
Του Γιάννη Γουσιόπουλου
Δικαιούμαι να ανησυχώ αν τον «εκμοντερνισμό» του «Πενταγώνου» ακολουθήσει η αλλαγή της πρόσοψης ας πούμε, των παλαιών Ανακτόρων, της σημερινής Βουλής. Ουαί κι αλίμονο, δεν ξέρουμε τι άλλο μπορεί να μας συμβεί.
Η μορφή του κτιρίου πρωταρχικού ενδιαφέροντος στην πλατεία Συντάγματος, που επέλεξαν οι δημιουργοί του, αποτέλεσε αναφορά στο αρχιτεκτονικό παρελθόν της κλασικής Αθήνας και συνέθεσε σε μία αντίληψη σκοπού τόσο για τη δημιουργία μίας σύγχρονης πόλης όσο και για αυτήν καθ΄ αυτήν την ίδρυση του νεοελληνικού κράτους.
Εμένα, προσωπικά έστω, θα μου έλειπαν ακόμα και οι μπεζ τοίχοι, οι ανά τμήματα βαμμένοι σε διαφορετικούς τόνους χρώματος λόγω του διαφορετικού χρόνου φθοράς – αποκατάστασης, επειδή τα βιοκλιματικά αντικείμενα θα τους είχαν καλύψει απ΄ άκρου εις άκρον.
Δεν θα επεκταθώ στους λόγους διατήρησης της μορφής του κτιρίου, θα μείνω στο οπτικό αποτύπωμα, δηλαδή στην γνωστή εικόνα για τα εκατομμύρια των ανθρώπων, Ελλήνων και ξένων, που επισκέφθηκαν την ελληνική πρωτεύουσα ή έπεσε η ματιά τους σε μια φωτογραφία ή ήρθαν σε επαφή με το κτίριο μέσω διαφόρων οπτικοακουστικών μέσων.
Ευτυχώς αυτό το κτίριο ουδείς πρόκειται να το «πειράξει».
Το κτίριο του Υπουργείου Άμυνας για να περάσουμε στο θέμα μας, δεν είναι περίτεχνο, ιδιαίτερα επιβλητικό, τόσης ιστορικής σημασίας όσο το προηγούμενο, δεν γνωρίζω καν αν ανήκει σε κάποιον αρχιτεκτονικό ρυθμό. Το κτίριο πιθανότατα χρήζει εκτεταμένων παρεμβάσεων. Ωστόσο είναι ιστορικό και γι΄αυτόν τον λόγο, δικαιούται – υποχρεούμαστε τη διατήρηση των βασικών του χαρακτηριστικών, τουλάχιστον της εξωτερικής του εμφάνισης.
Το «Πεντάγωνο» μετά τη Βουλή αδιαμφισβήτητα είναι και αυτό ιστορικό λόγω των κρίσιμων στιγμών που πέρασε η στρατιωτική και πολιτική ηγεσία (ανεξαρτήτως της νομιμότητας διαδικασιών και αποφάσεων) κατά τις οποίες αποσοβήθηκε μία εμπλοκή της χώρας σε πόλεμο.
Το κτίριο λόγω παλαιότητας βεβαίως χρήζει συντήρησης, ενδεχομένως γενικής ανακατασκευής, ακόμα και αλλαγής χρήσης ως μη ανταποκρινόμενο πλέον στις σημερινές ανάγκες. Παρ΄ όλα αυτά δεν έπρεπε να «διαταραχθεί» η εξωτερική του όψη. Ακόμα και αν η βιοκλιματική μετατροπή του θα έκανε το κόστος υψηλότερο. Είμαι βέβαιος πως κάποτε θα τεθεί θέμα της επαναφοράς του στην αρχική του μορφή.
Στον εκσυγχρονισμό του κτιρίου η πολιτική ηγεσία του υπουργείου έκανε λάθος. Η ενεργειακή θωράκιση δεν έπρεπε με τίποτα, επαναλαμβάνω για να τονίσω, να αγγίξει την εξωτερική του εμφάνιση. Δεν την αλλοίωσε, δεν τη μετέβαλλε, στην κυριολεξία της «άλλαξε τα φώτα».
Και όλα έγιναν όταν οι επεμβάσεις δεν ολοκληρώθηκαν, περιορίστηκαν στη θεατή από τη Λεωφόρο Μεσογείων πλευρά. Όταν το κτίριο δεν θωρακίσθηκε ενεργειακά και από πάνω, παραδόθηκε – παραλήφθηκε με παράτες και παρόλες.
Ό,τι απέμεινε μας «είπαν», θα γίνει προσεχώς. Πότε; Θα δούμε. Ίσως ποτέ, στην Ελλάδα ζούμε!
Επειδή τα προγράμματα ενεργειακής θωράκισης και οι ανακαινίσεις γενικώς τελευταία καλά κρατούν, ο κόσμος ξέρει και κανείς δεν μπορεί πλέον να τον γελάσει, στο τεχνικό μέρος αλλά και σε θέματα αισθητικής. Ο υπουργός κοινώς «την πάτησε», παρά την εμπειρία του ως πολιτικός, τη σοβαρότητα που γενικώς τον διακρίνει και την πρόοδο που έκανε κατά τα άλλα, στην ανασυγκρότηση του στρατεύματος.
Το αισθητικό εγχείρημα, διότι περί αυτού πρόκειται, εύκολα μπορεί να το εντάξει κανείς στους επικοινωνιακούς σχεδιασμούς της κυβέρνησης, αλλά στην κατηγορία που όταν η επικοινωνία δεν συνοδεύεται από το απαραίτητο έργο γίνεται μπούμερανγκ για αυτήν και όποιον άλλον την εφαρμόζει.
Ο Νίκος Δένδιας έχασε την ευκαιρία να μεταφέρει το υπουργείο στη Λάρισα για επιχειρησιακούς λόγους, εκεί όπου αν δεν κάνω λάθος, βρίσκεται η Στρατιά και το Αρχηγείο Τακτικής Αεροπορίας. Έχασε την ευκαιρία να κάνει τη διαφορά και σε συμβολικό επίπεδο, στο μεγάλο θέμα της διοικητικής αποκέντρωσης.
Εν πάση περιπτώσει, σε ό,τι αφορά το κύριό μας θέμα, οι όποιες παρεμβάσεις γίνονται σε μοντερνιστικό οίστρο και μάλιστα σε ένα μπαγκράουντ αστικά βεβαρημένο και κοινωνικά κατακερματισμένο, είναι εκ των πραγμάτων καταδικασμένες να αποτύχουν.
