Δημ. Αβραμόπουλος: “Η Ευρώπη δε φοβάται, δεν θέλει να χτίσει ένα φρούριο”

Ομιλία στην Επιχειρηματική Σύνοδο EE-Ευρασίας-Κίνας 

Ζούμε σε μια εποχή σημαντικών μεταβολών. Η αστάθεια που αντιμετωπίζουν οι κοινωνίες μας και οι γειτονικές μας χώρες δεν γνωρίζει σύνορα. Η αστάθεια αυτή αναγκάζει κάποιους ανθρώπους να εγκαταλείψουν τις χώρες τους, ενώ, ταυτόχρονα, προκαλεί βία αλλά και προκαλείται από αυτή.

Σήμερα, όλες αυτές οι προκλήσεις είναι παγκόσμιες. Καμιά χώρα δεν μένει ανεπηρέαστη, είτε πρόκειται για τις προσφυγικές κρίσεις στη Συρία ή του πληθυσμού των Rohingya, είτε για τις τρομοκρατικές επιθέσεις στην Κωνσταντινούπολη, την Καμπούλ, το Μπαλί ή τη Βαρκελώνη.

Τα δύο τελευταία χρόνια, η Ευρώπη ζει με αυτές τις κρίσεις, τόσο σε ό,τι αφορά τη μετανάστευση και την ασφάλεια, όσο και, επιπρόσθετα, στην οικονομία. Και ενώ ο αντίκτυπος των κρίσεων αυτών κάθε άλλο παρά δείχνει να υποχωρεί, έχει αρχίσει να διαφαίνεται κάποιο φως  στην άκρη του τούνελ.

Η μεγαλύτερη κρίση, όμως, με την οποία βρεθήκαμε αντιμέτωποι, ήταν η κρίση αξιών. Μια κρίση αλληλεγγύης, μια υπαρξιακή κρίση, η οποία ακουμπάει τα θεμέλια πάνω στα οποία οικοδομήθηκε η Ευρωπαϊκή Ένωση, η οικογένειά μας. Αυτό που συμβαίνει στην Ευρώπη, το βλέπουμε να συμβαίνει και παγκοσμίως. Όταν οι πολίτες μας ζουν με την ανασφάλεια, την αστάθεια και το άγνωστο, είναι εύκολο να στρέφονται προς την απομόνωση και την εσωστρέφεια, να απορρίπτουν την παγκοσμιοποίηση, να γκρεμίζουν γέφυρες και να ορθώνουν τείχη, να επηρεάζονται από τα συνθήματα του λαϊκισμού και τη ρητορική του εθνικισμού. Όποτε συναντώνται ο εθνικισμός με τον λαϊκισμός δημιουργείται μια πολύ επικίνδυνη απειλή για τις κοινωνίες μας.

Μάθαμε όμως τα τελευταία δύο χρόνια ότι είναι εφικτό να διαχειριστούμε τη μεταναστευτική κρίση και να καταπολεμήσουμε την τρομοκρατία πιο αποτελεσματικά μόνο όταν, αντί για τείχη, χτίζουμε γέφυρες και ανοίγουμε δρόμους συνεργασίας.

Η διαφορά μεταξύ της μετεγκατάστασης και της επανεγκατάστασης έγκειται ότι στην πρώτη περίπτωση μετεγκαθίστανται άτομα από ένα Κράτος Μέλος της ΕΕ σε ένα άλλο Κράτος Μέλος, ενώ στη δεύτερη, επανεγκαθίστανται από μια τρίτη χώρα στην Ευρώπη. Η Ευρώπη επομένως δεν μετατρέπεται σε φρούριο, αντίθετα, η Ευρώπη είναι ανοικτή υπό την προϋπόθεση ότι θα προστατεύονται πιο αποτελεσματικά τα σύνορά μας και ότι αυτοί που έρχονται στην Ευρώπη ακολουθούν νόμιμες οδούς.

 Κάτι τέτοιο είναι απαραίτητο όχι μόνο για την κοινωνική συνοχή και την ανθεκτικότητα των κοινωνιών μας, αλλά και για την ευημερία των οικονομιών μας και τη σταθερότητα των δημοκρατιών μας.

Φυσικά, τα εθνικά σύνορα συνεχίζουν να υφίστανται, οι προκλήσεις, όμως, της μετανάστευσης, της τρομοκρατίας, του κυβερνοεγκλήματος ή οι χρηματοπιστωτικές κρίσεις δεν σταματούν στα σύνορα αυτά.

Μιλάμε συχνά για την Ανατολή και τη Δύση, τον Βορρά και τον Νότο. Ένας Ευρωπαίος πολίτης, όμως, μπορεί να είναι το ίδιο εκτεθειμένος ή να υποστεί τις ίδιες συνέπειες μιας τρομοκρατικής ή διαδικτυακής επίθεσης με έναν Κινέζο πολίτη.

Ζούμε στην εποχή της παγκοσμιοποίησης. Οι απαντήσεις μας δεν μπορούν, επομένως, παρά να είναι παγκόσμιες και γι’ αυτό έχει καθοριστική σημασία η συνεργασία σε διασυνοριακό επίπεδο.

Τα δυο τελευταία χρόνια, η Ευρώπη εργάστηκε εντατικά για τη βελτίωση του συντονισμού της δράσης της τόσο στα ζητήματα της μετανάστευσης όσο και της ασφάλειας, τόσο εντός της ΕΕ όσο και με τρίτες χώρες εταίρους της.

Όσον αφορά στη μετανάστευση, μειώσαμε τις παράτυπες αφίξεις στην Ανατολική Μεσόγειο κατά 97 %, χάρη στην εφαρμογή της Δήλωσης ΕΕ-Τουρκίας. Επιπλέον, φέτος το καλοκαίρι, καταφέραμε να ελέγξουμε πιο αποτελεσματικά την κατάσταση κατά μήκος της διαδρομής της Κεντρικής Μεσογείου, μειώνοντας τις αφίξεις τον Αύγουστο κατά 81 %, σε σύγκριση με τον ίδιο μήνα του προηγούμενου έτους.

Παράλληλα, σε χρόνο ρεκόρ, θέσαμε σε πλήρη λειτουργία την Ευρωπαϊκή Συνοριοφυλακή και Ακτοφυλακή για την ενίσχυση και την πιο αποτελεσματική διαχείριση των εξωτερικών συνόρων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, αλλά και την πιο αποτελεσματική προστασία της ελεύθερης μετακίνησης.

Πέρυσι, παρείχαμε προστασία, συλλογικά, σε περισσότερα από 700.000 άτομα. Η Ευρώπη είναι και πρέπει να παραμείνει η ήπειρος της αλληλεγγύης όπου θα μπορούν να βρίσκουν καταφύγιο όσοι χρήζουν προστασίας.

Για τον λόγο αυτό, είμαστε έτοιμοι να επανεγκαταστήσουμε, στα επόμενα δύο χρόνια, επιπλέον 50.000 άτομα από την Τουρκία, την Ιορδανία και τον Λίβανο, αλλά και από χώρες κατά μήκος της διαδρομής της Κεντρικής Μεσογείου.

Η διαφορά μεταξύ της μετεγκατάστασης και της επανεγκατάστασης έγκειται ότι στην πρώτη περίπτωση μετεγκαθίστανται άτομα από ένα Κράτος Μέλος της ΕΕ σε ένα άλλο Κράτος Μέλος, ενώ στη δεύτερη, επανεγκαθίστανται από μια τρίτη χώρα στην Ευρώπη. Η Ευρώπη επομένως δεν μετατρέπεται σε φρούριο, αντίθετα, η Ευρώπη είναι ανοικτή υπό την προϋπόθεση ότι θα προστατεύονται πιο αποτελεσματικά τα σύνορά μας και ότι αυτοί που έρχονται στην Ευρώπη ακολουθούν νόμιμες οδούς. Η Ευρώπη πριν από δυο χρόνια αιφνιδιάστηκε. Δεν γνώριζε η ίδια και τα περισσότερα από τα Κράτη Μέλη πως να διαχειριστούν αυτό το πρωτόγνωρο φαινόμενο. Δεν βρισκόμαστε όμως στο σημείο που ήμασταν πριν από δυο χρόνια.

Για τον ίδιο λόγο, επενδύουμε στην δημιουργία περισσότερων νόμιμων οδών προς την Ευρώπη για μετανάστες που επιθυμούν να εργαστούν και να σπουδάσουν εδώ.

Η γνώμη και η πείρα της επιχειρηματικής κοινότητας και των εταίρων μας έχει ιδιαίτερη σημασία, καθώς όλοι γνωρίζουμε ότι το ζήτημα της μετανάστευσης θα μας απασχολεί για πολύ καιρό ακόμα. Η κινητικότητα αποτελεί ένα ενδιαφέρον χαρακτηριστικό του 21ου αιώνα. Πρέπει να αξιοποιήσουμε στο έπακρο τα κοινωνικά και οικονομικά πλεονεκτήματα του φαινομένου αυτού. Σε μερικές δεκαετίες  από τώρα, αυτή η εποχή θα αναφέρεται από τους ιστορικούς ως η εποχή της ανθρώπινης κινητικότητας.

Στον σημερινό ταχέως μεταβαλλόμενο κόσμο, η Ασία και η Ευρώπη, η Ανατολή και η Δύση διασυνδέονται ολοένα και πιο πολύ στους τομείς της κινητικότητας, του εμπορίου και της βιομηχανίας, του περιβάλλοντος, της ενέργειας και της ασφάλειας.

Η Ευρώπη είναι ένας πολύ ελκυστικός προορισμός για την Ανατολή σε ό,τι αφορά τις επιχειρηματικές δραστηριότητες. Για την Ευρώπη, εμπόριο σημαίνει κάτι πολύ περισσότερο από  οικονομικές σχέσεις. Έχει να κάνει και με την προώθηση των δημοκρατικών, κοινωνικών και περιβαλλοντικών μας αρχών και προτύπων.

Η σχέση μεταξύ της Ευρώπης και της Ασίας ευνοεί επίσης την κινητικότητα και τα ταξίδια. Για παράδειγμα, το 2015 και το 2016, η ΕΕ φιλοξένησε περίπου 2000 κινέζους φοιτητές, ενώ η Κίνα περισσότερους από 1000 Ευρωπαίους φοιτητές. Αυτό είναι το είδος κινητικότητας πάνω στο οποίο πρέπει, από κοινού, να βασισθούμε. Αυτό όμως σημαίνει, επίσης, ότι πρέπει να περιορίσουμε, σε παγκόσμιο επίπεδο, την παράτυπη μετανάστευση.

Έχουμε ξεκινήσει έναν ουσιαστικό πολιτικό διάλογο με τις χώρες προέλευσης και διέλευσης, ιδίως από την Αφρική. Η σταθεροποίηση της κατάστασης στην Λιβύη είναι ο απώτερος και βασικός στόχος μας. Η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει επενδύσει σημαντικά στην επίτευξη του στόχου αυτού, σε μακροπρόθεσμο ορίζοντα.

Παράλληλα, προσπαθούμε να υποστηρίξουμε χώρες της Βόρειας και της υπο-σαχάριας Αφρικής στην αποτελεσματικότερη διαχείριση της μετανάστευσης, τις επανεισδοχές και την καταπολέμηση των εγκληματικών δικτύων που θέτουν σε κίνδυνο τη ζωή των μεταναστών.

Για την αντιμετώπιση των βαθύτερων αιτιών της μετανάστευσης από την Αφρική, την περασμένη χρονιά, συστήσαμε το Καταπιστευματικό Ταμείο Έκτακτης Ανάγκης της ΕΕ για την Αφρική, συνολικού ύψους 3.1 δισ. ευρώ.

Ωστόσο, χρειαζόμαστε μια συντονισμένη προσέγγιση για τη μετανάστευση και σε παγκόσμιο επίπεδο. Πρέπει και οι διεθνείς εταίροι, συμπεριλαμβανομένης της Ασίας, να αναλάβουν το μερίδιο της ευθύνης που τους αναλογεί για τους πρόσφυγες παγκοσμίως.

Βασική προϋπόθεση για την αποτελεσματικότερη διαχείριση της μετανάστευσης και την αντιμετώπιση των βαθύτερων αιτιών της είναι ακριβώς η μείωση της αστάθειας και των συγκρούσεων σε ολόκληρο τον κόσμο, όπως και η ενίσχυση της ασφάλειας.

Η Ευρώπη δε φοβάται, δεν θέλει να χτίσει ένα φρούριο μέσα στο οποίο θα ζει μέσα στο δικό της κόσμο. Είναι ελκυστική για όλο τον κόσμο όχι μόνο για την οικονομία, την ασφάλεια, τη σταθερότητα και την πρόοδό της, αλλά και για τις αρχές και αξίες, για τις οποίες μιλήσαμε πρωτύτερα. Αν γεννήσουμε φοβικά αισθήματα στον κόσμο απέναντι στους ξένους, τότε την απομονώνουμε.

Και σε αυτό τον τομέα είναι απαραίτητη η συνεργασία όλων μας, όχι μόνο σε διασυνοριακό επίπεδο αλλά και μεταξύ όλων των εμπλεκομένων μερών: των κυβερνήσεων, του ιδιωτικού τομέα, της κοινωνίας των πολιτών. Η ασφάλεια αποτελεί θεμελιώδες δικαίωμα των πολιτών μας. Η ασφάλεια δεν αφορά σε ένα έθνος ή μια περιοχή. Είναι ζήτημα που διαπερνά σύνορα και ηπείρους. Αποτελεί απειλή για τις δημοκρατίες μας και το παγκόσμιο σύστημα που βασίζεται σε κανόνες δικαίου και το οποίο οικοδομήσαμε μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο.

Προσεγγίζοντας την τρομοκρατία υπό το πρίσμα αυτό, είναι προφανές ότι ο μόνος τρόπος για να την καταπολεμήσουμε αποτελεσματικά είναι να συνεργαστούμε σε παγκόσμιο επίπεδο, με αμοιβαία εμπιστοσύνη και ισχυρό αίσθημα ενότητας και κοινού σκοπού. Για το λόγο αυτό υποστηρίζουμε, και θα υποστηρίζουμε πάντα τη καταπολέμηση της τρομοκρατίας συλλογικά, σε παγκόσμιο και πολυμερές επίπεδο.

Είναι προς το κοινό μας συμφέρον να ενισχύσουμε την ασφάλεια και να επενδύσουμε στην παγκόσμια ειρήνη. Οι εμπειρίες του παρελθόντος μας δίδαξαν ότι η κοινή δράση είναι απαραίτητη και ότι μόνο μέσα από μια πραγματική και αποτελεσματική Ένωση Ασφάλειας στην Ευρώπη μπορούμε να καταπολεμήσουμε την τρομοκρατία, διαθέτοντας ενότητα και επιχειρησιακή αποτελεσματικότητα.

Η εθνική ασφάλεια παραμένει, φυσικά, ευθύνη και αρμοδιότητα των κρατών μελών. Η μάχη κατά της τρομοκρατίας όμως δεν μπορεί παρά να είναι μια συλλογική προσπάθεια:

– για να καταπολεμήσουμε τη ριζοσπαστικοποίηση στους δρόμους των πόλεων μας και στο Διαδίκτυο μέσω της συνεργασίας και της εμπιστοσύνης που έχουμε χτίσει με της εταιρείες του Διαδικτύου,

– για να ενισχύσουμε την ανταλλαγή των πληροφοριών και της διαλειτουργικότητας όλων των πληροφοριακών συστημάτων μας,

– για να βελτιώσουμε την ανθεκτικότητα και την άμυνά μας κατά των απειλών στον κυβερνοχώρο,

– για ενισχύσουμε την ασφάλεια των εξωτερικών μας συνόρων,

– για να εμποδίσουμε την πρόσβαση των τρομοκρατών σε μέσα για την πραγματοποίηση επιθέσεων, όπως τα πυροβόλα όπλα και τα εκρηκτικά,

– για να προστατεύσουμε τους πολίτες μας σε δημόσιους ανοιχτούς χώρους,

– για να αποκτήσουμε, τέλος, μεσοπρόθεσμα συναίνεση ως προς το τι σημαίνει εθνική ασφάλεια, να ξεπεραστούν οι προκαταλήψεις του παρελθόντος και να αποφασίσουμε να συνεργαστούμε προς ένα πραγματικά Ευρωπαϊκό σύστημα ασφάλειας, όπου οι υπηρεσίες πληροφοριών θα συνεργάζονται στο πλαίσιο μιας ενιαίας Ευρωπαϊκής υπηρεσίας πληροφοριών.

Αυτό είναι το πρότυπο που προωθούμε στην Ευρώπη και στο οποίο βασίζονται οι πρωτοβουλίες μας για τη συνεργασία μας σε παγκόσμιο επίπεδο. Θα πρέπει να δημιουργήσουμε μια πλατφόρμα για την ενίσχυση της διεθνούς συνεργασίας για την καταπολέμηση της τρομοκρατίας και του διασυνοριακού εγκλήματος. Αυτή η συνεργασία θα στηρίξει αποτελεσματικά το έργο των εθνικών αρχών.

Δεν υπάρχει πλέον χώρος για το λεγόμενο «βαθύ κράτος» στην παγκόσμια μάχη κατά της τρομοκρατίας. Ωστόσο, το «βαθύ κράτος» συνεχίζει να αντιστέκεται. Μια τέτοια προσέγγιση μας καθιστά όλο και πιο ευάλωτους. Για το λόγο αυτό πρέπει να συνεργαζόμαστε και να ανταλλάσσουμε πληροφορίες και με τους βασικούς εταίρους μας στη Μέση Ανατολή, την Ασία, την Αφρική, καθώς και σε διατλαντικό επίπεδο.

Πρέπει να αντιμετωπίσουμε τον κατακερματισμό τον οποίο εκμεταλλεύονται αποτελεσματικά τρομοκράτες και εγκληματίες, να ενισχύσουμε την ασφάλεια σε παγκόσμια κλίμακα και να επενδύσουμε σε συνεργασίες που μας καθιστούν συλλογικά ισχυρότερους. Τίποτα δεν μπορεί να δικαιολογήσει τον κατακερματισμό των προσπαθειών μας όταν οι πολίτες μας, καθημερινά,  αποτελούν στόχο επιθέσεων σε ολόκληρο τον πλανήτη.

Σήμερα, Ευρώπη και Ασία χρειάζονται η μια την άλλη περισσότερο από ποτέ για την αντιμετώπιση των προκλήσεων του 21ου αιώνα. Η Ελλάδα είναι ένα από τα παραδείγματα που αποδεικνύουν ότι οι οικονομίες μας είναι όλο και πιο συνδεδεμένες, και το ίδιο ισχύει για τους πολίτες μας.

Πρέπει να ενισχύσουμε τη συνεργασία μας σε όλους τους τομείς, το Διαδίκτυο, την καταπολέμηση της τρομοκρατίας, τη διατήρηση της ειρήνης, τη µη διάδοση των πυρηνικών όπλων, την άμυνα και την κινητικότητα. Όλα αυτά συμβάλλουν στη δημιουργία ενός περιβάλλοντος σταθερότητας και ασφάλειας για να αναπτυχθεί η επικοινωνία μεταξύ των ανθρώπων και να αναπτυχθεί η επιχειρηματική δραστηριότητα.

Συναντήσεις όπως οι σημερινές, εδώ στην Αθήνα, στο λίκνο της ευρωπαϊκής δημοκρατίας, αποτελούν καθοριστικά βήματα για την ενίσχυση της συνεργασίας μας. Είναι ο μόνος δρόμος για να προχωρήσουμε μπροστά, προς έναν κόσμο ευημερίας, σταθερότητας, ασφάλειας και κινητικότητας.

Είναι η στιγμή, για όλους μας, να αρχίσουμε να διαβάζουμε την ιστορία. Γιατί, χωρίς να έχω την πρόθεση να διορθώσω τον Μαρξ που είπε ότι η ιστορία επαναλαμβάνεται, είναι οι ίδιοι οι άνθρωποι που επαναλαμβάνουν την ιστορία γιατί δεν την διαβάσουν και δεν μαθαίνουν από τα διδάγματά της.

 Ερώτηση 1η για το αν θα χειροτερεύσει η κατάσταση σε ό,τι αφορά το μεταναστευτικό.

Πρόκειται για μια πρωτόγνωρη κατάσταση. Όλοι γνωρίζουμε τα βαθύτερα αίτια της, τους λόγους για τους οποίους οι άνθρωποι φεύγουν από τις χώρες τους. Η βασική αιτία για την κρίση του 2015 έχει να κάνει με την αστάθεια σε αυτήν την περιοχή. Οι χώρες εκεί είναι παντελώς αποσταθεροποιημένες, όπως για παράδειγμα, η Λιβύη. Υπάρχει, επίσης, άνοδος του εξτρεμισμού, του φονταμενταλισμού και της τρομοκρατίας. Μεγάλο μέρος του πληθυσμού της περιοχής προσπάθησε να βρει καταφύγιο στην Ευρώπη. Η Ευρώπη είναι μια πολύ ελκυστική περιοχή, μια περιοχή σταθερότητας και ευημερίας.

Ωστόσο πρέπει να γίνει μια διάκριση μεταξύ προσφύγων και μεταναστών. Η πλειοψηφία όσων διασχίζουν τα ευρωπαϊκά σύνορα από την ανατολική διαδρομή, από το Αιγαίο, είναι πρόσφυγες.  Και σε αυτή την περίπτωση γνωρίζουμε τα αίτια που οδηγούν τους ανθρώπους αυτούς να εγκαταλείψουν τις χώρες τους. Αντίθετα, η πλειοψηφία όσων προσπαθούν να διασχίζουν τη διαδρομή της Κεντρικής Μεσογείου μέσω της Ιταλίας, είναι, κατά κύριο λόγο, παράτυποι μετανάστες.

Παρότι στην αρχή αιφνιδιαστήκαμε, δημιουργήσαμε αμέσως τα hotspots στην Ευρώπη. Δεσμευόμαστε όλοι, ως διεθνής κοινότητα, από την Διεθνή Συνθήκη της Γενεύης του 1951, να παρέχουμε προστασία σε όσους έχουν ανάγκη. Οι υπόλοιποι πρέπει να επιστρέψουν στις χώρες τους και να ακολουθήσουν τις νόμιμες διόδους για να έρθουν στην Ευρώπη. Για να διαχειρισθούμε αυτή την πολύ περίπλοκη κατάσταση, έπρεπε να ξεκινήσουμε από το μηδέν καθώς η Ευρώπη και τα Κράτη Μέλη ήταν παντελώς απροετοίμαστα και δεν διέθεταν εμπειρία, εκτός από κάποια λίγα, στον τομέα του μεταναστευτικού. Η πλειοψηφία των Ευρωπαϊκών χωρών είχαν εμπειρία από δικούς τους πολίτες που έφυγαν στο εξωτερικό, δεν είχαν όμως υποδεχθεί μετανάστες στο παρελθόν.

Η Ευρώπη πριν από δυο χρόνια αιφνιδιάστηκε. Δεν γνώριζε η ίδια και τα περισσότερα από τα Κράτη Μέλη πως να διαχειριστούν αυτό το πρωτόγνωρο φαινόμενο. Δεν βρισκόμαστε όμως στο σημείο που ήμασταν πριν από δυο χρόνια.
Για τον ίδιο λόγο, επενδύουμε στην δημιουργία περισσότερων νόμιμων οδών προς την Ευρώπη για μετανάστες που επιθυμούν να εργαστούν και να σπουδάσουν εδώ.

Σήμερα, η κατάσταση είναι πολύ καλύτερη σε σύγκριση με δυο χρόνια πριν. Το φαινόμενο αυτό όμως θα συνεχισθεί για πολλά χρόνια ακόμα, και για τον λόγο αυτό θα πρέπει να προετοιμαστούμε καλύτερα. Η Ευρώπη θα έχει ανάγκη από μετανάστες στο μέλλον καθώς είναι μια ήπειρος που γερνάει. Ζητούμενο είναι το πως θα διαχειρισθούμε αυτήν την κατάσταση. Ξεκινήσαμε με την υιοθέτηση της Ευρωπαϊκής Ατζέντας για τη Μετανάστευση, κάτι που δεν υπήρχε κατά το παρελθόν, και εφαρμόζουμε σειρά μέτρων και προγραμμάτων.

Ωστόσο το πολιτικό ζήτημα που αφορά στη σταθερότητα της περιοχής έχει καθοριστική σημασία. Η ΕΕ και η παγκόσμια κοινότητα πρέπει να εξαντλήσουν όλα τα μέσα που έχουν στη διάθεσή τους για να επαναφέρουν τη σταθερότητα στην περιοχή αυτή. Σε διαφορετική περίπτωση, οι άνθρωποι θα σε συνεχίσουν να εγκαταλείπουν τα σπίτια τους και εμείς θα συνεχίσουμε να αντιμετωπίζουμε την ίδια πιεστική κατάσταση. Αυτό που προέχει είναι η διάσωση ζωών, η αντιμετώπιση των ανθρώπων με αξιοπρέπεια, η δημιουργία ενός πολύ σταθερού πλαισίου για όσους θέλουν να  έρθουν στην Ευρώπη και η πιο αποτελεσματική διαχείριση των κοινών μας συνόρων, που παρουσίαζε δυσκολίες, ωστόσο πλέον έχει βελτιωθεί χάρη στη δημιουργία και λειτουργία της Ευρωπαϊκής Συνοριοφυλακής και Ακτοφυλακής. Έχουμε σημειώσει πρόοδο, πρέπει να γίνουν περισσότερα, πρέπει, όμως να είμαστε και σε εγρήγορση.

Όσον αφορά στη μετανάστευση, μειώσαμε τις παράτυπες αφίξεις στην Ανατολική Μεσόγειο κατά 97 %, χάρη στην εφαρμογή της Δήλωσης ΕΕ-Τουρκίας. Επιπλέον, φέτος το καλοκαίρι, καταφέραμε να ελέγξουμε πιο αποτελεσματικά την κατάσταση κατά μήκος της διαδρομής της Κεντρικής Μεσογείου, μειώνοντας τις αφίξεις τον Αύγουστο κατά 81 %, σε σύγκριση με τον ίδιο μήνα του προηγούμενου έτους.

 Ερώτηση 2η για τη συνεργασία ΕΕ-Ρωσίας σε θέματα ασφάλειας.

Στη μάχη κατά της τρομοκρατίας πρέπει να παραμερίσουμε ό,τι μας χωρίζει. Πρέπει όλοι οι διεθνείς εταίροι να συνεργαστούν. Πριν ένα χρόνο πρότεινα στον νεοεκλεγέντα, τότε, Γενικό Γραμματέα του ΟΗΕ να συγκαλέσει έκτακτη Γενική Συνέλευση για ζητήματα ασφαλείας, κάτι που πραγματοποιήθηκε φέτος. Κάτι ανάλογο συνέβη και πέρυσι για το μεταναστευτικό, και πλέον εργαζόμαστε πάνω στη βάση αυτή.

Όλοι οι διεθνείς εταίροι πρέπει να αρχίσουν να συνεργάζονται, να ανταλλάσσουν πληροφορίες και απόψεις. Για να γίνει όμως κάτι τέτοιο, πρέπει πρώτα να λύσουμε το πρόβλημα εντός της Ευρώπης. Το λεγόμενο “βαθύ κράτος” συνεχίζει να υφίσταται στην Ευρώπη. Πριν από δυο χρόνια είχα αναφερθεί με δήλωσή μου στη σύσταση μιας Ευρωπαϊκής υπηρεσίας πληροφοριών, ειδικά για την καταπολέμηση της τρομοκρατίας. Η αντίδραση κάποιων Κρατών Μελών  της ΕΕ ήταν αρνητική. Ωστόσο, πλέον, τα πράγματα έχουν αλλάξει. Ακούσαμε όλοι την ομιλία του Προέδρου Γιούνκερ που πρότεινε τη δημιουργία της υπηρεσίας αυτής, όπως και τον Πρόεδρο Μακρόν. Αν δεν πραγματοποιήσουμε αυτό το βήμα θα παραμείνουμε κατακερματισμένοι και ευάλωτοι, καθώς η τρομοκρατία δεν γνωρίζει σύνορα. Είναι υποχρέωσή μας να εργαστούμε από κοινού στον τομέα της ασφάλειας.

Ερώτηση 3η για τις επιπτώσεις της μετανάστευσης στον ευρωπαϊκό πολιτισμό.

Ο Ευρωπαϊκός πολιτισμός δεν απειλείται. Έχουν περάσει χιλιάδες χρόνια, έχει γερά θεμέλια, κάτι που γνωρίζουμε πολύ καλά εμείς οι Ευρωπαίοι. Δεν είπα ότι η Ευρώπη θέλει, αλλά ότι η ευρωπαϊκή οικονομία θα χρειαστεί έναν αριθμό μεταναστών Πάντοτε χρειαζόταν. Μην παραγνωρίζουμε ότι αυτή τη στιγμή στην Ευρώπη υπάρχουν εκατομμύρια μουσουλμάνοι. Δεν σημαίνει ότι όλοι είναι εν δυνάμει τρομοκράτες. Το αντίθετο. Σε καμία περίπτωση δεν πρέπει να αφήνουμε να καλλιεργείται η ξενοφοβία και η ισλαμοφοβία. Γιατί την ίδια στιγμή που κάτι τέτοιο παρατηρείται κυρίως από τους εκφραστές του εθνικισμού και του λαϊκισμού, η αντανάκλαση σε όλο τον κόσμο είναι κάποιοι να απειλούν τους δικούς μας ανθρώπους, τις δικές μας αξίες. Το πρόβλημα δεν είναι εκεί. Η Ευρώπη δε φοβάται, δεν θέλει να χτίσει ένα φρούριο μέσα στο οποίο θα ζει μέσα στο δικό της κόσμο. Είναι ελκυστική για όλο τον κόσμο όχι μόνο για την οικονομία, την ασφάλεια, τη σταθερότητα και την πρόοδό της, αλλά και για τις αρχές και αξίες, για τις οποίες μιλήσαμε πρωτύτερα. Αν γεννήσουμε φοβικά αισθήματα στον κόσμο απέναντι στους ξένους, τότε την απομονώνουμε. Το να δημιουργούνται όμως νόμιμοι δρόμοι για εκείνους που θα έρθουν εκ των πραγμάτων μια μέρα γιατί τους χρειάζεται η Ευρώπη είναι αναγκαίο.  Διότι αν είχαμε ήδη ένα τέτοιο σύστημα μετανάστευσης πριν από δυόμιση χρόνια, δε θα είχαμε ζήσει αυτές τις καταστάσεις.

Κακώς πράττουν όσοι διασυνδέουν την τρομοκρατία με το μεταναστευτικό. Σας θυμίζω ότι τα πιο σημαντικά γεγονότα που μας κλόνισαν το τελευταίο διάστημα στην Ευρώπη, οι δράστες αυτών των τρομοκρατικών ενεργειών, στη συντριπτική τους πλειοψηφία δεν ήταν μετανάστες, δεν ήταν πρόσφυγες. Έχει να κάνει με ένα άλλο πρόβλημα της Ευρώπης, το πως θα ενσωματώσει αυτούς που ήδη είναι εδώ και ειδικότερα τις νεώτερες γενιές. Διότι αυτά που συνέβησαν στο Παρίσι, τις Βρυξέλλες και αλλού είχαν ως δράστες γόνους οικογενειών που είχαν έρθει στην Ευρώπη τη δεκαετία του 60. Το ερώτημα είναι λοιπόν γιατί αυτά τα παιδιά που είχαν βέλγικα ή γαλλικά διαβατήρια πήραν τα όπλα και τα έστρεψαν κατά της χώρας τους. Γιατί εκεί μεγάλωσαν, εκεί σπούδασαν, ήταν ενσωματωμένοι με τις οικογένειές τους. Το πρόβλημα είναι πολύπλευρο. Και εκείνο που πρέπει να σημειώσω τελειώνοντας είναι ότι δεν πρέπει να αφήσουμε να κυριαρχήσουν τα ξενοφοβικά αισθήματα, τα οποία κάποιοι έδειχναν να επιδιώκουν να καλλιεργήσουν στις κοινωνίες μας. Αυτό θα οδηγήσει την Ευρώπη σε ένα δρόμο εντελώς διαφορετικό από εκείνο που έχει χαράξει.

Ομιλία Ευρωπαίου Επιτρόπου Δ. Αβραμόπουλου για τις «Παγκόσμιες προκλήσεις για τη μετανάστευση και την ασφάλεια» στην Επιχειρηματική Σύνοδο EE-Ευρασίας-Κίνας του Economist: «Χτίζοντας γέφυρες από την Ανατολή στη Δύση», Αθήνα 9/10/2017