“Βγαίνω έξω”. Είμαι ένας σύγχρονος αναλφάβητος

ΣΜΑΡΚΑΚΗΣτο Μπουένος Άιρες στις αρχές της προηγούμενης δεκαετίας, μέσα σε μια περίοδο που η χώρα και οι πολίτες θυμίζουν σήμερα την δική μας, είδα τις προτάσεις των πτυχιακών εργασιών των φοιτητών της Σχολής Καλών Τεχνών πάνω σε τοίχους και πεζοδρόμια.
 Αν η εργασία του φοιτητή αποτυπωμένη πάνω σε στάμπες επιβίωνε στην ζούυγκλα των συνθημάτων μέσα στον ασύλληπτα τεράστιο όγκο από  αφισοκολλήσεις και παρέλαση δεκάδων συνθημάτων που αναγράφονται και αλλάζουν με απίστευτη ταχύτητα και συχνότητα, τότε το πόνημά τους  είχε καταφέρει να επιπλεύσει στην απύθμενη αγορά της ζουγκλικής δημοσίευσης. Δηλαδή, η δουλειά του είχε στοιχεία έξυπνα και η ευρηματικότητά του αποτελούσε σωσίβιο φελιζόλ στην μόνιμη βαρυσήμαντη για κάθε και όποια  αφισσοκολλητή και συνθηματολόγο χαρτοπλημμύρα. Οι καθηγητές στην ουσία, αντέγραφαν την πρακτική που είχαν ακολουθήσει νωρίτερα άλλες Καλών Τεχνών στην Ευρώπη.

 Τι διαφορετικό παρουσίαζαν όμως αυτοί οι τοίχοι στην παλιά πανέμορφη παλιά συνοικία των Σικελιάνων μεταναστών του Palermo Viejo; Δεν νομίζω να είχα δει μεγαλύτερη ποικιλία συνθημάτων ποτέ στην ζωή μου. Τα συνθήματα των πολιτικών κομμάτων είχαν παραμεριστεί. Έτσι κι αλλιώς αυτά στη σύγχρονη αφασία μιλούσαν με κρ-ι-τικά παξιμάδια στο στόμα. Και εκεί !

 Αυτοί που  έγραφαν και γράφουν τα συνθήματα είναι πάντα οι νέοι. Οι γέροι περιορίζονται  στις βιογραφίες που σπάνια εκδίδονται γιατί δεν ενδιαφέρουν κανένα και βαρύνουν μόνιμα εκδιηγητικά κάθε παρέα τους μετά απο δύο ποτηράκια. Στο Bayres λοιπόν η νεολαία είχε μπουχτίσει από τις παπαριές των μικρών και μεγάλων αναλύσεων, εξηγήσεων και μανιφέστων και έγραφε με ένα τρόπο στεγνό, που δεν άγγιζε την σαπίλα, την μπόχα και την μούχλα των ενηλίκων.  
 Αναλογίσθηκα αργότερα μετά από ένα καταπλητικό degustacion 10 διαλεγμένων κρασιών απο την περιοχή της Mendoza, πως οι πιτσιρικάδες δεν είχαν γυρίσει σελίδα και δεν είχαν αλλάξει απλά κεφάλαιο. Έγραφαν όχι σε ‘άλλου Παπά Ευαγγέλιο’, αλλά ακολουθούσαν αυτά που έγραψε, μάλλον εν αγνοία τους, ο Jim Morisson δεκαετίες πριν:
«Μπορείς να τους σκοτώσεις όλους ή να ξεκινήσεις μια δικιά σου θρησκεία»
 Οι σφαίρες;  Eίναι ακριβές, γιατί χρειάζονται πολλές. Kάνανε το δεύτερο. Άλλη θρησκεία !

 Μόνιμα στην Αργεντινή για μέρες είχα στο πλευρό μου φίλους που προσπαθούσαν να μου μεταφράσουν όχι μόνο τις λέξεις και το περιεχόμενο αλλά και το γενικότερο πλαίσιο ή ‘κάδρο’  αλλά και το παρελθόν κάθε ‘υπαίθριας γκαλερί”. Πάντα τα γραμμένα συνθήματα στους τοίχους παρουσίαζαν ενδιαφέρον. Συμπυκνωμένη η αλήθεια μιας εποχής. Κι αν δεν μπορεί να δεις τις αλήθειες, τουλάχιστον βλέπεις ποιές από αυτές καταρρίπτονται όπως γίνεται και με τους σκιτσογράφους που πολιτεύονται. 

Μετά απο μια δεκαετία περπατώ στο κέντρο της Αθήνας και τρώω ένα μεγάλο χαστούκι. Περνώ απ’ το  Θησείο, το Μοναστηράκι,  το Παγκράτι και ξαφνικά είναι σαν να περπατώ στο Bayres. Δυστυχώς, αλλά και ευτυχώς, λυτρωτικά η αλήθεια πρέπει να βγαίνει στην φόρα. Χρειάζομαι όπως και τότε στην Αργεντινή μεταφραστή. Θέλω διερμηνέα δίπλα μου !

 Ναι. Δεν τολμούσα να το παραδεχθώ. Φοβόμουν να το θίξω ανάμεσα σε φίλους. Φοβόμουν να το συζητήσω με τον ίδιο μου τον εαυτό στην ουσία. Από αναβολή σε αναβολή. Που είναι και το πιο επικίνδυνο απ’ όλα. Πόσα ερωτηματικά τσιγκέλια να χωρέσουνε κάτω από το χαλί; Από κάποιο σημείο και μετά τρυπούνε και την πιό αποχαυνωτική ισοπεδωτική μοκέτα λήθης.

 Μπορώ και γράφω όπως κάνω τώρα αυτή τη στιγμή με αυτές τις λέξεις, γραμμές και νοήματα που αραδιάζω. Αλλά δεν μπορώ να διαβάσω σωστά τι γράφουν οι νεολαίοι.

Βλέπω τα γράμματα πάνω στους τοίχους πολυκατοικιών,και πόρτες σπιτιών και στα βαγόνια του προαστιακού,  αλλά δεν μπορώ να ξεχωρίσω τι διάβολο γράφουν. Δεν μπορώ να ξεχωρίσω καν ποιά γράμματα είναι! Δεν μπορώ να σιγουρευτώ αν είναι Ελληνικά ή Αγγλικά…Δεν μπορώ να διαβάσω αν είναι ένα γράμμα ή αν είναι δύο μαζί ή ακόμα και ολόκληρη λέξη. Που στο καλό  ξεκινά το γράμμα και που τελειώνει; Λες να είναι ιδεογράμματα και όχι ελληνικά; Μήπως είναι σύμβολα, ρε Manga μου, από γιαπωνέζικα καρτούν;

 Το  πρόβλημα δεν παρουσιάστηκε έτσι απλά με μια πρόταση ή μια λέξη. Προέκυψε σταδιακά. Ήρθε με κύματα μέσα στο χρόνο.Το ίδιο καταπινο-ταπεινωτικά όπως και την πρώτη φορά που έβλεπα και δεν μπορούσα να αρθρώσω λέξη μέσα μου. Τι στο καλό!12 χρόνια βασικής εκπαίδευσης και άλλα σχεδόν τόσα πανεπιστημιακής παρά-μόρφωσης και να… Που είμαι σήμερα;

 Βλέπω τους αθηναϊκούς τοίχους καλυμμένους με γκραφίτι  και δεν μπορώ να διαβάσω, δεν μπορώ να ξεχωρίσω τα γράμματα και τι γράφει η νεολαία.

 Το πράγμα γίνεται ακόμα πιό σοβαρό και με πιάνει κρύος ιδρώτας όταν σκέπτομαι πως ένα μεγάλο ποσοστό των νέων μας είναι περισσότερο εξοικοιωμένο να γράφει με τα σπρέι συνθήματα παρά με μολύβια και στιλό.

 Οι τοίχοι συγκέντρωναν τεράστιο ενδιαφέρον. Συμπυκνωμένη όλη αφρόκρεμα της ‘διανόησης’, όλων των πλευρών, όλων των κομμάτων, όλων των ρευμάτων. Η δημοκρατία του μαρκαδόρου. Έστω άναρχα, άτεχνα και βάνδαλα. Ακόμα και τα αγκάθια και οι μύκητες βγάζουν λουλούδια.

Τι περιμένουμε άλλωστε να ανθίσουν σήμερα στην γωνία Στουρνάρη και Πατησίων; Οι θαυμαστές ανοιξιάτικες κερασιές του Κυότο μέσα στο Δωρικό Φθινόπωρο του Βάνδαλου; Ακόμα και οι ήρωες που απεικονίζει η νεολαία ήταν πάντα τροχιοδηκτικοί και αποσαφήνιζαν που είμαστε, ποιοι είμαστε και που περίπου πάμε.

Λειτουργεί και σαν  μπούσουλας ή σαν υπερηχογράφημα για να δεις τι θα βγει απο την κοινωνική εγγυμοσύνη, έστω αν δεν υπήρξε πράξη αλλά σειρά απο βιασμούς κατόπιν τηλεοπτικής μαζικής νάρκωσης.

 Την Κλάρα Μπελ και τον Τουίτι των αρχών της δεκαετίας του ΄70 διαδέχθηκε απότομα ο Τσε.  Μετά εκσπουδαστικά όλοι ξέρουμε που πορεύτηκε το όχημα μας. Σήμερα ο Γκαστόνε έχασε την ρέντα του Είναι άνεργος και παίζει λόττο και Πρότο, ξύνοντάς τα, μπας και ξανάρθει σαν μάνα εξ ουρανού η ρέντα που είχε κάποτε.

 Υπήρχε και ένα σύνθημα στην οδό Malabia στο Palermo Viejp που δεν ήθελε μετάφραση. Έγραφε “Τake the money and run”.Το είχε κάνει ένας ταμίας τραπέζης σε ένα πελάτη που πλησίασε στο κισέ. 

Πριν καν ο πελάτης μιλήσει, έβγαλε ένα πιστόλι κάτω από το αύθραστο προστατευτικό για αυτόν κρύσταλλο και του είπε χαμηλόφωνα.

-Πσστ! Φέρτα όλα τα λεφτά! Δώστα μου! Ό,τι έχεις στο πορτοφόλι!

 Γιώργος Μαρκάκης – Ένας σύγχρονος αναλφάβητος.