Toυ Γ. Λακόπουλου
Κατά την Ντόρα Μπακογιάννη ο Π. Καμμένος “είναι γελοίος”. Κατά τον Π. Καμμένο η Μπακογιάννη είναι “ αρπαχτικό του Χριστοφοράκου”. Ο Βορίδης βρίσκει ότι “Ο Τσίπρας είναι pet των Ευρωπαίων”. Ο Άδωνις ωρύεται για με τους κομμουνιστές που κυβερνούν. Κατά τον Λοβέρδο οι Συριζαίοι είναι “αλητεία” . Ανάμεσα τους ο Πολάκης ανεβάζει ότι κοσμητικό επίθετο ξέρει για όλους. Και στη Βουλή -στην ολομέλεια- τα “γαλλικά” από έδρανο σε έδρανο ανταλλάσσονται σαν πρωτοχρονιάτικες ευχές.
Να μείνουμε εδώ. Αυτό αποκαλείται δημόσιος βίος. Είναι συμπεριφορές κοινοβουλευτικών. Και μετά τους ενοχλούν αυτοί που αποκαλούν τη βουλή “μπουρδέλο” και η φρασεολογία που έχουν οι Χρυσαυγίτες.
Η πολιτική ένταση είναι στοιχείο της αντιπαράθεσης στον κοινοβουλευτισμό. Ας παρακολουθήσει κάποιος μια οποιαδήποτε συνεδρίαση της Βουλής των Λόρδων. Αλλά αυτό που συμβαίνει στην ελληνική πολιτική σκηνή δεν είναι ούτε πολιτική, ούτε αντιπαράθεση. Είναι επίδειξη συμπεριφοράς καταγωγίων. Οσα δεν επιτρέπεται να ακουστούν ούτε στα γήπεδα είναι ψωμοτύρι μεταξύ προσώπων που υπηρετούν τη Δημοκρατία και νομοθετούν.
Οι πολίτες τους επιλέγουν για να εκπροσωπήσουν τα συμφέροντά τους. Αλλά πολλοί από αυτούς βρίζονται σαν καραγωγείς- όταν δεν εξυπηρετούν συμφέροντα του εαυτού τους ή του σπόνσορά τους. Ανάλογα με την αγωγή του ο καθένας, και την ψυχοσύνθεση του, έχουν αποκρουστικές συμπεριφορές μεταξύ τους. Ήθος μηδέν. Αξιοπρέπεια ανύπαρκτη..
Αν υπήρχε “αστυνομία πολιτικού λόγου” μια συγκεκριμένη ομάδα πολιτικών θα ήταν ήδη σε δημόσια σωφρονιστήρια. Θα ήταν βέβαια καλύτερα να υπάρχει “αστυνομία ποιότητας ψηφοφόρου” για να είναι ήδη στο σπίτι τους.
Στην πολιτική υπάρχουν πολλοί τρόποι πλήξεις τον αντίπαλο σου. Μπορείς να βγάλει σκάρτη την πολιτική του. Να κάνεις αποκαλύψεις με στοιχεία που τον εκθέτουν. Να τον νικήσεις με την ανωτερότητα του λογού σου. Να του επιβληθείς με τα επιχειρήματά σου. Για ορισμένους αυτά είναι άγνωστα. Ξέρουν μόνο την αργκό του πεζοδρομίου.
Αν οι ηγεσίες ων κομμάτων είχαν συναίσθηση της ευθύνης τους για την ποιότητα της πολιτικής, αυτές τις μέρες, ο Μητσοτάκης θα είχε πετάξει από το κόμμα τη Ντόρα, τον Βορίδη και τον Άδωνι, ο Τσίπρας θα είχε κόψει με τον Καμμένο και θα ξήλωνε τον Πολάκη, η Γεννηματά θα είχε στείλει στην εξέδρα τον Λοβέρδο. Και ο Βούτσης ως πρόεδρος της Βουλής θα κρεμούσε στα μανταλάκια πολλούς. Να ξέρει ο κόσμος ποιους ψηφίζει. Αλλά τι λέμε τώρα.
Τι είναι αυτό που κανει “εκπροσώπους του έθνους” να εκτρέπονται σε προσωπικό υβρεολόγιο; Απλώς βγαίνει από μέσα τους; Αυτοί είναι και ας βρουν την άκρη όσοι του ψήφισαν; Αισθάνονται ότι εκπροσωπούν τους ψηφοφόρους, ‘η όπως λέμε “εικόνα σου είμαι κοινωνία και σου μοιάζω”;. Θεωρούν ότι φέρνει ψήφους να απευθύνονται στα κατώτερα αισθήματα των ψηφοφόρων;
Κάνουν απλώς χρήση της ασυδοσίας που απολαμβάνουν ΄ από τα ΜΜΕ- που είναι συχνά χειρότερα από τους ιδίους. Ή παροτρύνονται από τις ηγεσίες τους να συμπεριφερθούν όπως δεν μπορούν και δεν πρέπει επικεφαλής των κομμάτων;.
Αν υπήρχε “αστυνομία πολιτικού λόγου” μια συγκεκριμένη ομάδα πολιτικών θα ήταν ήδη σε δημόσια σωφρονιστήρια. Θα ήταν βέβαια καλύτερα να υπάρχει “αστυνομία ποιότητας ψηφοφόρου” για να είναι ήδη στο σπίτι τους. Αλλά μην περιμένουμε καλλιγραφίες από ένα εκλογικό σώμα που δεν έχει καμία δυσκολία να στείλει στη Βουλή – ή στο δημαρχείο-, σούργελα, απατεώνες, αχάριστους και ανισόρροπους. Με ονόματα και διευθύνσεις.
Αυτό όμως δεν είναι πολιτική. Όπως δεν είναι δημοσιογραφία το ότι κομβικά σημεία παραδίδονται στην ευτέλεια, στην ανυποληψία, στον παραλογισμό και την ανομία.
Εκεί που αγόρευαν σπουδαίοι ρήτορες και πνευματικοί ταγοί κοκορεύονται σήμερα αποτρόπαιες φιγούρες. Όσοι είχαν πρόβλημα με τον Λαμπράκη ,τη Βλάχου και τον Τεγόπουλο, μπορούν να καμαρώνουν σήμερα με τους διάδοχους τους στο μιντιακό στερέωμα. Τα κόμματα, το κοινοβούλιο, τα ΜΜΕ διολισθαίνουν σε μια λειτουργία που δεν χει σχέση με την αποστολή τους. Η παιδαγωγική τους είναι μια ανατριχιαστική παιδαγωγική.