Toυ Γ. Λακόπουλου
Εδώ και πολύ καιρό πρώην υπουργός -πρώτα της ΝΔ και μετά του ΠΑΣΟΚ, εκτός Βουλής πλέον- πλησιάζει στελέχη του ΠΑΣΟΚ και τους ρίχνει την ιδέα “μήπως η λύση για την Κεντροαριστερά θα ήταν ο Σημίτης;”. Δεν είναι ο μόνος. Ένας κύκλος προσώπων – χωρίς παρουσία στην πολιτική σκηνή σήμερα, αλλά γνωστοί από παλιά ως “σημιτοφύλακες”, διακινούν το ενδεχόμενο να ηγηθεί ο πρώην πρωθυπουργός της προσπάθειας να ανασυγκροτηθεί ο χώρος στον οποίο κινείται το ΠΑΣΟΚ, το Ποτάμι, το κόμμα του Γ. Παπανδρέου και μεμονωμένα πρόσωπα.
Του προτείνουν δηλαδή να ξαναγίνει αρχηγός τους στα 80 του και να ανατρέψει την εκλεγμένη πρόεδρο του ΠΑΣΟΚ, ή να το διασπάσει! Προφανώς δεν τον ξέρουν καλά. Η ιδέα σαν προβοκάτσια εναντιον του ακουγεται παρά ως αναφορά στο κυρος του. Γιατί να θέλει κάτι σαν αυτό που φέρεται να του προτείνεται;
Ο Κώστας Σημίτης είναι αξιοπρεπής άνθρωπος και σοβαρός πολιτικός- όπως και αν κρίνει κάποιος την διακυβέρνησή του . Του καταλογίζονται πολλά και του αναγνωρίζονται αλλά τόσα. Αλλά σε κάθε περίπτωση ειναι ιστορικό πρόσωπο με ‘αισθητή παρουσία στα πολιτικά πράγματα για πέντε δεκαετίες και από αυτή την άποψη έχει το δικό του φωτοστέφανο.
Πολιτική δια του κράτους
Ως πολιτικός υπήρξε πολλά. Αλλά ηγέτης του ΠΑΣΟΚ δεν υπήρξε ποτέ, με την έννοια του επικεφαλής που παίρνει το κόμμα του από την αντιπολίτευση και το πάει στην κυβέρνηση. Αυτό για το ΠΑΣΟΚ το έχουν κάνει μόνο οι δυο Παπανδρέου.
Παρέλαβε το ΠΑΣΟΚ όταν ήταν στην εξουσία, στην οποία το έφερε ο γέρων και ασθενικός Ανδρέας Παπανδρέου για τρίτη φορά το 1993- παρά της προσπάθειες του ιδίου του Σημίτη να μην το καταφέρει. Στην πραγματικότητα παρέλαβε το κράτος -σε μια εποχή μάλιστα που έδεναν τα σκυλιά με τα λουκάνικα. Και δια του κράτους επέβαλε την παρουσία του στο ΠΑΣΟΚ. Πράγματι το 1996 κράτησε στην εξουσία το ΠΑΣΟΚ με την προσωπική δυναμική που είχε εκείνη την περίοδο. Αλλά έτερον εκάτερον.
Μετά την επικράτησή του στο ΠΑΣΟΚ υπήρξε διστακτικός και άβουλος. Είναι ο μόνος πρωθυπουργός και αρχηγός κόμματος που δεν είχε τον έλεγχο ποτέ της οργάνωσης νεολαίας του κόμματος. Όπως είναι και ο πρώτος πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ που εγκατέστησε, σχεδόν επισήμως, ομοσπονδιακό σύστημα.Ένα ποσοστό στο Εκτελεστικό Γραφείο, στο υπουργικό Συμβούλιο στο Ευρωκοινοβούλιο, στο ψηφοδέλτιο Επικρατείας, στον κρατικό μηχανισμό- όπου δηλαδή οι τοποθετήσεις γίνονταν με απόφασή του- ανήκε στον Άκη Τσοχατζόπουλο και ένα μικρότερο, για κάποιο διάστημα, στον Γεράσιμο Αρσένη. Ο Σημίτης δηλαδή ποτέ δεν άσκησε πλήρως τα προνόμια του ως πρωθυπουργός, επειδή ποτέ δεν υπήρξε ουσιαστικά κυρίαρχος στο ΠΑΣΟΚ. Ηλεγξε τους μηχανισμούς του- κυριως χάρη στη δραστηριότητα του Θ. Τσουκάτου – , αλλά ποτέ την ψυχή του.
Δεν άσκησε ούτε το καθήκον του να παραδώσει τη λαϊκή εντολή του 2004 σ’ αυτούς από τους οποίους την πήρε το 2000: τους πολίτες. Δεν πήγε ποτέ να απολογηθεί για τα πεπραγμένα του στο εκλογικό σώμα με βάση την εκλογική νίκη του, όπως όφειλε. Ανέθεσε αυτόν τον ρόλο στον Γ. Παπανδρέου και ο ίδιος κρύφτηκε, προτάσσοντας ως δικαιολογίες τις …δημοσκοπήσεις που προέβλεπαν ότι με αυτόν το ΠΑΣΟΚ χάνει, με τον Γιώργο κερδίζει. Φυσικά έπεσε έξω στις δυο επόμενες εκλογές- άρα αδίκως “θυσιάστηκε”.
Στην ουσία διαχειρίσθηκε τη διαδοχή του στο ΠΑΣΟΚ χωρίς καμιά δημοκρατική διαδικασία. Παράκαμψε το καταστατικό του κόμματος και τους κανόνες με τους οποίους εξελεξη ο ίδιος και παρέδωσε την ηγεσία στον Γ. Παπανδρέου στο ημίφως δύο διαφορετικών περιόδων.
Πρώτα στην πανθομολογούμενη συμφωνία του με τους Παπανδρέου το 1996 για τη διαδοχή του Ανδρέα Παπανδρέου στην πρωθυπουργία και το Κίνημα εν συνεχεία. Είναι χαρακτηριστικό ότι μετά το θάνατο του Ανδρέα πρώτα επισκέφτηκε την Μαργαρίτα Παπανδρέου και μετά τη χήρα του εκλιπόντος.Στη συνέχεια, στις αρχές του 2004 στο διαμέρισμα του στην οδό Αναγνωστοπούλου παρέδωσε το δακτυλίδι της ηγεσίας, υπό αδιευκρίνιστες συνθήκες. Για να ακούσει αργότερα από έναν από τους αδελφούς Παπανδρέου ότι “ήταν θολό”- ας πρόσεχε.
Θύμα της μεθόδευσής του
Ήταν μια αρνητική περίοδος για το ΠΑΣΟΚ. “Η παιδαγωγική της διαδοχής είναι μια αρνητική παιδαγωγική” είχε γράψει ο πολιτικός αναλυτής Λευτέρης Κουσούλης που είχε συνεργαστεί παλαιότερα με τον Σημίτη.
Μόνο ο Βαγγέλης Βενιζέλος προσπάθησε να αντιδράσει. Εγκατέλειψε διαπιστώνοντας ότι όλα ήταν μιλημένα, αλλά και επηρεασμένος από τη θεωρία του για τον Γ. Παπανδρέου είπε: “Ας ασκήσει το κληρονομικό του δικαίωμα να τελειώνουμε”. Το άσκησε και πράγματι τέλειωσαν –όλοι όμως. O ίδιος, ο Σημίτης, ο Παπανδρέου , το ΠΑΣΟΚ και η χώρα.
Κάνοντας μια υπόθεση εργασίας: Αν το 2004 ο Σημίτης δεν εγκατέλειπε για να μην δώσει λόγο για μια φαιά περίοδο της πρωθυπουργίας του -με τα φαινόμενα διαφθοράς στην πρώτη γραμμή. Αν πήγαινε κανονικά να αναλάβει τις ευθύνες του. Αν, εφόσον έχανε, λειτουργούσε ως εγγυητής του καταστατικού για τη διαδοχή, αντί για το τουρλουμπούκι του νεοπαπανδρεϊσμού που ακολούθησε. Τότε τα πράγματα και για το ΠΑΣΟΚ και για τη χώρα θα ήταν διαφορετικά.
Ούτε θα ήταν και ο ίδιος θύμα κάποια στιγμή, αφού ο Παπανδρέου τον πέταξε εν ψυχρώ από την Κ.Ο. και τον έκοψε από το ψηφοδέλτιο και την ενεργό πολιτική. Ο Σημίτης στη Βουλή θα ήταν ψύχραιμη και ωφέλιμη φωνή. Αλλά ακόμη και το 2011 ο Παπανδρέου πρότεινε αντί γι’ αυτόν την Έλσα Παπαδημητρίου και τον … Πετσάλνικο, ως μεταβατικό πρωθυπουργό.
Με αυτό το παρελθόν , υπάρχει λοιπόν θέμα να αναλάβει ο Κώστας Σημίτης μεταβατικός ηγέτης της Δημοκρατικής Παράταξης, του ΠΑΣΟΚ, της Κεντροαριστεράς, ή όπως αλλιώς ονομαστεί αυτός ο χώρος, όπως φέρεται – απο τις πληροφοριες του ΒΗΜΑΤΟΣ- να του ζητείται;
Ανατροπή της Φώφης ή διάσπαση;
Ακόμη και αν παρακάμψουμε την αμφιλεγόμενη διακυβέρνησή του, το κομματικό ιστορικό του δεν προσφέρεται για τέτοιους ρόλους. Οι σχέσεις του με τον Ανδρέα Παπανδρέου ως ιδρυτή του ΠΑΣΟΚ- είναι χαρακτηριστικό το πνεύμα του ιστορικού ρεβανσισμού απέναντι του που διαπνέει το τελευταίο βιβλίο του- και η σύμπραξη του με τον νεώτερο Παπανδρέου, δεν συνηγορουν για μια επιστροφη σαν αυτή που τον πιέζουν, οποιοι και αν ειναι αυτοι. Αν μιλάμε για το ΠΑΣΟΚ τουλάχιστον.
Τα τελευταία χρόνια είναι προφανές ότι ο Σημίτης που προωθεί ο… Σημίτης είναι ο “ιστορικός Σημίτης”. Αυτό έχουν στην ούγια οι κατά τα λοιπά χρήσιμες παρεμβάσεις του . Άλλωστε στην -επιτυχημένη και ευπρεπή– διαδρομή του είχε ένα κριτήριο: τον εαυτό του. Απέφευγε ο,τιδήποτε θα έπληττε την εικόνα που φιλοτεχνεί για τον ίδιο. Συνεχίζει ως τώρα, αν ληφθεί υπόψη ότι η αυτοκριτική για τη διακυβέρνησή του δεν απουσιάζει απλά: μιλάει σα να μη κυβέρνησε ποτέ. Γιατί να αλλάξει παραβιάζοντας και τη στρατηγική του , αλλά και τον ηθικό κανόνα;
Με ποια κριτήρια, λοιπόν, του ζητούν να αναλάβει την “ανασυγκρότηση” αυτού του χώρου- του οποίου φυσικός κεντρικός άξονας είναι το ΠΑΣΟΚ; Με ποια ηθική δικαιολογία τον προτρέπουν να κινηθεί εναντίον της Φώφης Γεννηματά, που είναι η εκλεγμένη πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ, το διατήρησε στη Βουλή με υψηλότερο ποσοστό από εκείνο που το παρέλαβε και δικαιούται να πάει στις επόμενες εκλογές ως επικεφαλής του;
Άλλωστε ποιος άλλος, εκτός από εκείνους που την εξέλεξαν στη ηγεσία του ΠΑΣΟΚ, μπορεί να την καθαιρέσει ; Με ποιο τρόπο μπορεί να γίνει αυτό, χωρίς τη βούληση της κομματικής βάσης; Με διάσπαση του ΠΑΣΟΚ; Με συνωμοσίες και σκοτεινές πρακτικές, με αβαντάρισμα απο τη διαπλοκή , στην αυλη της οποίας θητεύουν απο χρόνια κάποιοι απο τον σημιτικό πυρήνα του παλαιου <εκσυχρονισμου>; Ποιες υπηρεσίες προσφέρουν στη Δημοκρατικη Παράταξη και την Κεντροριστερά οι αργόσχολοι που διακινουν τέτοια σενάρια πιστεύοντας οτι τους συμπεριλαμβάνουν;
Αυτό το βάρος δεν θα θελήσει να το σηκώσει ο Σημίτης αμαυρώνοντας στην ιστορία του, όπως έκανε ο Γ. Παπανδρέου, στρεφόμενος κατά του ΠΑΣΟΚ. Συνεπώς όσοι περιμένουν ότι θα βγει στο κλαρί κατά του ΠΑΣΟΚ και στο όνομα μιας Κεντροαριστεράς- της οποίας όσοι αυτοπλασσάρονται ως εκπρόσωποί της είναι κολλημένοι στο περιθώριο- ματαιοπονούν.
Ο Σημίτης, σεβάσμιος και στο απυρόβλητο σήμερα, νοιάζεται για την υστεροφημία του και δεν θα θυσιάσει το φωτοστέφανό του για κανέναν. Χώρια που με την πείρα του προφανώς αντιλαμβάνεται ότι η ανοησία πιάνει ταβάνι, αν θεωρούν κάποιοι <σημιτικοί> ότι με ίδιο επί σκηνής θα πληγεί ο Τσίπρας. Ο Κυριάκος Μητσοτάκης-με τον οποίο εκ παραλλήλου φλερτάρουν οι ίδιοι – θα πληγεί. Κοντά στο νου κι η γνώση.