Πώς ΔΕΝ πρέπει να είναι ο ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ: Η οπισθοδρόμηση συμπυκνωμένη σε ένα άρθρο

Του Γ. Λακόπουλου

Ο Δημήτρης Βίτσας θεωρείται σοβαρός και μετρημένος άνθρωπος. Προερχόμενος από το ΚΚΕ, υπήρξε γραμματέας του ΣΥΡΙΖΑ και υπουργός του Τσίπρα.  

Ένα κείμενό του, που δημοσιεύθηκε στο « Παρόν»,  εκπροσωπεί ό,τι αντίστοιχο έχει δει ως σήμερα το φως της δημοσιότητας με αυτό το πνεύμα.

Έτσι μπορεί να θεωρηθεί τυπικό δείγμα πως ΔΕΝ πρέπει να είναι και να σκέφτονται τα στελέχη της σημερινής αξιωματικής αντιπολίτευσης, αν θέλει να  έχει τύχη στις εκλογές.

Δηλαδή πώς ΔΕΝ είναι η σύγχρονη Αριστερά και πώς δεν μπορεί να είναι η κυβερνώσα Αριστερά.

Το άρθρο αποτελεί η συμπύκνωση της οπισθοδρόμησης, της ιδεοληψίας και της πολιτικής αφασίας, που μπορεί να βρει κανείς σε αφθονία, με διάφορες υπογραφές, στο σάιτ indepententnews.gr. Που εξελίσσεται σε μαυσωλείο της  ιδεοληψίας για τον χώρο- παρά τις ευρηματικές ανακτήσεις του Ευκλείδη Τσακαλώτου.

 Ο τίτλος του άρθρου είναι «Να αλλάξει ο ΣΥΡΙΖΑ, ή να αλλάξει η  χώρα;» –από τον ΣΥΡΙΖΑ εννοεί.

Στο κείμενο δεν υπάρχει πουθενά το όνομα του Αλέξη Τσίπρα ούτε ο όρος «ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ». Δείγμα ότι ο συγγραφέας είναι πρωτίστως έξω από τα πράγματα. Διότι στις επόμενες εκλογές  δεν θα κατεβεί κανένα κόμμα με το όνομα ΣΥΡΙΖΑ.

 Είτε προτείνει να ξαναδημιουργηθεί, είτε δεν κατάλαβε ή δεν αναγνωρίζει την, έστω ελλιπή, διαδικασία της μετεξέλιξης μετά το 2019.  

Εκτός αν νομίζει ότι το «ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ» είναι απλώς δόλωμα για να τσιμπήσουν μερικά κοροΐδα που δεν ανήκουν στην Αριστερά και να την ψηφίσουν για να «αλλάξει την Ελλάδα» ο ίδιος και μερικοί άλλοι.

Αν είναι έτσι, τότε ο Τζουμάκας, ο Ραγκούσης, η Ξενογιαννακοπούλου, ο Σπίρτζης και πολλοί ακόμη δεν έχουν παρά να πάρουν το καπελάκι τους και να φύγουν. Ίσως και ο Τσίπρας.

 Ο συμπαθής Δημ. Βίτσας δεν δείχνει να παρακολουθεί τον αρχηγό του.  Στις δημόσιες τοποθετήσεις του ο Αλέξης Τσίπρας δεν μιλάει για καμία «κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ».

Ούτε για κυβέρνηση «δεύτερη φορά Αριστερά» όπως λένε άλλοι. Ή πολύ περισσότερο η κυβέρνηση «θα έλθουμε κα θα είναι αλλιώς» που λέει ο «καλαμοκαβαλάρης» -που θα έλεγε  και ο Σκανδαλίδης– Π. Πολάκης.

Μιλάει για «προοδευτική κυβέρνηση» -όχι διακυβέρνηση»- και απευθύνεται σε όλο το εύρος της Δημοκρατικής Παράταξης, από το Κέντρο ως τις παρυφές του ΚΚΕ. Γι’ αυτό άλλωστε διεκδικεί ξανά την πρωθυπουργία.

Κατά τον Βίτσα «στον δημόσιο πολιτικό διάλογο συχνά συναντάμε προτροπές προς τον ΣΥΡΙΖΑ «να αλλάξει, αν θέλει να ξανακυβερνήσει. Συνηθέστατα μας λένε: πρέπει οπωσδήποτε να αλλάξετε, διαφορετικά θα γίνετε ένα κόμμα διαμαρτυρίας του 3%. Συγκινητικό το ενδιαφέρον του πολιτικού (και ιδεολογικού) αντιπάλου για την εκλογική επιρροή και την επιδραστικότητα που έχει ο ΣΥΡΙΖΑ στην κοινωνία».

Αλλά ο ίδιος δεν πτοείται. «Εύκολα αντιλαμβάνεται κανείς ότι πίσω από αυτές τις νουθεσίες κρύβεται ο φόβος ενός συστήματος πολιτικής και οικονομικής εξουσίας για ένα κόμμα που ήδη ανέτρεψε μια φορά τις πολιτικές ισορροπίες που κυριαρχούσαν στη χώρα επί δεκαετίες και έχει τη δυναμική να το ξανακάνει».

Προφανώς ούτε το 2015 κατάλαβε τι έγινε, ούτε το 2019.  Νομίζει ότι το κόμμα του 3%,που έμπαινε -δεν έμπαινε στη Βουλή, απέκτησε  «επιδραστικότητα»  και τινάχθηκε στο 35%.  Και στην ήττα του έμεινε στο 32%.

Μάλλον δεν του περνάει από το μυαλό ότι αυτό το ποσοστό διαμορφώθηκε από τους κεντροαριστερούς ψηφοφόρους που όταν προδόθηκαν από τις ηγεσίες του ΠΑΣΟΚ εμπιστεύθηκαν τον Αλέξη Τσίπρα και όχι κανέναν ΣΥΡΙΖΑ.

 Απόδειξη ότι ενώ ψήφισαν τρεις φορές,  δεν έδειξαν καμία διάθεση να εγγραφούν καις τις οργανώσεις του, όπου – έτσι κι αλλιώς- είχε εγκαταστήσει face control  ο γραμματέας Σκουρλέτης και έτεροι Καππαδόκες του συστήματος «Αριστερά και τίποτε άλλο».

Αφού δεν  κατάλαβε τα βασικά ευλόγως συνεχίζει: «Ισως, λοιπόν, θα ήταν προτιμότερο να αναζητήσουμε όχι πώς να αλλάξει ο ΣΥΡΙΖΑ, αλλά τι να αλλάξει ο ΣΥΡΙΖΑ και πώς μπορεί να προετοιμαστεί ως κόμμα, ως πολιτικός σχηματισμός και ως φορέας ενός ριζοσπαστικού αριστερού προγράμματος, ώστε να το πράξει».

Δεν λέει τι ακριβώς «να αλλάξει ο ΣΥΡΙΖΑ» σε ό,τι αφορά την  ιδεολογία, την  πολιτική και τα πρόσωπα, αλλά περιορίζεται σε κάποια ευχολόγια  καλών προθέσεων, υπέρ του λαού. Καλοσύνη του…

Αλλά έχει και πολιτική πρόταση. « Αναδεικνύονται ανάγλυφα μπροστά μας δύο εντελώς διαφορετικά σχέδια για το μέλλον της χώρας. Οι γραμμές έχουν χαραχτεί, οι διαφορές είναι ξεκάθαρες. Εκεί, μάλλον, πρέπει να αναζητηθεί το έντονο και έκδηλο ενδιαφέρον της άλλης πλευράς αυτής της πολιτικής διαπάλης να γίνει ο ΣΥΡΙΖΑ ένα «κανονικό» κόμμα, να απορρίψει τον ριζοσπαστισμό του που είναι, σήμερα, αυτό ακριβώς που χρειαζόμαστε, που χρειάζεται η κοινωνία, για να αποκτήσει ξανά νόημα η φράση «προοδευτική διακυβέρνηση. Δεν σκοπεύουμε να τους κάνουμε το χατίρι…».

Αυτό που χρειάζεται λοιπόν  είναι ο «ριζοσπαστισμός» ποιων; Των «Λαφαζάνηδων»;  Ή κάποιων προσώπων με ρόλο μεταξύ 2015-19, που σήμερα  παραμένουν στη μαρκίζα, ενώ είναι  δακτυλοδεικτούμενοι  για όσα λένε και όσα έκαναν, ή δεν έκαναν, στις προηγούμενες κυβερνήσεις Τσίπρα και τον χαντάκωσαν;

Για αποτυχόντες και προκλητικούς; Να μην αρχίσουμε να λέμε πάλι ονόματα;  Στα οποία πάντως δεν περιλαμβάνεται το δικό του, να εξηγούμαστε…

Κατά τον πρώην υπουργό, όσοι ζητούν να αλλάξει ο ΣΥΡΙΖΑ, έχουν πονηρά πράγματα στο μυαλό τους.  Με πρώτον τον Τσίπρα προφανώς. Αλλά ο Βίτσας και κάποιοι άλλοι «δεν θα του κάνουν το χατίρι». Θα μείνουν ΣΥΡΙΖΑ και τίποτε άλλο.

Με όλο σεβασμό σε ένα στέλεχος που δεν έδωσε ποτέ αφορμή – οι απόψεις είναι δικαίωμά του – μόνο δυο παρατηρήσεις:

 Πρώτο: Το θέμα είναι αν θα κάνουν οι ψηφοφόροι το χατίρι στο κόμμα του, όπως και αν το ονομάζει.

Δεύτερο:  Αν δεν αλλάξει αυτό το κόμμα -τον εαυτό του-δεν θα  του το κάνουν- και συνεπώς δεν θα μπορέσει ποτέ να αλλάξει τίποτε.