Αλλαγή ρότας για το ΚΙΝΑΛ με προοπτική συγκυβέρνησης

Του Μελέτη Ρεντούμη

Οι εκλογές πλησιάζουν στις αρχές Ιουλίου και όλα τα κόμματα βρίσκονται σε πυρετώδεις διαβουλεύσεις με τα στελέχη τους και τους πολίτες, με στόχο να κερδίσουν όσο το δυνατό περισσότερους ψηφοφόρους.

Πέρα από την μεγάλη διαφορά που διαφαίνεται στις δημοσκοπήσεις υπέρ της ΝΔ και την προσπάθεια του ΣΥΡΙΖΑ να παγιωθεί σε ένα υψηλό ποσοστό πέριξ του 20% ώστε να αποτελέσει ένα σημαντικό δίπολο για την επόμενη ημέρα των εκλογών στο πολιτικό σύστημα, το κόμμα το οποίο μπορεί να αποτελέσει τον ρυθμιστή και τον καταλύτη του συστήματος, είναι το Κίνημα Αλλαγής (ΚΙΝΑΛ) .

Είναι αλήθεια, ότι μπορεί να μην ευοδώθηκε η μεγάλη και ευρεία Κεντροαριστερά που οραματίζονταν πολλοί κεντρώοι ψηφοφόροι κυρίως του ΠΑΣΟΚ, όμως το ΚΙΝΑΛ έχει βάλει στόχο να παίξει ένα σοβαρό και ρυθμιστικό ρόλο που θα του δώσει την δυνατότητα να δείξει σοβαρές και προγραμματικές θέσεις για μία σειρά από ζητήματα που απασχολούν την ελληνική κοινωνία.

Το ερώτημα που τίθεται βέβαια, πέρα από τις προθέσεις του ΚΙΝΑΛ, είναι με ποια στρατηγική θα πετύχει τους στόχους του, με ποιο εκλογικό ακροατήριο, ποια στελέχη και ποιες μετεκλογικές συνεργασίες.

Αρκετά πριν την προκήρυξη των εκλογών, η πολιτική του ΚΙΝΑΛ και της ηγεσίας του, ήταν μία λογική ίσων αποστάσεων από ΝΔ και ΣΥΡΙΖΑ, την ίδια στιγμή που καταψήφιζε όλα τα σχετικά νομοσχέδια της κυβέρνησης και την κατηγορούσε μάλιστα ότι δεν έχει κανένα σοβαρό στρατηγικό σχέδιο για την χώρα.

Ακόμα πιο πριν όμως το ΚΙΝΑΛ, προσεγγίζοντας στελέχη όλο και περισσότερο από το ΚΙΔΗΣΟ του Γιώργου Παπανδρέου, είχε φθάσει να συνομιλεί με στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ και μάλιστα αρκετοί  να μιλούν για μία ευρύτερη κεντροαριστερή συμμαχία, που θα μπορούσε να αποτελέσει ανάχωμα στην ΝΔ για την κατάληψη της εξουσίας και της αυτοδυναμίας.

Τελικά, μετά από αρκετές αντιφατικές πρωτοβουλίες της ηγεσίας του κινήματος, φθάσαμε στην ρήξη με τον Ευάγγελο Βενιζέλο, που υποτίθεται ότι θα ήταν η αιχμή του δόρατος για το κόμμα εν όψει εκλογών, από την στιγμή που έχει ένα λόγο υπερκομματικό, μεστό και μπορεί να διεμβολίσει πολλά και διαφορετικά κομματικά ακροατήρια.

Το διαζύγιο με τον πρώην πρόεδρο του ΠΑΣΟΚ, για πολλούς σηματοδοτούσε μία ακόμη προσπάθεια του ΚΙΝΑΛ να προσεταιριστεί δυσαρεστημένους ψηφοφόρους του ΣΥΡΙΖΑ, που θα ήθελαν ένα ΠΑΣΟΚ πιο κοντά στα πρότυπα του 80 παρά στον εκσυγχρονισμό της κοινωνίας που ζούμε σήμερα.

Εκεί λοιπόν που όλα έδειχναν ότι το ΚΙΝΑΛ αρχίζει να γέρνει επικίνδυνα προς τα αριστερά, με κίνδυνο μάλιστα να απορροφηθεί μελλοντικά από τον ΣΥΡΙΖΑ, χωρίς το πολιτικό αντίβαρο που λέγεται Βενιζέλος, ήρθε ξαφνικά μία ακόμη στροφή από την ηγεσία του κινήματος, αυτή την φορά προς το κέντρο και την προοπτική συγκυβέρνησης.

Παρόλο που το ΚΙΝΑΛ δεν κατονόμασε τη ΝΔ, άφησε για πρώτη φορά να εννοηθεί ότι θα συνεργαστεί με το πρώτο κόμμα και πως δεν θα αφήσει την χώρα να μπει σε περιπέτειες, αποφεύγοντας έτσι την ακυβερνησία.

Πρόκειται σίγουρα για μία ορθολογικότερη στρατηγική από όλες τις προηγούμενες που χαρακτηρίζονταν από περιστασιακές και δημοσκοπικές παλινωδίες και δεν ταίριαζαν σε ένα πρώην κραταιό κυβερνητικό κόμμα, να φλερτάρει με τον ΣΥΡΙΖΑ, που στον πυρήνα του έχει τον λαϊκισμό και την αντισυστημικότητα.

Πλέον το ΚΙΝΑΛ, ανακοινώνοντας ότι έχει διάθεση συνεργασίας μετεκλογικά με το νικητή των εκλογών, στα τρία κομβικά ζητήματα, που είναι η συνταγματική αναθεώρηση, ο εκλογικός νόμος αλλά και η διαπραγμάτευση για τα πρωτογενή πλεονάσματα, μπορεί ευκολότερα να κερδίσει την εμπιστοσύνη των πολιτών, καθώς η ψήφος τους αποδεικνύεται χρήσιμη, μπορεί να οδηγήσει σε κυβερνησιμότητα και όχι σε απραξία, διαμαρτυρία και πολιτική κρίση.

Εν κατακλείδι, θα λέγαμε πως η ώρα της αλήθειας έχει φθάσει για όλους και θα φανεί άμεσα, αν τελικά η πολιτική του ΚΙΝΑΛ θα δικαιωθεί ή θα δημιουργήσει ένα νέο κύκλο εσωστρέφειας και αντιπαράθεσης.

 

Ο Μελέτης Ρεντούμης είναι οικονομολόγος τραπεζικός