Οι «Παραιτηθείτε», οι δημοσκόποι, τα κόμματα και το φάντασμα του Μαΐου 2012

ΑΠΕ ΜΠΕ/ΟΡΕΣΤΗΣ ΠΑΝΑΓΙΩΤΟΥ

Του Γ. Λακόπουλου

Μια παράξενη δημοσκόπηση που δημοσιεύθηκε σε μία από τις καλύτερες εφημερίδες της χώρας, με φιλοκυβερνητικές διαθέσεις μάλιστα, τίναξε τη λογική στον αέρα. Η εταιρία που την υπογράφει δίνει 36% στη ΝΔ και 20% στον ΣΥΡΙΖΑ. Βλέπει το ΠΑΣΟΚ -που δεν θα υπάρχει σε λίγο- στο 14% και το Ποτάμι, που δεν υπάρχει ήδη, στο 9% κ.λπ.

Το μυστικό είναι πως αυτά δεν είναι πιθανολογούμενα εκλογικά ποσοστά, στην περίπτωση άμεσων εκλογών. Είναι… «εκλογική επιρροή». Δηλαδή πιάσ’ το αυγό και κούρεφτο.

Τι ακριβώς είναι αυτή η «εκλογική επιρροή»;  Είναι συμπέρασμα του δημοσκόπου; Ας το κρατήσει για λογαριασμό του. Είναι πρόβλεψη ψήφου; Τότε γιατί τα συνολικά ποσοστά των κομμάτων ανέρχονται αθροιζόμενα σε… 124%;

Κακά τα ψέματα. Αυτά που εμφανίζονται ως αποτελέσματα δημοσκοπήσεων, αντί για αναλυτικά εργαλεία εξελίσσονται σε εργαλεία χειραγώγησης. Μόνο που η πραγματικότητα είναι πιο σύνθεση και η συλλογική συμπεριφορά υπακούει στους δικούς της κανόνες. Ό,τι λάμπει δεν είναι χρυσός και ό,τι δεν λάμπει μπορεί να είναι.

Π.χ. όσοι είχαν την ιδέα να πατρονάρει έμμεσα η ΝΔ τη συγκέντρωση οπερέτα των «Παραιτηθείτε» προσέφεραν κακές υπηρεσίες στο κόμμα τους. Ο αντιπρόεδρός του δηλαδή. Αλλά ευτυχώς για τον Κυριάκο Μητσοτάκη δεν παρασύρθηκε όπως πέρυσι από τον Άδωνι και δεν έδωσε επισήμως το χρίσμα του στο φιάσκο.

Δεν θα είναι έκπληξη αν η ΝΔ του Μητσοτάκη δεν θα ξεπεράσει το ποσοστά του Μεϊμαράκη και ο Τσίπρας θα μείνει  πίσω  αλλά όχι και πολύ, κάτι που δεν είναι απαραίτητα κακό για τον ίδιο. Είναι μόνο 43 ετών και μια μικρή κούρα στην αντιπολίτευση δεν βλάπτει

Ωστόσο η αποτυχία  της προσπάθειας να κινητοποιηθούν οι πολίτες με ένα τέτοιο σύνθημα δεν σημαίνει ότι στηρίζουν τη κυβέρνηση, όπως υπονοούν κάποιοι Συριζαίοι. Καμία σχέση. Ακριβώς όπως όσοι δηλώνουν δυσαρεστημένοι με την κυβέρνηση δεν σημαίνει ότι θα ψηφίσουν τη ΝΔ -όπως είναι η δημοσκοπική ερμηνεία του συρμού. Και ακριβώς όπως όσοι δεν πήγαν στη συγκέντρωση δεν σημαίνει ότι δεν θα ψηφίσουν τη ΝΔ, ή  θα ρίξουν ΣΥΡΙΖΑ.

Πίσω από όλα αυτά που συνιστούν απόπειρες δημιουργίας εντυπώσεων, υπάρχουν άλλες ενδείξεις, ιδιαίτερα ανησυχητικές. Στοιχεία που διαμορφώνονται από αυτή καθ’ εαυτή την κατάσταση των πολιτών και όχι από τις επιρροές που προσπαθούν να ασκήσουν τα κόμματα.

Η προσεκτική παρατήρηση των συμπεριφορών της κοινωνίας καταλήγει στο συμπέρασμα ότι πρόβλεψη ψήφου δεν  μπορεί να υπάρξει. Αποδείχθηκε άλλωστε κατ’ επανάληψη. Με αυτό το δεδομένο αξιόπιστοι πολιτικοί παρατηρητές, φοβούνται ότι διαγράφονται μεγάλες πιθανότητες το εκλογικό αποτέλεσμα να μοιάζει με το Μαΐου του 2012. Είναι φάντασμα που πλησιάζει απειλητικά.

Με βάση το κλίμα στην κοινωνία, θεωρούν ανοησία τον ισχυρισμό ότι υπάρχει σήμερα κόμμα ή πολιτικός αρχηγός που μπορεί να πλησιάσει την αυτοδυναμία, όπως βαυκαλίζεται και αυτοϊκανοποιείται η ΝΔ.

Πολύ περισσότερο είναι ανόητο να πάρει κάνεις τοις μετρητοίς την πρόβλεψη του πρωθυπουργού στο Υπουργικό Συμβούλιο ότι το κόμμα του μπορεί να χτυπήσει την πρώτη θέση στις επόμενες εκλογές. Καμία μνημονιακή κυβέρνηση δεν μπορεί να το πετύχει, πόσο μάλλον η σημερινή που είναι… απολύτως επιτυχημένη – σε  ό,τι αφορά τη υλοποίηση του Μνημονίου.

Αυτή είναι η αντίφαση της -κατ’ ανάγκην- ασκούμενης πολιτικής των τελευταίων χρόνων. Όσο πιο επιτυχημένη -και αναγκαία- είναι τόσο πιο αντιλαϊκή καταλήγει. Όποιος κυβερνάει πληρώνει το κόστος της προσαρμογής και οποίος είναι στην αντιπολίτευση πετάει αλογόμυγες μέχρι να κερδίσει και να εφαρμόσει αυτός την ίδια πολιτική, που επιβάλλεται έξωθεν – με το ίδιο κόστος. Και πάει λέγοντας. Για  πολλά χρόνια ακόμη.

Από αυτές τις παρατηρήσεις προκύπτει ότι οι δυο πρωταγωνιστές του δημοσίου βίου θα παραμείνουν πρωταγωνιστές, αλλά μικρότερου μεγέθους.

Δεν θα είναι έκπληξη αν η ΝΔ του Μητσοτάκη δεν θα ξεπεράσει το ποσοστά του Μεϊμαράκη και ο Τσίπρας θα μείνει πίσω αλλά όχι και πολύ, κάτι που δεν είναι απαραίτητα κακό για τον ίδιο. Είναι μόνο 43 ετών και μια μικρή κούρα στην αντιπολίτευση δεν βλάπτει.

Το ερώτημα  -και το πρόβλημα ταυτόχρονα- είναι  τι είδους πολιτικό σκηνικό θα διαμορφώσει η πιθανολογούμενη από τους ίδιους παρατηρητές  διασπορά των ποσοστών που δεν μπορούν να απορροφήσουν η ΝΔ και ο ΣΥΡΙΖΑ.

Πέραν της ναζιστικής ακροδεξιάς που δεν φαίνεται να υποχωρεί, υπάρχει ενδεχόμενο να πολλαπλασιαστεί το φαινόμενο Λεβέντη, ή και να  δούμε στη Βουλή πρόσωπα και δυνάμεις που θα την κάνουν καλοκαιρινή.

Απάντηση δεν υπάρχει. Αλλά είναι η πρώτη φορά που ενώ η χώρα έχει ανάγκη από έναν ισχυρό δικομματικό, ή έστω διπολισμό, αυτοί που μπορούν να τον συγκροτήσουν δεν το αντιλαμβάνονται και τον αποδιαρθρώνουν.

Ούτε ο Τσίπρας, ούτε πολύ περισσότερο ο Μητσοτάκης, έχουν αναλύσει σωστά τη συγκυρία ώστε να συμπέσουν στην εκτίμηση ότι για να βγουν πέρα όσα περιμένουν ακόμη στη χώρα χρειάζονται δυο ισχυρά κόμματα που να εναλλάσσονται στην εξουσία.

Κυνηγώντας τις δικές τους επιδιώξεις, χωρίς να τις συνδέουν με το σύνολο των εξελίξεων, ασκούν πολωτική πολιτική που μάλλον τους αποδυναμώνει εκλογικά – κατ’ αντιστοιχία βεβαίως. Η περιορισμένη ακτινοβολία των επικεφαλής τους, ιδιαίτερα στη ΝΔ είναι ένα επιπρόσθετος λόγος απομάκρυνσης από τα μεγάλα ποσοστά του παρελθόντος.

Από αυτή την άποψη είναι χαμένος κόπος ακόμη και να  κάνουν υποθέσεις  μελλοντικών συνεργασιών. Να συνεργαστούν με ποιους; Μήπως οι Συριζαίοι ελπίζουν ότι θα ξαναδούν τον Καμμένο στη Βουλή;

Οι  Νεοδημοκράτες προσδοκούν στο κόμμα της Φώφης για να συμπληρώσουν την κοινοβουλευτική πλειοψηφία;

Καταλαβαίνουν ότι αν οι ως τώρα κυβερνήσεις έκοβαν μισθούς και συντάξεις και έβαζαν φόρους, η επόμενη θα πρέπει να υπογράψει τον πλήρη κατάργηση των συντάξεων και το κούρεμα των καταθέσεων;

Ούτε ο Τσίπρας, ούτε πολύ περισσότερο ο Μητσοτάκης, έχουν αναλύσει σωστά τη συγκυρία ώστε να συμπέσουν  στην εκτίμηση ότι για να βγουν πέρα όσα περιμένουν ακόμη στη χώρα  χρειάζονται δυο ισχυρά κόμματα που να εναλλάσσονται στην εξουσία.

Η  ρεαλιστική αποτίμηση της  κατάστασης, στην οποία θα βρίσκεται για καιρό ακόμη η χώρα, οδηγεί στο συμπέρασμα ότι αναγκαστικά θα χρειαστεί κυβέρνηση συνεργασίας των δυο μεγάλων κομμάτων.

Ένας μεγάλος πολιτικός συνασπισμός που θα κάνει κάτι περισσότερο από την αντιμετώπιση των προβλημάτων. Θα αλλάξει τον τρόπο άσκησης της πολιτικής και επιμέτρησης  του πολιτικού κόστους. Ώστε να δομηθεί ένα νέο δικομματικό πολιτικό σύστημα απέναντι στο οποίο οι πολίτες θα κινηθούν με περισσότερο ωριμότητα από το παρελθόν.

Όχι μόνο στην επιλογή κόμματος, αλλά κυρίως στην επιλογή προσώπων μέσα στα κόμματα. Κατά καιρούς έχουν πολιτευτεί αξιόλογοι άνθρωποι σε όλα τα κόμματα, αλλά ο «κυρίαρχος» λαός προτιμούσε να δίνει το σταυρό του σε σούργελα, ή ακόμη και σε αυτούς που συνοδεύονται με τη βουή ηθικών προβλημάτων.

Από αυτή την άποψη οι  ευκολατζίδικες δημοσκοπήσεις που επαναφέρουν την κενοδοξία των αυτοδυναμιών και μοιράζουν τη εκλογική πίτα κατά βούληση, παίζουν αποπροσανατολιστικό ρολό, όσο και οι σουρουκλεμέδες που παριστάνουν το «κίνημα» με την  σαχλή επωνυμία «Παραιτηθείτε».