Toυ Γ. Λακόπουλου
Πες μου ποιοι σε στηρίζουν και ποιους στηρίζεις να του πω ποιο δρόμο πήρες. Η ειδησεογραφία των ημερών δείχνει ότι ο Κυριάκος Μητσοτάκης οδηγεί -εκών, άκων- τη ΝΔ στο δρόμο της πλήρους μετατόπισης όχι μόνο από το ιδρυτικό ιδεολογικό της πλαίσιο και από τις πάγιες πολιτικές θέσεις της στα εθνικά θέματα, αλλά και μακριά από το επικοινωνιακό πλαίσιο της εκλογής του.
Η σημερινή ΝΔ απέχει από το κεντροδεξιό κόμμα που άφησε πίσω του ο Κώστας Καραμανλής. Μπαίνει σταδιακά στο κάδρο της ευρωπαϊκής διολίσθησης προς την ακροδεξιά. Αυτή εκτροπή συνδέεται τώρα και με την εγκατάλειψη της πολιτικής που ασκούσαν παγίως στα ελληνοτουρκικά οι επικεφαλής τη ΝΔ και είχε ασπασθεί και ο Κυριάκος. Ας δούμε τα γεγονότα:
Ο υποψήφιος του Ευρωπαϊκού Λαϊκού Κόμματος για την προεδρία της Κομισιόν Μάνφρεντ Βέμπερ θα έπρεπε να είναι ανεπιθύμητο πρόσωπο στην Αθήνα. Ο λόγος είναι γνωστός: μόλις προ ημερών ανακοίνωσε ότι αν γίνει πρόεδρος το πρώτο που θα κάνει θα είναι να “διατάξει” τη διακοπή του διαλόγου ανάμεσα στην Ευρωπαϊκή Ένωση και την Τουρκία. Δηλαδή να θέσει τέλος στη ευρωπαϊκή προοπτική της.
Παρά την ασχετοσύνη που περιέχει η δήλωση -καθώς αυτός ο διάλογος δεν αποφασίζεται από την Επιτροπή- είναι φανερό ότι ο Βέμπερ προωθεί μια επιδίωξη της Γερμανικής Δεξιάς, που έρχεται σε πλήρη αντίθεση με τα εθνικά συμφέροντα της Ελλάδας.
Τις τελευταίες δεκαετίες η χώρα μας επιδώσει σταθερά να μένει ανοιχτός ο δρόμος για την ένταξη της Τουρκίας στην κοινοτική Ευρώπη- όσες δυσκολίες και αν παρουσιάζει αυτό- για λόγους που αντιλαμβάνεται ο καθένας. Αυτή είναι η πάγια πολιτική όλων των κυβερνήσεων και όλων των φιλοευρωπαϊκών κομμάτων και γι’ αυτό θυσιάσαμε επί Σημίτη το ελληνικό βέτο, στο περίφημο 4ο Χρηματοδοτικό Πρωτόκολλο.
Έρχεται τώρα ένας επίδοξος κοινοτικός αξιωματούχος και δηλώνει ότι στόχος του είναι να κλείσει αυτόν το δρόμο και πρακτικά να δημιουργήσει όρους ακόμη μεγαλύτερης έντασης ανάμεσα στην Ελλάδα και την Τουρκία, για να εξυπηρετήσει τα συμφέροντα μιας μερίδας της γερμανικής πολιτικής σκηνής.
Ουσιαστικά ο Βέμπερ καλλιεργεί συνθήκες διόγκωσης του εξ ανατολών κίνδυνου για την Ελλάδα, όταν οι κυβερνήσεις της, αυτό ακριβώς προσπαθούν να αντιμετωπίσουν ως Νο 1 εθνικό ζήτημα. Παρόλα αυτά επικεφαλής ελληνικού κόμματος και υποψήφιος Πρωθυπουργός τον… στηρίζει.
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης διατηρεί από νωρίς μια περίεργη σχέση με αυτόν τον περίεργο Γερμανό -που έβρισκε ότι “το πρόβλημα της Ελλάδας είναι ότι την κυβερνούν κομμουνιστές” και μέχρι στιγμής δε πήρε θέση σ’ αυτή την καταστροφική εξαγγελία. Σα να βάζει την εκλογική τύχη του Βέμπερ πάνω από τα ελληνικά συμφέροντα.
Ακόμη και σε μια δημοσιοσχεσίτικη επικοινωνία μαζί του για την “Ημέρα της Γυναίκας” δεν είπε λέξη. Και τώρα τον φέρνει στην Αθήνα για να κηρύξει την ένταξη της καμπάνιας του -κεντρικός άξονας της οποίας είναι η διακοπή του ελληνοτουρκικού διαλόγου.
Η “επένδυση” στον εθνικισμό
Την ίδια στιγμή η επικοινωνιακή διαχείριση της εθνικής επετείου από το επιτελείο της Πειραιώς έδειξε ότι Μητσοτάκης μετά τη στήριξη στα συλλαλητήρια στηρίζει και τις ακρότητες ακροδεξιών ομάδων, ακόμη και όταν αυτές περιθωριοποιούνται στις τοπικές κοινωνίες.
Τα ΜΜΕ που στηρίζουν -ή καθοδηγούν- τη ΝΔ είχαν επενδύσει τις προσδοκίες τους για αντικυβερνητική ένταση στις παρελάσεις. Φρόντισαν από τις προηγούμενες μέρες να “ζεστάνουν” το κλίμα με τροχιοδεικτικές βολές: διόγκωναν πρωτοσέλιδα τις αντιδράσεις μικροομάδων στην περιοδεία του Νίκου Παππά στη Βόρεια Ελλάδα τις οποίες προβάλαν σα να είχε ξεσηκωθεί ολόκληρη η πόλη. Νομιμοποιώντας έτσι εμμέσως και την πρακτική της αντισυγκέντρωσης.
Οι θεωρητικοί της ΝΔ είχαν βρει και το άλλοθι προβολής αυτών των περιθωριακών γεγονότων ως… ξεσηκωμό του λαού κατά του Τσίπρα: ότι “τα ίδια έκαναν στις παρελάσεις οι Συριζαίοι πριν το 2015”
Ασφαλώς τέτοιου είδους συμπεριφορές είναι απαράδεκτες αντιδράσεις και στις δυο περιπτώσεις. Αλλά οι δυο περιπτώσεις δεν είναι ίδιες.
Τότε υπήρξε ακραία συμπεριφορά μειοψηφιών μέσα στη γενική αντίδραση σε επιλογές που ενώ αλυσόδεναν τη χώρα στα Μνημόνια και εξαθλίωναν την κοινωνία, προβάλλονταν ως αναγκαιότητα αποφυγής της χρεοκοπίας- που προκάλεσαν αυτοί που έκαναν αυτές τις επιλογές.
Τώρα υπάρχουν εθνικιστικές κραυγές και ακροδεξιές συμπεριφορές με τα συνθήματα κατά της Δημοκρατίας και ιαχές για προδότες, από ομάδες μισαλλόδοξων, απέναντι στην καλύτερη δυνατή λύση μιας εκκρεμότητας με βάση την εθνική γραμμή που χάραξαν σχεδόν όλα τα κόμματα. Άσχετα αν ο Μητσοτάκης πειθαναγκάστηκε να την απορρίψει μαζί με την Ακροδεξιά και τον Καμμένο.
Όπως όπως και αν κρίνει -ή αν συγκρίνει -κανείς αυτές τις αντιδράσεις η αλήθεια είναι ότι το σχέδιο για “μαζική εξέγερση” δεν βγήκε. Μόνο σε 3-4 περιπτώσεις κάποιοι ελάχιστοι ακραίοι φώναξαν συνθήματα, με πιο σοβαρό περιστατικό αυτό στην Καλλιθέα, όπου είχε εμφανώς τη σφραγίδα της Χρυσής Αυγής.
Η ΝΔ όμως δεν δίστασε να δώσει εμμέσως την πολιτική κάλυψη σ’ αυτές τις περιθωριακές αντιδράσεις εθνικισμού, μισαλλοδοξίας και ακροδεξιάς συμπεριφοράς, διευκολύνοντας τα ΜΜΕ που σχετίζονται μαζί της να διογκώσουν αυτές τις εκδηλώσεις.
Προφανώς γιατί το λυπηρό επεισόδιο με την Λοϊζου -το οποίο αντιμετωπίσθηκε άμεσα- δε επαρκεί για να συντηρήσει το κλίμα που προσπαθεί να διαμορφώσει με τους διατεταγμένους γραφιάδες της η νεοδημοκρατική προπαγάνδα.