Η χώρα χρειάζεται έναν νέο εκλογικό νόμο

  Του Μιλτιάδη Ηλ. Παπαϊωάννου

Φεβρουάριος 2016

 Την ώρα που η χώρα «βουλιάζει» κάτω  από τον όγκο των τεράστιων προβλημάτων που δημιουργεί το «προσφυγικό», αλλά  και η λύση του «ασφαλιστικού», η Κυβέρνηση άνοιξε και τη συζήτηση για την αλλαγή του εκλογικού νόμου.  Μια συζήτηση που ξεκίνησε με ανορθόδοξο τρόπο. Με κυβερνητικές διαρροές.

Ένα μείζον θέμα που συνδέεται με την οργάνωση και τη λειτουργία  της δημοκρατίας μας, χρησιμοποιείται για επικοινωνιακές και μικροπολιτικές σκοπιμότητες. Είναι μια άλλη πλευρά της κυβερνητικής ανευθυνότητας. Φυσικά και το θέμα, όπως και εκείνο της αναθεώρησης του Συντάγματος, είναι θέματα που πρέπει, παράλληλα με τα άλλα μεγάλα προβλήματα της χώρας, να βρουν το δυνατόν συντομότερο, τις λύσεις τους.

Για το εκλογικό σύστημα η  Κυβέρνηση και όλα τα πολιτικά κόμματα οφείλουν να καταθέσουν δημόσια τις προτάσεις τους. Με βάση τις συγκεκριμένες προτάσεις να ξεκινήσει ένας ανοιχτός δημόσιος διάλογος, στο στόχο αναζήτησης  της ευρύτερης πολιτικής συνεννόησης.

Στην Ελλάδα της κρίσης, το εθνικό συμφέρον επιβάλει οι επόμενες εκλογές να γίνουν με ένα νέο αναλογικό εκλογικό σύστημα, που να ευνοεί τη συγκρότηση κυβερνητικών συνεργασιών, για την διασφάλιση της πολιτικής σταθερότητας.

Η πολιτική σταθερότητα είναι όρος για την οικονομική και κοινωνική πρόοδο της χώρας.  Στο παρελθόν, την συγκεκριμένη ανάγκη υπηρέτησε με συνέπεια και θετικά αποτελέσματα ο λεγόμενος «δικομματισμός». Η εναλλαγή,  με κοινοβουλευτική αυτοδυναμία, στην κυβέρνηση ΠΑΣΟΚ και Νέας Δημοκρατίας. Σήμερα, οι συνθήκες έχουν αλλάξει. Η επίλυση των σύνθετων προβλημάτων επιβάλει ευρύτερες συμφωνίες και συνεργασίες.  Αν αυτές στηρίζονται σε πραγματικές συμφωνίες κομμάτων με την ίδια ιδεολογική αφετηρία, επιφέρουν θετικά αποτελέσματα και διασφαλίζουν την αναγκαία πολιτική σταθερότητα.

Ας μην ξεχνάμε  στην Ευρώπη, οι περισσότερες χώρες έχουν συστήματα απλής αναλογικής και κυβερνώνται σταθερά από συνασπισμούς κομμάτων: Γερμανία, Βέλγιο, Ολλανδία, Ιταλία Αυστρία, Δανία, Σουηδία, Φιλανδία, Ουγγαρία, Πορτογαλία και τελευταία η Ισπανία.

Ως θετικές προτάσεις για την επίτευξη του στόχου της κοινοβουλευτικής και κυβερνητικής συνεργασίας, θεωρώ εκείνες που στις βασικές παραμέτρους κάθε εκλογικού συστήματος, καθιερώνουν:

Α. Αναλογικότητα ψήφων-εδρών στο 100% και σε κάθε περίπτωση να μην είναι μικρότερη του 90%.(Πριμοδότηση τριάντα εδρών). Πριμοδότηση γίνεται μόνον όταν το πρώτο κόμμα λάβει πανελλαδικό ποσοστό τουλάχιστον 42%. Τότε είναι σαφές ότι η εντολή του λαού είναι ο σχηματισμός αυτοδύναμης κυβέρνησης. Οι πρόσφατες εμπειρίες της πριμοδότησης του πρώτου κόμματος χωρίς κριτήρια και στόχο, δυστυχώς οδήγησε σε εκβιαστικές εκλογικές αναμετρήσεις με οδυνηρές συνέπειες για τη χώρα και το λαό.

Β. Η περιφερειακή εκπροσώπηση είναι στον πυρήνα κάθε εκλογικού συστήματος. Οι νομοί, ως εκλογικές περιφέρειες, αποτελούν ένα σταθερό παραδοσιακό στοιχείο της πολιτικής, διοικητικής και εκλογικής ζωής του τόπου (εκτός Αττικής, Θεσσαλονίκης). Προσωπικά, πιστεύω ότι, έχουν  ωριμάσει οι συνθήκες για την χάραξη νέων εκλογικών περιφερειών, σε μονοεδρικές και πολυεδρικές, στο επίπεδο των σημερινών διοικητικών περιφερειών.  Εάν παραμείνει ο νομός ως βασική εκλογική περιφέρεια, τότε η κατάτμηση και φυσικά η αναδιάρθρωση των μεγάλων εκλογικών περιφερειών (Αττικής-Θεσσαλονίκης) είναι επιβεβλημένη για πολλούς λόγους.

Γ. Σταυρός ή λίστα για την εκλογή βουλευτών. Ένα από τα κεντρικά ζητήματα του δημόσιου βίου για πολλά χρόνια.  Η κατάργηση του σταυρού είναι μεγάλο χτύπημα στο πελατειακό σύστημα. Στην αιμάζουσα πληγή της δημοκρατίας. Η απόλυτη εισαγωγή της λίστας έχει όμως και μειονεκτήματα στο βαθμό που τα κόμματα δεν έχουν κατακτήσει δημοκρατικές λειτουργίες. Στην ολοκληρωμένη πρότασή μου για προσαρμογή στη χώρα μας του γερμανικού μοντέλου θεωρώ ότι ο σταυρός πρέπει να παραμείνει στις μονοεδρικές, που αποδυναμώνονται τα μειονεκτήματά του και να εισαχθεί ο θεσμός της λίστας στις πολυεδρικές.  Η εισαγωγή στη χώρα μας των βασικών παραμέτρων του «Γερμανικού μοντέλου» θα είναι αναμφίβολα μια μεγάλη μεταρρυθμιστική τομή. Στο πρόσφατο παρελθόν την είχαν υποστηρίξει το ΠΑΣΟΚ και πολλά στελέχη της Νέας Δημοκρατίας, μεταξύ των οποίων και  ο σημερινός Πρόεδρός της Κυριάκος  Μητσοτάκης.

Δ. Το όριο αντιπροσώπευσης στην κατανομή των εδρών στη χώρα μας είναι στο 3%. Είναι από τα μικρότερα στην Ευρώπη. Οι περισσότερες χώρες έχουν το 5% που σε μερικές περιπτώσεις φθάνει και στο 10%. Η διασφάλιση του αναγκαίου στόχου της πολιτικής σταθερότητας, προϋποθέτει αλλαγές και σ’ αυτό το επίπεδο. Ο κατακερματισμός των πολιτικών δυνάμεων αποτελεί τροχοπέδη στην αναζήτηση κυβερνητικών συμμαχιών, όμορων ιδεολογικά πολιτικών δυνάμεων, πάνω σε κοινό πρόγραμμα. Συνεργασίες που πρέπει να διευκολύνονται και προεκλογικά ως συνασπισμός κομμάτων αλλά και μετεκλογικά ως συμμαχίες αυτοτελών κομμάτων. Η κοινοβουλευτική εκπροσώπηση πολύ μικρών κομμάτων, έχει αποδεχθεί ότι οδηγεί σε ετερόκλητους συνασπισμούς, ανιστόρητους συμβιβασμούς και εκβιαστικά διλλήματα που από τα πράγματα θέτουν σε περιπέτειες το στόχο της πολιτικής  σταθερότητας. Πρότασή μου είναι το όριο αντιπροσώπευσης να ανέλθει στο 5%.

Οι παραπάνω σκέψεις και προτάσεις είναι η ευθύνη συμμετοχής μου σ’ ένα κρίσιμο διάλογο που την επιβάλει η μακροχρόνια πορεία μου στα πολιτικά πράγματα της χώρας.

 

   *Πρώην Υπουργός
** Περίληψη του άρθρου έχει δημοσιευθεί στο ΒΗΜΑ της Κυριακής της 21ης Φεβρουαρίου 2016