Ήταν κάποτε ένα κοινοβούλιο…

Του Γ. Λακόπουλου

Σε όποια έδρανα, όποιας πτέρυγας και αν κοιτάξει  κάποιος, η ελληνική Βουλή τον πληγώνει. Σε κάθε συνεδρίαση υπάρχουν λόγοι για να αισθάνεται αποστροφή, ντροπή, απογοήτευση και ενίοτε αηδία. Για το ύφος, τις εκφράσεις, την υποκουλτούρα των διαξιφισμών, την ευτέλεια των επιχειρημάτων, τον κυνισμό των προθέσεων και το απόλυτο κενό των ομιλητών.

Π.χ. η επίκαιρη συζήτηση την ειδική επιτροπή για τη ρύπανση στο Σαρωνικό, είχε τόσο αποκαρδιωτική εικόνα που απορούσε κανείς αν βρίσκεται σε κοινοβουλευτική αίθουσα, σε σφαιριστήριο, σε καφενείο ή σε γήπεδο.

Κακά τα ψέματα. Όταν λείπουν από την αίθουσα ο Τσίπρας -που δεν χάνει ποτέ την ευπρέπειά του –ο Βενιζέλος που καθηλώνει ακόμη και όταν σηκώνει τους τόνους, ο Κουτσούμπας που διδάσκει σοβαρότητα και ήπιο λόγο, η συζήτηση είναι για κλάματα.

Ακόμη και …πρωθυπουργήσιμοι, με καλούς τρόπους υποτίθεται, δίνουν παραστάσεις οργής για το θεαθήναι- διαβάζοντας από σκονάκι πότε πρέπει να …εκραγούν, για να δείξουν “πυγμή”- και απλώς δυναμιτίζουν το κλίμα για στημένα χειροκροτήματα με σαχλές κορώνες.

Βουλευτές διακόπτουν και αλληλοβρίζονται, σα να βρίσκονται σε χαμαιτυπείο. Αρχηγοί κομμάτων κάνουν επίδειξη ρηχότητας της παρουσίας τους , παπαγαλίζοντας προκάτ κείμενα που τους έγραψαν άλλοι και κοινοβουλευτικοί εκπρόσωποι, διαγκωνίζονται σε κοκορομαχίες.

Ασήμαντα πρόσωπα, που έστειλε στη Βουλή ο “κυρίαρχος  λαός” συμπεριφέρονται σαν καραγωγείς και δεκανείς υπηρεσίας και  σούργελα μεταφέρουν ις θερινές επιθεωρήσεις από τα θέατρα του Πεδίου του Άρεως – συμπληρώνοντας τις ασχήμιες των νεοναζί.

Τότε είναι που προτιμάς τις μέρες που η Βουλή νομοθετεί  με … τρία άτομα στην αίθουσα, ή κλείνεις να μάτια και νοσταλγείς….

Ήταν κάποτε ένα Κοινοβούλιο  στο οποίο για να γίνει κάποιος μέλος έπρεπε πρώτα να αποκατασταθεί οικονομικά, επαγγελματικά και κοινωνικά και γι’ αυτό έμπαινε – αλλιώς δεν μπορούσε να περάσει ούτε απέξω.

Ήταν κάποτε ένα Κοινοβούλιο στο οποίο τα μέλη του κατά κανόνα ξέβγαιναν από τη πολιτική φτωχότερα από ότι εμπαιναν, πουλούσαν  περιουσίες για να είναι πολιτικοί, εξ ου και βγήκε και η φράση “έφαγε τη περιουσία του στη πολιτική”.

Ήταν κάποτε ένα  Κοινοβούλιο στο οποίο οι βουλευτές είχαν αίσθηση αποστολής, που σημαίνει πως ό,τι έλεγαν- από τους κομμουνιστές,  ως τους ακροδεξιούς –το λέγαν γιατί το πίστευαν κι όχι γιατί τους το υπαγόρευσε ο τάδε επιχειρηματίας, ή ο δείνα μιντιάρχης.

Ήταν κάποτε ένα Κοινοβούλιο,  στο οποίο βουλευτές και υπουργοί έβλεπαν έξω από το γραφείο του οικονομικούς παράγοντες να κάνουν ουρές για να τους συναντήσουν και δεν εκλιπαρούσαν να γίνουν οι ίδιοι δεκτοί από αυτούς τους παράγοντες.

Ήταν κάποτε ένα Κοινοβούλιο στο οποίο η ευπρέπεια ήταν σήμα κατατεθέν των μελών του σε ό,τι αφορά την εμφάνισή τους – η γραβάτα ήταν υποχρεωτική -αλλιώς οι κλητήρες δεν θα επέτρεπαν να μπουν στη αίθουσα πρόσωπα με την αμφίεση που βλέπουμε σήμερα.

Ήταν  κάποτε ένα Κοινοβούλιο που θα ζητούσε εξηγήσεις από τον ανώτερο άρχοντα, αν ο τσολιάς στην Ηρώδου του Αττικού επέτρεπε  να πουν στο νεοκλασικό του Τσίλερ πρόσωπα για να ορκιστούν υπουργοί με σακίδιο, σπορτέξ και  σανδάλια -σα να είναι ηλίθιοι στις χώρες που τηρούν για αιώνες το τυπικό και το πρωτόκολλο.

Ήταν κάποτε ένα Κοινοβούλιο του οποίου ο Πρόεδρος δεν θα άφηνε λίθον επί λίθου αν πρώην βουλευτής κατήγγειλε δημοσίως και ενυπογράφως ότι βουλευτές λαδώνονται από επιχειρηματίες, για να καταθέσουν ερωτήσεις υπέρ των συμφερόντων που τους τις  υποβάλουν. Ούτε θα επέτρεπε σε συνεργάτες υπουργών να λοιδορούν ομιλητές – τουλάχιστον η μακαρίτισσα Μαρίκα Μητσοτάκη,  που επιτιμούσε βουλευτές στην  αίθουσα, είχε κάποια ανοχή από όλους- και θα τους είχε πετάξει έξω χωρίς δισταγμό…

Ήταν κάποτε ένα Κοινοβούλιο στο οποίο δεν ήταν επιτρεπτό να διαβάζουν οι βουλευτές τους λόγους τους και όποιος ανέβαινε στο βήμα όφειλε να είναι σε θέση να πει αυτά που πιστεύει και θέλει να πει ο ίδιος και όχι να διαβάζει αυτά που του έγραφαν άλλοι – και μερικές φορές να μην μπορεί  καν να τα διαβάσει.

Ήταν κάποτε ένα Κοινοβούλιο στο οποίο οι πολιτικοί αρχηγοί δεν είχαν σκονάκια και δεν έκαναν πρόβες με τη συνδρομή ίματζ μέηκερς, όταν επρόκειτο να αγορεύσουν σε μεγάλες κοινοβουλευτικές αναμετρήσεις, ούτε υπήρχαν “ΣΟΣ” και μοιρασμένες ερωτήσεις στις συνεντεύξεις τους.

ΥΓ1. Στη μεταπολίτευση ο Κωνσταντίνος  Καραμανλής, ο Ανδρέας Παπανδρέου, ο Κώστας Μητσοτάκης, ο Λεωνίδας Κύρκος και αργότερα ο Κώστας  Καραμανλής  και ο Αλ. Τσίπρας – και άλλοι όπως ο Γ. Γεννηματάς– δεν θα καταδέχονταν ποτέ να τους “προπονούν” για να μιλήσουν. Αυτή είναι μέθοδος που υιοθέτησαν ο Σημίτης, ο Γ. Παπανδρέου, ο Σαμαράς, ο Κυριάκος, ο Σταύρος και η Φώφη, καταστρέφοντας, την αυθεντική πολιτική παρουσία, και εν τέλει την ίδια την πολιτική -που μετατράπηκε σε επικοινωνιακό σόου, που διαμορφώνουν στρατιές επικοινωνιολόγων.

ΥΓ2.  Πριν τη χούντα ο Γεώργιος Παπανδρέου, ο Παν. Κανελλόπουλος, ο Ηλίας Ηλίου, ο Μαρκεζίνης, για να μείνουμε στους σπουδαιότερους και προπολεμικά ο Βενιζέλος, ο Παπαναστασίου και άλλοι, έδιναν από το Κοινοβούλιο μαθήματα ρητορικής και γνώσης της Ιστορίας και της ελληνικής γραμματείας.

ΥΓ3. Σήμερα εκεί που κρεμούσαν οι κλέφτες τ’άρματα, κρεμούν οι γύφτοι τα νταούλια- και οι λίγες εξαιρέσεις δεν σώζουν μια Βουλή κατώτερη του ρόλου της που έχει μόνο ένα ελαφρυντικό: εικόνα σου είμαι κοινωνία και σου μοιάζω.