Συνέντευξη στον Θάνο Σιαφάκα
– «Ασυνάρτητα» τα λεγόμενα Κασσελάκη για την εποχή του Κ. Σημίτη
«Θεωρώ όσα ειπώθηκαν τόσο ασυνάρτητα και αμήχανα που δεν αξίζουν κανένα απολύτως σχολιασμό εκτός από έναν: Θεωρώ ότι είναι αδιανόητο να υπάρχει αρχηγός ενός μεγάλου κόμματος, ο οποίος να έχει μία τόσο βάναυση άγνοια του πώς μετριέται το χρέος μίας χώρας και να παρουσιάζει πίνακες οι οποίοι δεν αποδίδουν την πραγματικότητα».
Αυτό επισήμανε μιλώντας στο ΕΡΤNEWS και την εκπομπή “UPDATE” με τον Θάνο Σιαφάκα, ο καθηγητής Οικονομικής Ανάλυσης του Οικονομικού Πανεπιστημίου και πρώην υπουργός Οικονομίας, Νίκος Χριστοδουλάκης, αναφερόμενος στις δηλώσεις του προέδρου του ΣΥΡΙΖΑ Στέφανου Κασσελάκη, ότι στην εποχή του Κώστα Σημίτη «σπαταλήθηκαν τα δισ. του ελληνικού λαού». Ο ίδιος πρόσθεσε σχετικά ότι ο Κασσελάκης ανέφερε πως «το χρέος αυξήθηκε θεαματικά από το 1995 μέχρι το 2003 και επέκεινα».
«Αυτό το οποίο θα έπρεπε να γνωρίζει -αυτό το ξέρει ένας πρωτοετής φοιτητής- είναι ότι το χρέος, το βάρος που έχει το χρέος σε μια χώρα, το μετράμε σαν ποσοστό του εθνικού εισοδήματος.
Όντως λοιπόν, το χρέος σε αριθμούς αυξήθηκε μεταξύ 1995 και 2003, πλην όμως το Ακαθάριστο Εγχώριο Προϊόν αυξήθηκε πολύ περισσότερο, με αποτέλεσμα η επιβάρυνση του χρέους ως μέρος του εισοδήματος μειώθηκε. Και ο Σημίτης όταν έφυγε άφησε το χρέος το 2003 να είναι χαμηλότερο. Λίγες μονάδες βέβαια – θα μπορούσε να είναι περισσότερο, αλλά αυτό είναι μια άλλη ιστορία. Αλλά εν πάση περιπτώσει το άφησε χαμηλότερο από αυτό που παρέλαβε και αυτό ήταν κάτι σπάνιο στην τελευταία τουλάχιστον εικοσαετία – τριακονταετία της χώρας.
Πιστεύω λοιπόν ότι θα θελήσει σε κάποια στιγμή να επανορθώσει, ιδιαίτερα μάλιστα όταν ακούω δηλώσεις ότι μαθαίνει γρήγορα και κάνει μαθήματα και φροντιστήρια εντατικά, έτσι ώστε να εμπεδώσει τα δεδομένα της ελληνικής πραγματικότητας. Ελπίζω να μην ξεχάσει να δώσει κάποια σημασία και σε αυτό το τόσο σημαντικό θέμα και να μην ξανακάνει τις ίδιες απίθανες διολισθήσεις προς την μη πραγματικότητα».
Για τα λεγόμενα του προέδρου της αξιωματικής αντιπολίτευσης περί διαπλοκής και «μη εκσυγχρονισμού» της περιόδου, ανέφερε:
Αυτά θέλουν κάποιες αποδείξεις, όταν μιλάει κανείς. Έχουν ειπωθεί πάρα πολλές φορές. Πιστεύω ότι σε κάποιο βαθμό και η κυβέρνηση Σημίτη αλλά και άλλες πλήρωσαν κάποιο κόστος από αυτό. Και προφανώς πιστεύω ότι τέτοιου είδους πράγματα δεν είναι μόνο μια κυβέρνηση, αλλά είναι και πιο παθογένεια, χαρακτηριστικά της ελληνικής κοινωνίας και της ελληνικής (…)
Αυτά είναι ασυναρτησίες, οι οποίες δεν αξίζουν καν σχολιασμό, όχι απάντηση. Και πιστεύω ότι αυτή η οποία του επιτέθηκε ήταν η πραγματικότητα σε σχέση με αυτά τα οποία ανέφερε. Διότι τα δεδομένα της περιόδου Σημίτη από το 1996 δηλαδή μέχρι το 2003, είναι δεδομένα τα οποία άλλαξαν την οικονομία προς το πολύ καλύτερο. Προφανώς υπήρχαν και προβλήματα. Προφανώς υπήρχαν και τομείς όπου θα μπορούσαν τα πράγματα να έχουν πάει καλύτερα. Συγκριτικά όμως με άλλες περιόδους πήγαν στα καλύτερα. Αυτό είναι το πρωτεύον και όλα τα άλλα είναι δικαιολογίες προχειρότητας και ασυναρτησίες. Το ξαναλέω αυτό και τονίζω αυτή τη λέξη, διότι θέλω να ελπίζω ότι σε κάποια έκλαμψη λογικής και ορθολογικής σκέψης μπορεί να θελήσει να επανορθώσει».
Η Ελλάδα θα πρέπει να προετοιμαστεί για δύσκολα χρόνια λόγω των οικονομικών συνεπειών είπε και κληθείς να σχολιάσει δημοσίευμα του The Economist που αναφέρει ότι «Η παγκόσμια οικονομία αψηφά τη βαρύτητα», με αφορμή τα «σύννεφα» στην παγκόσμια οικονομία λόγω και των μαινόμενων πολεμικών συρράξεων σε Ουκρανία και Ισραήλ, επισήμανε:
«Είναι περίπου τρία τέσσερα χρόνια από την έλευση της πανδημίας και μετά, όπου έχουν περιοριστεί όχι μόνο οι εμπορευματικές ροές, αλλά και πάρα πολλές διεθνείς συναλλαγές και οικονομικές δραστηριότητες. Χειροτέρεψαν ακόμα περισσότερο με τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία από την αδυναμία της Ευρώπης να σημειώσει μια ουσιαστική ανάπτυξη.
Και φυσικά τώρα θα χειροτερέψουν ακόμα περισσότερο από την πιθανά εκρηκτική τροπή που θα πάρουν τα πράγματα στη Μέση Ανατολή. Διότι ανάφλεξη στη Μέση Ανατολή σημαίνει, εκτός από το απίστευτο ανθρώπινο κόστος το οποίο βλέπουμε κάθε μέρα να καταβάλλεται χωρίς να φαίνεται μια ορατή διέξοδος, να απειλείται και η οικονομική σταθερότητα, κυρίως μέσω των πρώτων υλών, των πετρελαίων και ούτω καθεξής, όπως έχει συμβεί πολλές φορές στο παρελθόν.
Άρα, θεωρώ ότι η διεθνής οικονομία κατά ένα σημαντικό μέρος που αφορά την παραγωγή και την κατανάλωση, θα σημειώσει μια πτώση ή θα εξαπλωθεί αβεβαιότητα και αυτό θα περιορίσει την κατανάλωση σε σημαντικούς τομείς οι οποίοι ενδεχομένως να μας ενδιαφέρουν, όπως για παράδειγμα το τουρισμός.
Βεβαίως, άλλες πλευρές της παραγωγής μπορεί να τις αυξήσει, όπως είναι πολεμοφόδια και ούτω καθεξής, γιατί οι πόλεμοι δεν φέρνουν μόνο καταστροφές, αλλά φέρνουν και πολλά κέρδη στις πολεμικές βιομηχανίες και ούτω καθεξής. Κατά συνέπεια, θεωρώ ότι θα υπάρξουν ανατροπές, πολύ σημαντικές ανατροπές.
Η Ελλάδα θα πρέπει να προετοιμαστεί για δύσκολα χρόνια, στη διάρκεια των οποίων θα δούμε και οικονομικές συνέπειες, θα έχουμε αρνητικές, αλλά θα δούμε και γεωπολιτικές ανακατατάξεις και πρέπει εκεί να είμαστε παρόντες. Τι σημαίνει αυτό: Σημαίνει ότι θα πρέπει να διεκδικήσουμε ένα ρόλο όχι ενός πειθήνιους συμμάχου και ακολούθου, όπως κάνει μέχρι τώρα η κυβέρνηση, αλλά μιας πιο ουσιαστικής παρέμβασης στα δρώμενα.
Θεωρώ δηλαδή ότι η Ελλάδα θα πρέπει να αναδειχθεί σαν μια δύναμη λογικής ειρήνης και επίλυσης και αυτό θα πρέπει να το κάνει βάλλοντας όχι μόνο κατά των τρομοκρατικών ενεργειών της Χαμάς, οι οποίες ξεκίνησαν όλο αυτό το σπιράλ, αλλά και των εξίσου παράλογων και ακραίων ενεργειών της κυβέρνησης Νετανιάχου, η οποία έχει μετατρέψει μια αμυντική προσπάθεια, όπως θέλησε να την παρουσιάσει στην αρχή, σε μια ανεξέλεγκτη μανιακή διεκδικητική δραστηριότητα, η οποία κινδυνεύει να αφανίσει ένα πολύ σημαντικό μέρος των Παλαιστινίων – Ό, τι έχει απομείνει τελοσπάντων μετά από όλα αυτά τα χρόνια της καταπίεσης, της στέρησης ουσιαστικών εθνικών δικαιωμάτων και να επιχειρήσει και η χώρα μας να διαμορφώσει μια λύση».
«Το λέω (“δύσκολα χρόνια”) με την έννοια της αβεβαιότητας, διότι δεν ξέρουμε τι ακριβώς τροπή θα πάρει το Μεσανατολικό. Δεν ξέρουμε αν θα εμπλακούν και άλλα κράτη της Μέσης Ανατολής και αραβικά κράτη και δεν ξέρουμε επίσης τι μορφή και τι έκταση θα πάρουν οι μεταναστευτικές ροές, όπως επίσης και σε τι βαθμό θα φτάσει η απελπισία των Παλαιστινίων, οι οποίοι βλέπουν ακόμη μια φορά να σφαγιάζονται και να στερούνται της δυνατότητας να αποκτήσουν μια κρατική οντότητα, όπως υποτίθεται ότι είχε συμφωνήσει η ανθρωπότητα από το 1995.
Θεωρώ λοιπόν ότι σήμερα προέχει παντός άλλου να κατοχυρωθεί το δικαίωμα των Παλαιστινίων σε ένα δικό τους κράτος και όχι σε ένα αστυνομικό δεδομένο κράτος, όπως επιχειρεί η κυβέρνηση Νετανιάχου, η οποία πάει να ξεπλύνει την αποτυχία της σε πάρα πολλά μέτωπα, αλλά σε ένα δικό τους εθνικό κράτος με σαφή σύνορα και δική τους υπόσταση. Αυτό είναι το ένα.
Το δεύτερο είναι ότι προφανώς θα πρέπει να εμποδιστούν οι επαναλήψεις και οι δραστηριότητες τρομοκρατικών φαινομένων που ξεκίνησε η Χαμάς, αλλά επίσης εξίσου θα πρέπει να απαγορευτούν και να εμποδιστούν οι αυθαίρετες ενέργειες – αυταρχικές ενέργειες στις οποίες προβαίνει η κυβέρνηση Νετανιάχου και θα πρέπει οι ήπιες πλευρές -πιστεύω ότι αυτή εκπροσωπείται από τη διοίκηση Αμπάς- όπως επίσης και άλλες πολιτικές δυνάμεις του Ισραήλ (οι οποίοι και στο παρελθόν και σήμερα είναι υπέρ της ειρήνης) να βρουν μια γέφυρα συνεννόησης και εξόδου από το σφαγείο στο οποίο έχουμε περιέλθει.