Του Στέφανου Τζουμάκα
Η χώρα υφίσταται πρωτοφανή δημόσια ρύπανση.
Η χώρα χρειάζεται εναλλακτική λύση με τη συγκρότηση μιας νέας πολιτικής και κοινωνικής πλειοψηφίας και όχι μειοψηφικές πρακτικές και επιδιώξεις.
Σταθερή είναι η ατζέντα του συστήματος για την υποκατάσταση των πραγματικών προβλημάτων της χώρας και με τον -προκλητικά προβεβλημένο- θόρυβο της ακροδεξιάς. Η «αίθουσα» όζει. Ο απαξιωμένος άνθρωπος και ο άπραγος πολίτης είναι το νέο υπόδειγμα του συστήματος.
Νέα «επαγγέλματα» αποκτά η χώρα. Πρωτοστατούν οι υπόδικοι, οι λαθρέμποροι, οι εργολάβοι, η παρασιτική ολιγαρχία που κατέχει και τα ΜΜΕ. Συμπράττουν και στρατευμένοι δημοσιογράφοι όχι πολιτικών δυνάμεων αλλά επιχειρηματιών.
Ο δρόμος της πολιτικής και κοινωνικής πλειοψηφίας για την εναλλακτική λύση, είναι ο δρόμος της νέας νίκης των προοδευτικών δυνάμεων.
Ακολουθούν οι γελωτοποιοί που εισήλθαν στο κοινοβούλιο με ρατσιστικές παρωδίες, καθ υπόδειξη καναλαρχών- ιδιοκτητών ποδοσφαιρικών ομάδων και λοιπών αθλητικών σωματείων που αποτελούν ισχυρούς εκλογικούς μηχανισμούς καθώς και με την αφανή μεν, προφανή δε, εκλογική- και όχι μόνο –σύμπραξη της δεξιάς με την ακροδεξιά.
Τους φασίστες, τους πατριδοκάπηλους, τους ξενόφοβους και τους λούμπεν οπαδούς τους χαρακτηρίζουν κοινές αναφορές. Είναι θρασύδειλοι, έχουν τη γελοιότητα ως οικόσημο, κινδυνολογούν ολημερίς με τα καμώματα του Ερντογάν και προπαγανδίζουν κατ’ επάγγελμα, τον εθνικισμό και το μίσος στους λούμπεν τηλέ- ψηφοφόρους, των οποίων η άγνοια και η αμορφωσιά δυστυχώς εκπορεύεται και από το εκπαιδευτικό μας σύστημα.
Ο Μιχαλολιάκος, ως εγκληματίας μεν, αλλά ως όρνιθα δε, προσπάθησε στη δίκη για το φόνο του Π. Φύσσα να «κρατηθεί» από τους ομοϊδεάτες του στη Ν.Δ. Από το Βορίδη, το Πλεύρη, το Χριστόδουλο.
Η πολιτική αναπηρία της δεξιάς ήθελε πατερίτσες με πρόσωπα που διακρίνονταν για τις νεοφασιστικές και ρατσιστικές φιοριτούρες, τύπους μεταξύ του γελοίου και του οικτρού, το Πλεύρη, το Μπογδάνο, το Κυρανάκη και άλλους. Μαζί με τους καναλάρχες προσφέρουν μεγάλη υπηρεσία στη δεξιά. Η παράταξή τους διεθνώς προκαλεί πολέμους και κατακτήσεις. Με τις πολιτικές της διεθνούς δεξιάς οδηγούνται εκατοντάδες εκατομμύρια στη προσφυγιά και τη μετανάστευση και ζητάνε και τα ρέστα οι εγχώριοι εκπρόσωποι τους. Παριστάνουν και τους τιμωρούς των επιτευγμάτων τους. Πολιτική λωποδυσία ολκής.
Η χώρα βγήκε από τα μνημόνια αλλά όχι από τη κρίση, έχει ένα εκατομμύριο άνεργους, ο πλειστηριασμός είναι η απάντηση σε δάνεια, το 40% των Ελλήνων διαβιούν κάτω από το όριο της φτώχειας. Γιατί είναι άλλο να ζω και άλλο να διαβιώ. Η μη μόνιμη και φτηνή εργασία στους νέους κυριαρχεί ως καθεστώς. Δημιουργούν ανενόχλητοι το φθηνό άνθρωπο ως το νέο υπόδειγμα. Εταιρίες εκποιούν επιχειρήσεις για λογαριασμό των τραπεζών. Άνθρωποι δεν μπορούν να βγάλουν πέρα τη βδομάδα. Και οι ανυπόληπτες ακροδεξιές μειοψηφίες δημιουργούν πολιτική ατζέντα.
Βέβαια δεν λείπουν και ορισμένοι διανοούμενοι που κατ’ επάγγελμα δημιουργούν συγχύσεις ανάμεσα στο πατριωτισμό και τον εθνικισμό, ανάμεσα στον ουμανισμό και τις δήθεν προστασίες του ελληνικού πολιτισμού, προτάγματα που δήθεν κινδυνεύουν από εκατό χιλιάδες ανθρώπους, αλλοδαπούς που ζητούν άσυλο ή εργασία , ή διάβαση για άλλες χώρες .
Δεν ήλθαν μόνοι τους οι ακροδεξιοί και η δεξιά. Τούς έφεραν και «εκδικητές» ψηφοφόροι του πρώην Πασόκ που αντί να κάνουν αυτοκριτική ψήφισαν δεξιά, τους ψήφισαν και ορισμένοι της «ανανεωτικής αριστεράς». Καθώς και εκδικητές από την εξωκοινοβουλευτική αριστερά. Γιατί ο τυχοδιωκτισμός δεν έχει χρώμα.
Οι κυβερνήσεις του Α. Τσίπρα είχαν θετικά επιτεύγματα, όπως η έξοδος από τα μνημόνια, η λύση στο Μακεδονικό και άλλα. Ωστόσο, δεν αναιρούνται και ευθύνες όπως το ότι συνολικά έδωσε προτεραιότητα στα αποτελέσματα της κρίσης και δευτερευόντως στα αίτια, έδωσε προτεραιότητα στα δημόσια οικονομικά και όχι στην οικονομία συνολικά, λειτούργησε ως αντιπολίτευση απέναντι στα ΜΜΕ και όχι ως κυβέρνηση θέτοντας άλλους κανόνες απέναντι στην αυθαιρεσία των νέων ανακτόρων του συστήματος. Γιατί αυτό είναι τα κανάλια, τα νέα «ανάκτορα» του συστήματος .
Ορισμένοι προπαγανδίζουν τη συγκρότηση μετώπων για άμυνα απέναντι στον αντίπαλο καθώς και τη δημιουργία πόλων στη λογική της συσπείρωσης και αντισυσπείρωσης, με καθοδηγητές και καθοδηγούμενους.
«Από το 1936 -80 χρόνια και πλέον – είναι γνωστά τα εν λόγω σχήματα, ως πολιτικές ήττας του προοδευτικού κινήματος. Και έκτοτε ιστορικά αποτελούν πάγιες αναφορές για μειοψηφικές πολιτικές.
Είναι άλλο πράγμα η ανάληψη πρωτοβουλιών για την ισότιμη συνεργασία με όμορες με πολιτικές και κοινωνικές δυνάμεις σε συγκεκριμένα θέματα και άλλο πράγμα η προπαγάνδα και η φαντασίωση περί της δημιουργίας μετώπων.
Η μειοψηφική στρατηγική οδηγεί αντικειμενικά στη λογική του δευτέρου κόμματος και όχι σε κυβερνητική πολιτική πλειοψηφία.
Η αυτοκριτική έδειξε ένα άλλο δρόμο, την επιλογή της κοινωνικής και πολιτικής πλειοψηφίας, μια νέα στρατηγική για την εναλλακτική λύση.
Και αυτός ο δρόμος σημαίνει –μεταξύ των άλλων – και ανάληψη πρωτοβουλιών και δημιουργία γεγονότων, πέραν των κοινοβουλευτικών δράσεων. Ο δρόμος της πλειοψηφίας, είναι ο δρόμος της νέας νίκης των προοδευτικών δυνάμεων.