πώς αλλάξαμε; Πώς επήλθε αυτή η εκ βάθρων μετάλλαξη των χαρακτηριστικών του κρατικού μηχανισμού;
Είναι πλέον πασιφανές και πασίδηλον. Καμιά ερευνητική επιτροπή δεν πρόκειται να θεραπεύσει αυτή τη βαθιά παθογένεια που κατατρύχει το δημόσιο τομέα.
Η κατάπτωση του αισθήματος ευθύνης, η πτώχευση αρχών και αξιών, η αναποτελεσματικότητα θεσμών στη δημόσια ζωή, δεν είναι έργο εξωγήινων. Είναι έργο του πολιτικού συστήματος. Μιας νοσούσας κοινωνικής αντίληψης «περί άλλων τυρβάζουσας» . Είναι η ώρα της γενναίας αυτοκριτικής. Για τη βαθμιαία φθορά του πολιτειακού συστήματος και των κρατικών δομών. Για όλα όσα αφέθηκαν να εκδηλωθούν τις τελευταίες δεκαετίες.
Το κυνήγι του εύκολου κέρδους, του άκρατου ατομικισμού, της απληστίας, της επιδειξιομανίας, του μιμητισμού, του νεοπλουτισμού, της ασυλλόγιστης ψηφοθηρικής διόγκωσης του δημόσιου τομέα, της αποσάθρωσης των δικτύων κοινωνικής αλληλεγγύης. Όλα αυτά είναι τα άνθη του κακού, αλλά και το εύφορο έδαφος στο οποίο εύκολα φύτρωσε και ευδοκίμησε και η οικονομική κρίση. Που βρήκε την κυπριακή κοινωνία ανοχύρωτη, απογυμνωμένη από τον παραδοσιακό της χαρακτήρα. Αυτό ακριβώς τον χαρακτήρα, που της επέτρεψε να αντιμετωπίσει την εθνική καταστροφή του 1974 και να επιτύχει την εθνική, οικονομική και κοινωνική αναγέννηση.
Το πολιτικό, κοινωνικό και οικονομικό μοντέλο που υιοθετήθηκε αργότερα, οδήγησε σε κακοήθεις μεταλλάξεις σε όλους τους τομείς του δημόσιου βίου. Στην πολιτική, την οικονομία, την παιδεία, τη δημόσια υπηρεσία, τους αξιακούς κώδικες της κοινωνίας.
Η αντιμετώπιση αυτής της κρίσης, δεν θα γίνει εφικτή με ερευνητικές επιτροπές, των οποίων άλλωστε τα πορίσματα κατά κανόνα εναποτίθενται στον κάλαθο των αχρήστων. Οι αλλαγές είναι τώρα αναγκαίες όσο ποτέ. Σε ένα κόσμο που μεταβάλλεται ραγδαία και γίνεται όλο και περισσότερο ανταγωνιστικός, η Κύπρος χρειάζεται τομές που θα σαρώσουν τις αγκυλώσεις του χθες και τα κατεστημένα του σήμερα. Χρειάζεται να δώσουμε πειστικές απαντήσεις για την ανάκτηση της αυτοδυναμίας του πολιτικού συστήματος, για ένα μοντέλο διακυβέρνησης που θα ρυθμίζει ένα σύγχρονο, αποκεντρωμένο, φιλικό και αποτελεσματικό δημόσιο τομέα. Απαλλαγμένο από το σαράκι των πελατειακών σχέσεων.
Η αλλαγή είναι όρος και προϋπόθεση για τη λειτουργία της δημοκρατίας. Αλλά και για το ξαναζωντάνεμα του κρατικού μηχανισμού και τη δόμηση ενός νέου δικτύου κοινωνικής αλληλεγγύης.
Οι πολίτες αναμένουν και απαιτούν αποκατάσταση της πολιτικής αξιοπιστίας, και της αποτελεσματικότητας του κράτους και των θεσμών. Απαιτούν πρωτοβουλίες με συνολική αναγέννηση της κοινωνίας, των θεσμών και των εθνικών προοπτικών. Με την επανίδρυση του κράτους.
Μόνο έτσι θα «ξαναβρούμε τη ψυχή μας», την αυθεντικότητα μας, την πίστη μας σε αρχές και αξίες και θα δρομολογήσουμε την κοινωνική και εθνική επανεκκίνηση.
*Τέως Προέδρου της Βουλής των Αντιπροσώπων