Πιάστε θέση πριν ξεκινήσει η παράσταση 

Του Απόστολου Λουλουδάκη

 Στην πολιτική ζωή της Ελλάδας νομίζαμε πως τα έχουμε δει όλα. Από αποστάτες και μεταγραφές τελευταίας στιγμής, μέχρι κόμματα που γεννιούνται σε καφετέριες και σβήνουν στο πρώτο δημοσκοπικό μπουρίνι. Κι όμως, η πραγματικότητα πάντα βρίσκει τρόπο να ξεπερνά τη φαντασία. Γιατί, όσο κι αν νομίζαμε πως το σενάριο έχει γραφτεί, ο ΣΥΡΙΖΑ πλην Λακεδαιμονίου αποφάσισε να προσθέσει νέο κεφάλαιο στην πολιτική επιθεώρηση του τόπου: τη συμπόρευση προς ένα κόμμα που δεν υπάρχει ακόμη. Αν αυτό δεν είναι καλλιτεχνική πρωτοπορία, τότε τι είναι;

Η ιστορία, όπως κάθε καλή ελληνική φάρσα, ξεκινά με βαρύγδουπες δηλώσεις περί «νέας αρχής», «αναγέννησης της προοδευτικής παράταξης» και «ανασύνταξης του χώρου». Μόνο που ο χώρος αυτός, προς το παρόν, είναι περισσότερο νοητός παρά υπαρκτός — κάτι σαν το υπερπέραν της κεντροαριστεράς. Οι πρωταγωνιστές, χαμογελαστοί και με βλέμμα αποφασιστικό, δηλώνουν έτοιμοι να βαδίσουν μαζί προς το άγνωστο, κρατώντας σφιχτά το λάβαρο της ενότητας. Λεπτομέρεια: ο προορισμός δεν έχει ακόμα διεύθυνση. Ούτε ΑΦΜ, ούτε γραφεία, ούτε καταστατικό. Ένα όραμα και μπόλικη αισιοδοξία.

Πρόκειται για πολιτική πράξη ή για performance art; Δύσκολο να πεις. Ίσως κάτι ενδιάμεσο — ένα πολιτικό happening με πνεύμα postmodern. Οι παλιοί θα θυμούνται την εποχή που τα κόμματα τουλάχιστον υπήρχαν πριν αρχίσουν να κάνουν συμμαχίες. Τώρα, όμως, προχωρήσαμε ένα βήμα μπροστά: έχουμε τις συμμαχίες πρώτα και τα κόμματα μετά. Γιατί να χάνουμε χρόνο με διαδικασίες, όταν μπορούμε να δηλώνουμε από τώρα “συνιδρυτές του μέλλοντος”;

Από πλευράς πολιτικής φαντασίας, δεν υπάρχει ψόγος. Είναι μια τολμηρή ιδέα που θα ζήλευε κι ο Νταλί. Μια συμφωνία συνεργασίας με το άυλο, ένα σύμφωνο συμβίωσης με το ανύπαρκτο. Αν υπήρχε βραβείο για το πιο προληπτικό πολιτικό εγχείρημα, θα το είχαν ήδη κερδίσει. Το μόνο που λείπει είναι μια μικρή θεατρική αφίσα: “Έρχεται σύντομα κοντά σας — το κόμμα που δεν έχει έρθει ακόμα!”

Και φυσικά, όπως κάθε ελληνική παράσταση που σέβεται τον εαυτό της, το έργο συνοδεύεται από χορό, κομπάρσους και πλήθος αναλυτών να προσπαθούν να εξηγήσουν τι ακριβώς σημαίνει. Άλλοι το βλέπουν ως “πολιτική πρόβα τζενεράλε”, άλλοι ως “απόγνωση με σημαία”. Οι πιο κυνικοί, πάλι, μιλούν για μια απλή προσπάθεια να πιαστούν έγκαιρα στασίδια στο νέο μαγαζί — πριν ανοίξει και γεμίσει.

Όμως η ουσία είναι αλλού. Η πολιτική στη χώρα μας έχει πάψει προ πολλού να είναι διαγωνισμός ιδεών· είναι πλέον θέαμα. Κι όπως σε κάθε καλό θέαμα, αυτό που μετράει δεν είναι τόσο το περιεχόμενο όσο το σόου. Οι αφίσες, τα συνθήματα, τα hashtags και τα χαμόγελα μπροστά στις κάμερες. Το κοινό, άλλωστε, έχει κουραστεί από τα ίδια και τα ίδια. Θέλει κάτι νέο, έστω κι αν είναι φτιαγμένο από αέρα. Κι ο αέρας, ως γνωστόν, δεν έχει ιδεολογία — μόνο κατεύθυνση.

Στον ΣΥΡΙΖΑ πλην Λακεδαιμονίου, φαίνεται πως το κατάλαβαν καλά αυτό. Αφού δεν μπορούν να πείσουν με παλιές συνταγές, είπαν να πρωτοτυπήσουν. Κι έτσι, με ένα πολιτικό άλμα στο κενό, επιχείρησαν να συναντήσουν το μέλλον προτού αυτό υπάρξει. Είναι η πρώτη φορά που κόμμα ανακοινώνει συμπόρευση με κάτι που δεν έχει ακόμη ιδρυθεί. Το επόμενο βήμα; Ίσως να συζητήσουν και για συνεργασία με φανταστικούς φίλους.

Οι πολίτες, βέβαια, δεν ξέρουν αν πρέπει να γελάσουν ή να ανησυχήσουν. Από τη μία, η εικόνα ενός ολόκληρου πολιτικού σχηματισμού που πορεύεται προς το ανύπαρκτο προκαλεί αυθόρμητο χαμόγελο. Από την άλλη, θυμίζει επικίνδυνα τη σύγχυση ενός πολιτικού συστήματος που έχει χάσει τον μπούσουλα. Γιατί, αν το ζητούμενο είναι να κυβερνήσεις τον τόπο, ίσως θα ήταν χρήσιμο να ξεκινήσεις από τα βασικά — όπως, ας πούμε, να υπάρχεις.

Και έτσι, ενώ η χώρα παλεύει με κρίσεις, αυξήσεις και διλήμματα, ένα κομμάτι του πολιτικού σκηνικού αποφασίζει να κάνει πρόβα σε παράσταση χωρίς σκηνή. Το κοινό παρακολουθεί, άλλοι με ειρωνεία, άλλοι με περιέργεια, και κάποιοι με κρυφή ελπίδα ότι, έστω κι από το χάος, μπορεί να προκύψει κάτι σοβαρό. Μέχρι τότε, όμως, η μόνη σοβαρή οδηγία είναι μία:

Πιάστε θέση πριν ξεκινήσει η παράσταση. Γιατί στην Ελλάδα, η πολιτική δεν είναι απλώς υπόθεση· είναι θέατρο. Και το θέατρο αυτό, όσο παράλογο κι αν γίνεται, πάντα βρίσκει κοινό.

Κι αν όλα πάνε κατ’ ευχήν, το έργο θα ανεβεί πανηγυρικά — αρκεί, φυσικά, να το εγκρίνουν ο σκηνοθέτης και, πάνω απ’ όλα, ο παραγωγός.