Του Γ. Λακόπουλου
Ο παλιός είναι αλλιώς- που λέει κι ο Μεϊμαράκης. Μπορεί ο Προκόπης Παυλόπουλος να δεσμεύεται από το σαβουάρ βίβρ του πρωτοκόλλου που συνοδεύει το αξίωμά του, αλλά μόλις βρήκε την ευκαιρία τσαλάκωσε τη Ζωή Κωνσταντοπούλου: της επέστρεψε το χαρτί με το οποίο τον καλούσε να γίνει προσωπικός ταχυδρόμος της και να μεταφέρει στους αρχηγούς κρατών της Ευρώπης τις προσωπικές παλαβομάρες της.
Όλοι το χάρηκαν και ο ίδιος πήρε το αίμα του πίσω για το «χουνέρι» που του έκανε φέρνοντάς τον προ τετελεσμένων, όταν τον κάλεσε στο εναρκτήριο σόου της ΙΧ επιτροπής για το “παράνομο χρέος”. Άλλος πρόεδρος της Βουλής δεν θα ήξερε που να κρυφτεί.
Αλλά εν προκειμένω μιλάμε για μια πολιτικό της οποίας η πολιτική συμπεριφορά δεν υπάγεται στους νόμους της πολιτικής. Άλλες επιστήμες που ερευνούν την ανθρώπινη λειτουργία μπορούν να την εξηγήσουν- κι αυτές με δυσκολία. Η ίδια πάντως τις τροφοδοτεί αδιάκοπα με υλικό που την κατατάσσει σε μια ιδιαίτερη κατηγορία δημοσίου προσώπου: μια Ζαν ντ’ Αρκ που θέλει να γίνει η Μαρί Λεπέν της ελληνικής Αριστεράς με τη βοήθεια και της Ακροδεξιάς. Βγαίνει νόημα;
Μετά τα καμώματά με τις επιτροπές, τους καυγάδες από υπουργό μέχρι αξιωματικό της αστυνομίας και τη διεύθυνση της κοινοβουλευτικής διαδικασίας ως μαθητική τάξη με ύφος μεταξύ παλαιού επιθεωρητή και καρδιναλίου, προχώρησε σε πιο σύνθετα θέματα.
Πρώτα έκανε …μούτρα στον Πρωθυπουργό σε μια κοινοβουλευτική συζήτηση την οποία ήταν υποχρεωμένη να διευθύνει, αλλά το απέφυγε. Δεν κάθισε η ίδια στο θώκο του Προέδρου, όταν μιλούσε στις πιο κρίσιμες συνεδριάσεις του Κοινοβουλίου. Άσκηση προεδρίας αλά κάρτ. Και μετά άρχισε τις ρουκέτες με τις απόψεις που εξέφρασε για τη λειτουργία της Βουλής σε μια χώρα -μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Είπε για παράδειγμα ότι δεν… νομιμοποεί την κοινοβουλευτική διαδικασία με την οποία ψηφίζονται τα προαπαιτούμενα για τη συμφωνία με τους εταίρους. Από την Πόλη έρχομαι και στην κορφή κανέλα. Ουδείς της ανέθεσε να νομιμοποιεί, να εγκρίνει, να επικυρώνει ή να απορρίπτει οτιδήποτε. Η δουλειά της ως πρόεδρος της Βουλής είναι να διευθύνει την κοινοβουλευτική διαδικασία με βάση τον Κανονισμό της Βουλής. Τίποτε άλλο.
Αν ωστόσο ως βουλευτής, ως πολιτικός και ως άνθρωπος έχει συνειδησιακές διαφωνίες μπορεί κάλλιστα να υποβάλει την παραίτησή της ώστε να τα έχει καλά με τη συνείδησή της, και στη συνέχεια να «τσαμπουνάει» ως βουλευτής ό,τι τραβάει η ψυχούλα της. Ας κάνουν καλά μαζί της, όσοι την ψήφισαν.
Αλλά δικαίωμα να αποφαίνεται εκ μέρους της Βουλής, χωρίς απόφαση της Βουλής, δεν έχει. Πολύ περισσότερο δεν μπορεί να παρεμβαίνει στη διακυβέρνηση της χώρας και στον τρόπο με τον οποίο η κυβέρνηση αναπτύξει τη νομοθετική πρωτοβουλία της , ούτε να κάνει κατάχρηση εξουσίας για να παρεμποδίσει αυτή τη διαδικασία.
Αν είναι θυμωμένη με τον Τσίπρα ένα ποτηράκι ξύδι βοήθεια. Ο Τσίπρας όμως δεν είναι ο κολλητός της που δεν της κάνει το χατήρι, αλλά ο εκλεγμένος Πρωθυπουργός και ως επικεφαλής της Εκτελεστικής Εξουσίας διευθύνει την κυβέρνησή του και τη χώρα σύμφωνα με το Σύνταγμα και την πολιτική του. Κάνει φυσικά και λάθη, όπως η ανάδειξη της κυρίας στο τρίτο κατά σειρά πολιτειακό αξίωμα.
Σε κάθε περίπτωση, πάντως, δεν μπορεί η πρόεδρος της Βουλής να μέμφεται την κυβέρνηση γιατί νομοθετεί κατά την κρίση της. Αν έχει αντίρρηση να ιδρύσει κόμμα, να κατεβεί στις εκλογές – αν κι εδώ που τα λέμε: καλομελέτα κι έρχεται- και αν την αναδείξει ο λαός Πρωθυπουργό, να βάλει τη δική της κυβέρνηση να νομοθετεί αλλιώς.
Το δεύτερο θέμα την εκθέτει και ως νομικό, μια ιδιότητα που είχε πολυδιαφημιστεί κάποια στιγμή. Πώς είναι δυνατόν να θεωρεί ότι η υλοποίηση των αποφάσεων που λαμβάνονται στα όργανα της Ευρωπαϊκής Ένωσης “παραβιάζει την αυτονομία” της ελληνικής Βουλής; Η ίδια η Βουλή έχει εκχωρήσει στα κοινοτικά όργανα τις αρμοδιότητες να αποφασίζουν για μια σειρά θεμάτων.
Από που της προκύπτει ότι οι βουλευτές “νομοθετούν κατά παραγγελία” εγκρίνοντας την κοινοτική νομοθεσία; Η ίδια η χώρα μεταβίβασε στις Βρυξέλλες το δικαίωμα να θεσπίζουν νόμους εφαρμοστέους και στην Ελλάδα σε συγκεκριμένους τομεις . Το ελληνικό Κοινοβούλιο εκχώρησε π.χ. τη νομισματική πολιτική στην Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα και το Γιουρογκρούπ, για λόγους που αντιλαμβάνεται ο καθένας.
Το τελευταίο νομοσχέδιο δεν «επιβλήθηκε στη Βουλή» και αλλες μπούρδες που αράδιαζε με στόμφο ή -ακόμη- πρόεδρός της. Το περιεχόμενο του συμφωνήθηκε στη Σύνοδο Κορυφής ομόφωνα και όλοι οι πρωθυπουργοί και αρχηγοί κρατών ανέλαβαν να το εισαγάγουν για επικύρωση στα κοινοβούλιά τους. Θα το έκαναν οι άλλοι αλλά όχι και η Ελλάδα; Έχει και η τρέλα τα όρια της.
Αυτά που λέει η Κωνσταντοπούλου δεν έχουν λογική. Αγνοούν αν δεν παραβιάζουν την κοινοτική πρακτική και τους νόμους της Ευρωπαϊκης Ένωσης, άρα κινούνται έξω απο το θεσμικό πλαίσιο της και της Ενωσης και της χώρας. Αν αυτό θέλει να πει η ποιήτρια, να βγεί η Ελλαδα εκτός Ένωσης για να μην “υποδεικνύει” κανείς στο Κοινοβούλιο της τι θα ψηφίσει, ας το πει καθαρά.
Όταν η πρόεδρος της Βουλής μιας χώρας -μέλους λέει τέτοια πράγματα και χρησιμοποιεί το αξίωμά της για να δημιουργήσει κρίση στις ελληνοκοινοτικές σχέσεις, δεν ευτελίζει μόνο το πολίτευμα -ασκώντας ρόλους που μόνο το μυαλό της ανέθεσε. Εκθέτει τη χώρα, παρεμποδίζει την εκπλήρωση των υποχρεώσεων που ανέλαβε δια του εκλεγμένου πρωθυπουργού της και συνεπώς τη βλάπτει.
Κοντολογίς αν ως πρόεδρος της Βουλής η Κωνσταντοπούλου είναι εξωφρενική και ακατάλληλη, ως απλή βουλευτής – που το παίζει συχνά- είναι κάτι χειρότερο: ή άσχετη, ή επικίνδυνη.