Γιατί Αριστερά και ποια Αριστερά

Toυ Γ. Σωτηρέλη

Από τα πολιτικά όσο και από τα επιστημονικά μου διαβάσματα έχω διαμορφώσει τη βαθύτατη πεποίθηση ότι Αριστερά είναι το γνησιότερο τέκνο του διαφωτισμού. Είναι η μόνη πολιτική δύναμη που έδωσε ολοκληρωμένο νόημα και περιεχόμενο στο βασικό του πρόταγμα: τον ολόπλευρο –δηλαδή ατομικό, πολιτικό και κοινωνικό– αυτοπροσδιορισμό του ανθρώπου.

Κι αυτό όχι μόνο γιατί διαδραμάτισε μαχητικά καθοριστικό ρόλο για την διεύρυνση της πολιτικής δημοκρατίας, την οποία ο οικονομικός φιλελευθερισμός ήθελε κολοβή και περιορισμένη, αλλά και γιατί προσέθεσε με τους αγώνες της, πλάι σε αυτήν, και την κοινωνική δημοκρατία. Η οποία –για να θυμηθώ τον αείμνηστο δάσκαλό μου Αριστόβουλο Μάνεση– δεν έρχεται καταλύσαι αλλά πληρώσαι την πολιτική δημοκρατία…

Πιστεύω, λοιπόν, σε πείσμα των καιρών και των λαθών της, ότι η Ευρωπαϊκή Αριστερά είναι η μόνη δύναμη που μπορεί και σήμερα να αντιμετωπίσει αποτελεσματικά τους διαβρωτικούς ανέμους της παγκοσμιοποίησης. Να δώσει ελπίδα και προοπτική σε έναν κόσμο που απειλείται ολοένα και περισσότερο από τον «αχαλίνωτο καπιταλισμό» και την ολιγαρχία των αγορών.

Εννοείται, βέβαια, ότι αναφέρομαι σε μια Αριστερά σύγχρονη, ανοιχτόμυαλη, πλουραλιστική, δημοκρατική αλλά και ρηξικέλευθη. Μια Αριστερά που θα συνθέσει, σε μια νέα ποιότητα, τις καλύτερες παραδόσεις της ιστορικής σοσιαλδημοκρατίας, του ευρωκομμουνισμού και της πολιτικής οικολογίας, εγκαταλείποντας αποφασιστικά την μετάλλαξη και τον καθεστωτισμό.

Τρεις αποφασιστικές αλλαγές

Θα ήθελα να επαναλάβω την άποψή μου για κάποιες ιδεολογικοπολιτικές παρεκτροπές και αγκυλώσεις, από τις οποίες πρέπει να διαχωρίσει αποφασιστικά τη θέση της μια τέτοια Αριστερά:

Πρώτον, πρέπει να έρθει σε πλήρη και οριστική ρήξη με τον κάθε είδους πολιτικό παλαιοημερολογιτισμό. Όχι μόνον με αυτόν που επιμένει στην τυφλή βία, αλλά και με αυτόν που έχει ακόμη επαναστατικές ονειρώξεις στο όνομα της «δικτατορίας του προλεταριάτου». Ή με αυτόν που συνεχίζει απτόητος να απολογείται για τον σταλινισμό και τις τραγικές συνέπειές του.

Δεύτερον, μια τέτοια Αριστερά πρέπει να αφήσει πίσω τις παιδικές της ασθένειες και ιδίως να ξεφύγει πλήρως από τα δόκανα του αριστερισμού. Οι μαξιμαλιστικές και δημαγωγικές υποσχέσεις, ερήμην των εθνικών, ευρωπαϊκών και διεθνών δεδομένων, οδηγούν νομοτελειακά σε αυταπάτες, σε τραγικές διαψεύσεις και σε άτακτες υποχωρήσεις.
Τρίτον, μια τέτοια Αριστερά πρέπει να δώσει ιδιαίτερο βάρος στην υπεράσπιση της ΕΕ. Όχι υπό το πρίσμα ενός άκριτου και συχνά αφελούς ευρωπαϊσμού, αλλά αντιμετωπίζοντάς την σαν το σημαντικότερο εν δυνάμει θεσμικό αντίβαρο απέναντι στον φονταμενταλισμό των αγορών. Αντίβαρο στην εγγενή ροπή προς την ασυδοσία του καπιταλιστικού συστήματος, πολύ περισσότερο στην σημερινή διεθνοποιημένη και υποταγμένη στα νομαδικά κεφάλαια εκδοχή του.

Δεν πρέπει, επίσης, να ενδίδει στις σειρήνες της εξουσίας, όπως η «κρυφή γοητεία της μπουρζουαζίας» και ο καθεστωτισμός των προνομίων. Διότι όλα αυτά αποτελούν αδιάψευστο κριτήριο ότι παύει πλέον να είναι Αριστερά, όπως κι αν ονομάζεται. 

Για να γίνει βέβαια αυτό απαιτείται μια δύναμη που θα ηγεμονεύσει πολιτικά και ιδεολογικά, όχι μόνον επιταχύνοντας την ευρωπαϊκή ενοποίηση, αλλά και αναπροσανατολίζοντας το ευρωπαϊκό εγχείρημα προς δύο κατευθύνσεις:

Η πρώτη είναι η υπεράσπιση των ιστορικών δημοκρατικών κατακτήσεων του Ευρωπαϊκού Πολιτισμού, που είναι προεχόντως δικές της κατακτήσεις. Η δεύτερη είναι η υπεράσπιση του κοινωνικού και δημοκρατικού ελέγχου των επικίνδυνων για την ανθρωπότητα επιπτώσεων της παγκοσμιοποίησης.

Μια πανευρωπαϊκά διαρθρωμένη Αριστερά

Αυτό βέβαια δεν σημαίνει ότι μια τέτοια Αριστερά θα ξορκίσει την παγκοσμιοποίηση, στρουθοκαμηλίζοντας ή παλιμπαιδίζοντας πολιτικά. Απαιτείται, αντίθετα, μια προσεκτική στάθμιση των συνθηκών και των κινδύνων, που θα κινηθεί σε δύο άξονες:

Πρώτον, στο ξεκαθάρισμα ότι ο εθνοθρησκευτικός απομονωτισμός, ο πείσμων και ισοπεδωτικός καταγγελτισμός, η εθελοτυφλία και η φυγή προς τα πίσω, προς τις πλέον συντηρητικές εκδοχές του εθνικού κράτους, δεν είναι μια αδιέξοδη και επικίνδυνη πολιτική. Επιπλέον, αποτελεί και την πλέον βέβαιη συνταγή αποτυχίας ως προς την αντιμετώπιση των αρνητικών συνεπειών της παγκοσμιοποίησης.

Δεύτερον, και εξ ίσου σημαντικό, στην απόκρουση κάθε μορφής –αφελούς ή ιδιοτελούς– ιδεολογικού ισοπεδωτισμού, που επιχειρεί να ταυτίσει τον γνήσιο πατριωτισμό με τον εθνικισμό και τον λαϊκισμό. Ο πατριωτισμός είναι αναγκαίος όρος για την πολιτική νομιμοποίηση κάθε ενοποιητικού ευρωπαϊκού εγχειρήματος.
Όσοι τον ταυτίζουν με τον εθνικισμό και τον λαϊκισμό σπρώχνουν άκριτα και ανιστόρητα τις λαϊκές δυνάμεις που εκπροσωπεί η Αριστερά στα νύχια της Ακροδεξιάς.

Με αυτά τα δεδομένα, ως προς το βασικό πολιτικό και ιδεολογικό της οπλοστάσιο, μόνο μια πανευρωπαϊκά διαρθρωμένη Αριστερά μπορεί να αναδιατάξει τις δυνάμεις της προόδου.

Να τις καταστήσει αποτελεσματικές στο πραγματικό επίπεδο που διεξάγονται οι κρίσιμες κοινωνικοπολιτικές διαμάχες και να δώσει μια νέα ώθηση στα απελευθερωτικά και ανθρωπιστικά της ιδεώδη. Οι διαμάχες φυσικά δεν εξαλείφθηκαν, όπως διατείνονται οι υπέρμαχοι της «μεταπολιτικής».

Συναίνεση και προς τα δεξιά

Ταυτόχρονα, όμως, μια τέτοια Αριστερά δεν πρέπει να κλείνει τα μάτια και στις άλλες αντιθέσεις που διαπερνούν τις σύγχρονες κοινωνίες. Η σχέση της με τον άλλο πόλο, της μετριοπαθούς και κοινοβουλευτικής Δεξιάς, είναι μεν σχέση πολιτικής και ιδεολογικής αντιπαλότητας, αλλά δεν είναι σχέση ούτε μίσους ούτε έχθρας.

Υπάρχουν πολλά σημεία της σύγχρονης πολιτικής που απαιτούν συναινέσεις και συγκλίσεις, με πρώτο το ζήτημα της υπεράσπισης της δημοκρατίας απέναντι στους διαρκώς πολλαπλασιαζόμενους «αντισυστημικούς» εχθρούς της.

Ένα δεύτερο ζήτημα που απαιτεί συναίνεση είναι η προώθηση της ευρωπαϊκής ενοποίησης. Σε αυτά να προσθέσουμε και την αναγκαία συνεννόηση, ώστε οι χώρες που επλήγησαν περισσότερο από την κρίση να υπερβούν το ταχύτερο δυνατό τις συνέπειές της.

Κατανοούμε, λοιπόν, ότι υπάρχουν μείζονα ζητήματα, για τα οποία ο πόλος της Αριστεράς είτε βρίσκεται εκ των πραγμάτων είτε μπορεί να βρεθεί κατ’ ανάγκη στην ίδια βάρκα με τον πόλο της μετριοπαθούς κοινοβουλευτικής Δεξιάς, με όλες τις δημοκρατικά θεμιτές παραλλαγές της.

Αυτό ισχύει περισσότερο για τον χώρο που αυτοπροσδιορίζεται σαν Κέντρο. Με το θολό και ερμαφρόδιτο μήνυμα που εκπέμπει, ιδίως δε με τις προσωπικές στρατηγικές που κατά κανόνα υπηρετεί, το Κέντρο ασφαλώς και δεν μπορεί να εντάσσεται στην ευρεία Αριστερά.

Ο καθεστωτισμός των προνομίων

Μια σύγχρονη Αριστερά πρέπει να συνυπολογίζει όλα τα παραπάνω τόσο για την χάραξη της τακτικής της όσο και για την οργάνωση των πολιτικών συμμαχιών της. Αρκεί βέβαια να βρίσκεται σε συνεχή ιδεολογικοπολιτική εγρήγορση, ώστε να μην ευνουχισθεί πολιτικά.

Αυτό συνέβη με κάποιες εκδοχές της σοσιαλδημοκρατίας, οι οποίες εγκατέλειψαν τόσο τον αμφισβητησιακό της ρόλο απέναντι σε κατεστημένες νοοτροπίες και πρακτικές, όσο και τον στρατηγικό της στόχο, που είναι η αλλαγή, με όλες τις αναγκαίες ρήξεις και τομές, των σημερινών κοινωνικοπολιτικών δεδομένων.

Συμπερασματικά, μια νέα δημοκρατική, πλουραλιστική και ρηξικέλευθη Αριστερά πρέπει να συνυπολογίζει όλα τα σύγχρονα δεδομένα. Όχι, όμως, να εγκαταλείπει τις ιστορικές παρακαταθήκες που συγκροτούν την πεμπτουσία της, ούτε να προσχωρεί σε λογικές άρνησης της πολιτικής, στο όνομα τάχα ουδέτερων ή τεχνοκρατικών μεταρρυθμίσεων.

Δεν πρέπει, επίσης, να ενδίδει στις σειρήνες της εξουσίας, όπως η «κρυφή γοητεία της μπουρζουαζίας» και ο καθεστωτισμός των προνομίων. Διότι όλα αυτά αποτελούν αδιάψευστο κριτήριο ότι παύει πλέον να είναι Αριστερά, όπως κι αν ονομάζεται. Αλλιώς, για να παραφράσουμε μια συνήθη αλλά εύγλωττη έκφραση, θα απαρνηθεί την ψυχή της…

Από το Stayroslygeros.gr