Η Ευρωπαϊκή Ένωση σε περιδίνηση

Του Γιαννάκη Ομήρου

Ο κατ’ εξοχήν δημοκρατικός θεσμός της Ε.Ε βιώνει μια βαθιά κρίση αξιοπιστίας. Νυν και πρώην Ευρωβουλευτές μεταξύ των οποίων και η Ελληνίδα αντιπρόεδρος Εύα Καϊλή εγκαλούνται για ένα απεχθές σκάνδαλο χρηματισμού και εξαγοράς το οποίο συνταράσσει εκ βάθρων το Ευρωπαϊκό οικοδόμημα. Οι μεγάλες ελπίδες των Ευρωπαίων πολιτών για μια Ευρωπαϊκή Ένωση με ηθική υπεροχή και αδιάβλητους δημοκρατικούς θεσμούς υφίστανται βαρύτατη δοκιμασία. Η απροκάλυπτη παραβίαση των κανόνων έντιμης και χρηστής διοίκησης και ανεπίληπτης πολιτικής συμπεριφοράς οδηγούν την Ε.Ε σε διεθνή ανυποληψία. Φαινόμενα δε όπως το υπό διερεύνηση «Κατάρ-γκέητ» αποτελούν «βούτυρο στο ψωμί» των ακροδεξιών κύκλων εντός της Ένωσης, που καραδοκούν για την αποδόμηση της.

Το πλέον τραγικό είναι ότι τα τελευταία χρόνια προβάλλεται, ορθώς, το αίτημα για διεύρυνση των αρμοδιοτήτων και της ισχύος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, ως του πλέον δημοκρατικού θεσμού της Ευρωπαϊκής οικογένειας. Ωστόσο, η αποδεικνυόμενη αποκρουστική διαφθορά στους κόλπους της τραυματίζει καίρια τις προοπτικές για ικανοποίηση αυτού του αιτήματος.

Επειδή δεν είναι η πρώτη φορά που εκδηλώνονται φαινόμενα άπληστης συμπεριφοράς Ευρωπαίων αξιωματούχων  και καταλήστευσης δημοσίου πλούτου και Ευρωπαϊκών ταμείων, είναι καιρός και επιτακτική ανάγκη λήψης δρακόντειων μέτρων κατά της διαφθοράς. Η αποκατάσταση της ηθικής υπεροχής και η δημιουργία ενός απροσπέλαστου αμυντικού τείχους απέναντι σε καιροφυλακτούντα «τρωκτικά» και δόλιους «λομπίστες» αποτελεί επιτακτική προτεραιότητα.

Πέραν της πλειοδοσίας σε λόγους καταδίκης και απαξίωσης φαινομένων διαφθοράς και διαπλοκής, αυτό που επιβάλλεται είναι συγκεκριμένες πολιτικές πρωτοβουλίες που θα πείθουν ότι διαμορφώνεται ένα θεσμικό πλαίσιο απολύτως αποτρεπτικό παρόμοιων συμπεριφορών. Η αποδοκιμασία και λεκτική καταδίκη φθοροποιών φαινομένων στη λειτουργία των Ευρωπαϊκών θεσμών, γίνονται κατά κανόνα, με κηρύγματα ηθικολογίας και γενικόλογες ρητορείες, που συνήθως συνιστούν υποκριτικές υπεκφυγές. Μεγαλόστομες διακηρύξεις, καταγγελτικός λόγος και έωλες υποσχέσεις, που ηχούν ως «έπεα πτερόεντα». Μέχρι να ξεσπάσει το επόμενο σκάνδαλο.

Αυτό που χρειάζεται είναι θεσμικές μεταρρυθμίσεις, δημοκρατικός έλεγχος και λογοδοσία.

Αναμόρφωση του συνολικού θεσμικού πλαισίου για να είναι υπηρέτης των Ευρωπαίων πολιτών και όχι των επιτήδειων και των διεφθαρμένων. Και επειδή είναι αδιανόητο να αναμένεται μόνο από τις εθνικές ανακριτικές και διωκτικές αρχές, όπως συμβαίνει τώρα με την Εισαγγελία των Βρυξελλών, να εντοπίζουν αυτά τα βδελυρά φαινόμενα, επιβάλλεται η δημιουργία ενός Ευρωπαϊκού Συμβουλίου κατά της διαφθοράς, του οποίου Πρόεδρος και μέλη να διορίζονται πρώην ανώτατοι δικαστικοί υψηλού κύρους και ανεπίληπτης ηθικής ακεραιότητας από τις χώρες – μέλη. Σκοπός αυτού του Συμβουλίου θα είναι η μελέτη του υφιστάμενου θεσμικού πλαισίου και η διατύπωση προτάσεων εισαγωγής νομοθετικών και κανονιστικών διατάξεων για πρόληψη, καταστολή και ποινικό κολασμό πράξεων διαφθοράς και διαπλοκής.

Οι Ευρωπαίοι πολίτες αναμένουν συγκεκριμένες δράσεις και όχι ανέξοδες ρητορείες καταγγελτικού λόγου. Διαφορετικά η κατολίσθηση στη διαφθορά θα συνεχίζεται ακάθεκτη και θα κατατρώει τα σωθικά του Ευρωπαϊκού οράματος.

Πρώην Προέδρου της Βουλής Των Αντιπροσώπων