Δημήτρης Τσοβόλας: Βίωμα

Του Γ. Λακόπουλου

«Τώρα, όπως και με το «βρώμικο 1989», αρχιτέκτονες και πρωταγωνιστές σε αυτό το έργο είναι και στις δυο φάσεις η οικογένεια Μητσοτάκη».  Εύκολο να το λες, δύσκολο να το βιώνεις.  Όπως ο  Δημήτρης  Τσοβόλας.

Μιλάει για την οργιώδη λειτουργία της Προανακριτικής Επιτροπής και όσοι τον ακούν αισθάνονται ότι βρίσκεται στη μηχανή του χρόνου.  Στην εποχή που ο Κώστας Μητσοτάκης- συμπαρασύροντας και τους  ενοχικούς ηγέτες της τότε Αριστεράς- τον έστειλαν στο Ειδικό δικαστήριο.

Ο περιβόητος Κόκκινος φρόντισε να καταδικαστεί ως αδύναμος κρίκος, όπως νόμιζαν. Αλλά το βράδυ των εμβόλιμων εκλογών του 1992 -που προκλήθηκαν από την έκπτωσή του- οι πολίτες από την Β’ Αθήνας τον ξαναψήφισαν στο πρόσωπο του Γ. Μαγκάκη.

Με το όνομα του Τσοβόλα το στόμα, έστειλαν τη ΝΔ – που βρισκόταν στην πρώτη φάση του εκ-Μητσοτακισμού της και ψήφισε… Λεβέντη- το μήνυμα του τέλους της -στη πρώτη κάλπη που θα στηνόταν. 

Το 1993 αυτή η κάλπη πήρε τη μορφή κρεμάλας, στην οποία ο Σαμαράς έστειλε τον Μητσοτάκη. Για να συμβούν εν συνεχεία τα ανήκουστα από πλευράς αρχών: ο Σαμαράς έγινε αρχηγός της ΝΔ και Πρωθυπουργός και ο γιος του Μητσοτάκη υπουργός του.

Ο Τσοβόλας δεν μετείχε σε εκείνη την Βουλή. Του είχαν στερήσει τα πολιτικά δικαιώματα, από τον Μητσοτάκη που θα πει λίγο αργότερα στη σύζυγό του αδιάντροπα: «Να τον προσέχεις γιατί είναι έντιμος πολιτικός». 

Χωμένος τη αναξιοπιστία και την ίντριγκα ο αρχιτέκτονας της Αποστασίας, μοίραζε και πιστοποιητικά εντιμότητας- αυτός ο εντιμότατος.

 Ο «γιος του αγωγιάτη» -όπως πήγαν να τον εξουδετερώσουν όταν έκλεισε τις πόρτες σε διευθετήσεις  ως υπουργός οικονομικών  -έζησε με ιώβειο  υπομονή την περιπέτεια του 1989.

Το 1993 αρνήθηκε να ζητήσει …χάρη από την κυβέρνηση του… ΠΑΣΟΚ – που ο ίδιος με κάτι λίγους ακόμη κράτησε ζωντανό απέναντι στις επελάσεις λεηλασίας Σημίτη και διαπλοκής.

Σήκωσε μάλιστα σημαία ανυπακοής στην προσαρμογή του κόμματός του στις ράγες όσων τον είχαν στείλει στο Ειδικό  Δικαστήριο.

 Άσχετα αν το κόμμα που ίδρυσε το 1995  δεν άντεξε την πίεση των πανίσχυρων συγκροτημάτων και δεν έμεινε πολύ στη Βουλή, άφησε πίσω την ηθική της πολιτικής μοναξιάς του Τσοβόλα.

 Επέστρεψε εκεί από όπου  έκανε το άλμα στην πολιτική και μετέτρεψε  τη μαχόμενη δικηγορία σε στυλοβάτη αντιλήψεων που είχε και ως  πολιτικός.

Αυτό τον έφερε συνήγορο του Δημ. Παπαγγελόπουλου- μαζί με τη κόρη του Λυδία Τσοβόλα, σαν μήλο κάτω από τη μηλιά. Αν δεν υπήρχε, ο πρώην υπουργός του Τσίπρα έπρεπε να τον ανακαλύψει. 

Η παρουσία του Τσοβόλα δίπλα στον παραπεμφθέντα στη διατεταγμένη Επιτροπή, αντίρροπης στο σκάνδαλο Νοβάρτις, έχει επιρροή τύπου Ελ Σιντ: θυμίζει στους αναιδείς ακραίους της πλειοψηφίας και τους υποταγμένους της  Γεννηματά, τι έκανε ο Μητσοτακισμός όταν είχε εξουσία στον Ανδρέα Παπανδρέου και τον ίδιο.

Ο Τσοβόλας πολύπειρος πλέον, δικηγόρος, αλλά και πολιτικός ανέγγιχτος σε θέματα εντιμότητας, ασκεί βιωματική συνηγορία.

Από μόνη της η παρουσία του φωτίζει τις δικονομικές αθλιότητες και τη θεσμική ασυδοσία της τρέχουσας πλειοψηφίας και ταυτόχρονα συνιστά και ιστορική αναφορά στον πρώτο διδάξαντα πολιτική αυτού του είδους.

Ο τρόπος που στέκονται απέναντί του περιδεείς οι βουλευτές της ΝΔ, ή κατεβάζουν τα ματιά οι ανιστόρητοι του Κινάλ, αλλά και ο φόβος στα μάτια κάθε καινούργιου Μαμανέα, σφραγίζει την Προανακριτική.

Αναδεικνύει στη συλλογική μνήμη ότι αν πριν από 30 χρόνια η χώρα και η Δημοκρατία πλήρωναν βαρύ τίμημα επειδή στήθηκαν διώξεις με στόχο την πολιτική ανατροπή, σήμερα το αντίτιμο θα είναι ακόμη πιο βαρύ.

Στα 78 του ο πρώην υπουργός του Ανδρέα Παπανδρέου απεικονίζει με την με την παρουσία του στο δημόσιο βίο τις διακυμάνσεις της Μεταπολίτευσης  και στέλνει μήνυμα σε όσους  μετέχουν στην πολιτική: «Είναι θλιβερό το φαινόμενο να θεωρούμε θεό και αυθεντία τον κ. Μιωνή».