Κρας τεστ: Ως πολιτικός ο Τσίπρας υπερτερεί του Μητσοτάκη και το 2023 δεν είναι 2019

Γράφει ο Γιώργος Λακόπουλος
Ο Μητσοτάκης αυτή τη φορά θα είναι απολογούμενος για την πολιτική του, τις αποτυχίες, τα σκάνδαλα και την αλαζονεία του.

Στα πρώτα χρόνια της Μεταπολίτευσης η προπαγάνδα της τότε ΝΔ προσπάθησε φορτίσει αρνητικά το όνομα του Ανδρέα Παπανδρέου, με τις θεωρίες του Ευάγγελου Αβέρωφ: δεν φοράει γραβάτα, δεν πήγε στο στρατό, είναι πράκτορας των Αμερικανών. Το αποτέλεσμα είναι γνωστό…

Η σημερινή ΝΔ, με υπερατλαντικούς σπεσιαλίστες του πολιτικού μάρκετινγκ στη θέση του Αβέρωφ, προσπαθεί να φορτίσει αρνητικά το όνομα τον Αλέξη Τσίπρα με αντίστοιχες θεωρίες: δεν μιλάει καλά αγγλικά, ήταν πρόεδρος 15μελους, πήγε να μας βγάλει από το ευρώ και… δεν φοράει γραβάτα.

Ως επιχειρηματολογία που απευθύνεται στα κατώτερα αισθήματα της κοινωνίας με εύπεπτη ρητορική καφενείων, το 2019 είχε απήχηση και επισκίαζε ότι η σύγκριση του Τσίπρα με τον Μητσοτάκη, με κριτήρια προσωπικής πολιτικής ποιότητας, αποβαίνει υπέρ του προέδρου του ΣΥΡΙΖΑ.

Αλλά το 2023 που θα γίνουν οι νέες εκλογές, δεν θα είναι 2019. Ο Μητσοτάκης αυτή τη φορά θα είναι απολογούμενος για την πολιτική του, τις αποτυχίες, τα σκάνδαλα και την αλαζονεία του.

Η θολούρα των περασμένων εκλογών, δεν μπορεί να επαναληφθεί, ακόμη και αν προσπαθήσουν όλοι οι Γκρίνμπεργκ της αμερικανικής «αρνητικής στρατηγικής», όπως καλλωπίζουν τη φαιά προπαγάνδα.
Αυτή τη φορά η αναμέτρηση των δυο ανδρών στα μαρμαρένια αλώνια των εκλογών, θα γίνει επί της πολιτικής. Η επικοινωνιακή ομπρέλα που έκρυβε τις προσωπικές αδυναμίες του Μητσοτάκη και το απατηλό περιεχόμενο των υποσχέσεών του υποσχέσεών του είναι ήδη διάτρηση.

Η πολιτική ανάλυση για το «ένας εναντίον ενός» επί σκηνής και η αντιπαράθεση μοντέλων διακυβέρνησης, στόχων για τη χώρα, ενδιαφέροντος για την κοινωνία και πραγματικών αποτελεσμάτων, οδηγούν στον Τσίπρα. Υπερέχει ως πολιτικός αρχηγός κατά τομέα-, αν βγάλουμε από τη μέση την επικοινωνιακή προστασία και τη ψιμυθίωση Μητσοτάκη από τους μιντιακούς χορηγούς του.

Πρώτο: η σκηνική παρουσία. Ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ είναι γοητευτικός ομιλητής, γήινος και ανθρώπινος πολιτικός, με συγκροτημένο λόγο και προσωπικά βιώματα από τον στο φυσικό χώρο της πλειοψηφίας των πολιτών και διάθεση για βελτίωση των συνθηκών της ζωής και ζωής και της εργασίας τους.

Είναι οικείος στις επαφές του, ετοιμόλογος και στέκεται απέναντι στα οποιοδήποτε συνομιλητή με τον ατομικό πολιτικό εξοπλισμό του. Ευπρεπής και, ήπιων τόνων, περιγράφεται από όσους τον γνωρίζουνε ως «καλό παιδί», τιμά τις φιλίες του -ακόμη και αν αποβαίνει σε βάρος του πολιτικά- και αποφεύγει τις «αυλές» των «νταβατζήδων», που περιέγραψε ο Καραμανλής.

Κοντολογίς τα προτερήματά του είναι περισσότερα από τα μειονεκτήματα και συνήθως διορθώνει τα λάθη του.

Στον Μητσοτάκη ισχύει το αντίστροφο. Είναι κακός ομιλητής, ως προσωπικότητα έχει τις χαρακτηριστικές ιδιότητες του υδρογόνου, -άχρωμο, άοσμο και άγευστο- δεν έχει ιδέα πως ζει μέσος Έλληνας και ούτε ενδιαφέρεται για κάποια κοινωνική ομάδα πέρα από τους έχοντες και κατέχοντες.

Συνυπάρχει κοινωνικά μαζί τους παιδιόθεν, δεν είχε πολιτική δράση ως νέος και ο πολιτικός λόγος του είναι ρηχός, και εύπεπτος. Με, ευτελή ενίοτε, επιχειρηματολογία που παράγουν οι επαγγελματίες της επικοινωνίας που τον σκηνοθετούν στο δημόσιο χώρο. Χωρίς αυτούς δεν υπάρχει…

Θεωρείται πολιτικός χωρίς αρχές, με βουλιμία επικράτησης, εκδικητικός ως άνθρωπος, με προτιμήσεις στους ισχυρούς του χρήματος, χωρίς ηθικές αναστολές για την ποιότητά τους και την προέλευσή τους.

Αν βρεθούν και οι δυο μόνοι στην έρημο, αυτός που δεν θα επιβιώσει θα είναι ο Μητσοτάκης. Και αν ερωτηθούν οι κανονικοί άνθρωποι ποιον θα ήθελαν για παρέα, προφανώς θα προτιμήσουν τον Τσίπρα.

Δεύτερο: η προσωπική ανάδειξη. Είναι γνωστό ότι Κυριάκος Μητσοτάκης υπήρξε υιός του πατρός- στην οικονομική επιφάνεια του οποίου οφείλει την εκπαίδευσή του στο Κολλέγιο και τα ακριβά Πανεπιστήμια των ΗΠΑ.

Αντιλαμβάνεται την συμμετοχή του στην πολιτική ως κληρονομικό δικαίωμα. Ως πολιτική περσόνα κατασκευάσθηκε με επικοινωνιακές συνταγές και την υποστήριξη οικονομικών παραγόντων και μιντιαρχών. Εστίασαν σε επιθέσεις κατά των αντίπαλων του περισσότερο-πρώτα στον Μεϊμαράκη και μετά στον Τσίπρα- παρά στην ανάδειξη των δικών του προσόντων. Έχει σχετικά πολυτελή οικογενειακό βίο, μεγάλη περιουσία και δεν συναναστρέφεται κοινούς θνητούς.

Αντίθετα ο Τσίπρας διαμορφώθηκε ως πολιτικός από τα κινήματα της γενιάς του στα οποία πρωταγωνίστησε, γνωρίζει τις συνθήκες σπουδών, εργασίας, περίθαλψης και τις αγωνίες των απλών ανθρώπων και εξελίχθηκε πολιτικά με βάση την ιδεολογία του. Δεν κληρονόμησε περιουσία, σπούδασε στην Ελλάδα, είναι ο πρώτος Πρωθυπουργός από τη Μεταπολίτευση, που δεν προέρχεται από τζάκι, και η οικογένειά του ζει λιτά.

Τρίτο: η ταξική εκπροσώπηση. Από την διαδρομή του και τη φύση της ιδεολογίας του, ένας πολιτικός της Αριστεράς βρίσκεται κοντά στα χαμηλά και μεσαία στρωματά, στους ανθρώπους το μόχθου και της δημιουργίας, στον πνευματικό κόσμο και τους νέους. Ως στοιχεία της πολιτικής του ταυτότητας τον καθιστούν εκφραστή των συμφερόντων όσων ο Ανδρέας Παπανδρέου χαρακτήριζε «μη προνομιούχους».

Ο Τσίπρας ως Πρωθυπουργός κάλυψε σε μεγάλο βαθμό τα ταξικά χαρακτηριστικά του πολιτικού χώρου του, με πολιτικές που λάμβαναν υπόψη τους πολλούς και επιδίωκαν κοινωνική δικαιοσύνη.

Ο Κυριάκος Μητσοτάκης είναι ο πρώτος πρωθυπουργός Δεξιάς που ενδιαφέρεται μόνο για τους πλούσιους, τους αστούς, τα μεγάλα συμφέροντα, τους αεριτζήδες της οικονομίας, τους μεγάλους επιχειρηματίες και τους τεχνοκράτες που υποστηρίζουν την πολιτική αυξανόμενης κερδοφορίας τους, συχνά με λεφτά του κράτους, των τραπεζών και των κοινοτικών φορέων.

Τέταρτο: η πολιτική. Σε όλους τους τομείς, η οικονομική και κοινωνική πολιτική Μητσοτάκη και του κόμματός του, υλοποιείται με αλληλουχία αντεργατικών νόμων και προνομιακών παρεμβάσεων που εξυπηρετούν κυρίως τους εργοδότες, τους επιχειρηματικούς ομίλους, τα καρτέλ και τις «αλυσίδες», τα ξένα funds, τους μεγάλο εργολάβους και μία κάστα μία τυχοδιωκτών που του παρέχουν στήριξη, προκειμένου να σιτίζονται στο δημόσιο πρυτανείο.

Για τον Τσίπρα, η οικονομική πολιτική πρέπει να έχει ως βάση την προστασία του εθνικού πλούτου και εμφανή στοιχεία παραγωγής του εθνικού εισοδήματος με σεβασμό στα δικαιώματα των εργαζόμενων και των αυτοαπασχολούμενων και στη διανομή του να λαμβάνονται υπόψη οι ανάγκες της κοινωνικής πλειοψηφία με έμφαση στους πιο αδυνάμους.

Η κοινωνική πολιτική των κυβερνήσεων Τσίπρα, παρά τους μνημονιακούς περιορισμούς που παρέλαβε, κρατούσε ζωντανό το κράτος πρόνοιας που διαμορφώθηκε από τον Ανδρέα Παπανδρέου.

Αντίθετα η πολιτική Μητσοτάκη συνέθλιψε την κοινωνική πρόνοια και ασφάλιση και μετέφερε στον ιδιωτικό τομέα την Υγεία και την Παιδεία, ώστε να απολαμβάνουν υπηρεσίες ποιότητας μόνο όσοι μπορούν να τις αγοράζουν.

Στην εξωτερική πολιτική δεν υπάρχει περίοδος διακυβέρνησης από τη Μεταπολίτευση με τόσο εμφανίσεις αποτυχίες. Έχασε τα πολυδιάστατα χαρακτηριστικά της, που της έδωσε πρώτος ο Κωνσταντίνος Καραμανλής -και εδραίωσε ο Ανδρέας Παπανδρέου- και η χώρα προσδέθηκε στο αμερικανικό άρμα.

Στα ελληνοτουρκικά, ο Μητσοτάκης έπιασε από το νήμα από εκεί που το άφησε Κ. Σημίτης -που χρεώνεται με «γκρίζο» στο Αιγαίο και την αναγνώριση «ζωτικών δικαιωμάτων» στην Τουρκιά.

Ασκώντας προσωπική εξωτερική πολιτική, στην πράξη διευκολύνει -όταν δεν κατευνάζει- την Τουρκία να ισχυροποιήσει το ρόλο της στην περιοχή και στρατηγικά οι συμπεριφορές του ιδίου και του Ερντογάν συγκλίνουν συμπληρωματικά στη «διανομή» του ορυκτού πλούτου στο Αιγαίου . Για «να αποφευχθεί ο πόλεμος» -όπως συστήνει ο υπερατλαντικός παράγοντάς που αντιλαμβάνεται την Ελλάδα του Μητσοτάκη ως προτεκτοράτο και δείχνει εχθρικές εκδηλώσεις ακόμη και σε πολιτικούς τη ΝΔ που θέλουν να ορίζεται στο εσωτερικό η πολιτική της χώρας- όπως ο Κ. Καραμανλής.

Στην περίοδο Τσίπρα η εξωτερική πολιτική είχε επιστρέψει στις ράγες που κινήθηκε με τους δυο Καραμανλήδες και τον Ανδρέα Παπανδρέου. Διατήρησε αποφασιστικά τη σταθερότητα την περιοχή, χωρίς παραχωρήσεις και έλυσε το Μακεδονικό, χωρίς να υπολογίσει το πολιτικό κόστος- αντίθετα με τον Μητσοτάκη που παραδόθηκε στην ακροδεξιάς και την καπηλεία….

Σε ό,τι αφορά το ηθικό πλεονέκτημα ο Τσίπρας έμεινε ανέγγιχτος, ενώ ο Μητσοτάκης περιτριγυρίζεται από πρωταγωνιστές σκανδάλων, η πρωταγωνιστεί ο ίδιος. Η διαφορά αντίληψης μεταξύ τους για τη διαχείριση του δημοσίου χρήματος, είναι εμφανής και καταγεγραμμένη πλέον.

Πέμπτο: ηγετικότητα, κομματική υπόσταση και πολιτική αντοχή… 

Ο Τσίπρας δεν είναι μόνο αυτοδημιούργητος πολιτικός, αλλά και ηγέτης της ευρύτερης Δημοκρατικής Παράταξης – όπως δείχνουν να εκλογικά αποτελέσματα – και βέβαια του κόμματός του, που είναι δικό του δημιούργημα ως κυβερνώσα δύναμη.

Αντίθετα, ο Κυριάκος Μητσοτάκης είναι αρχηγός μιας χρήσης και ως φορέας της οικογενειοκρατίας -με την εκλογική αποτυχία του θα οδηγηθεί σε έκπτωση…

Με βάση αυτή τη σύγκριση είναι προφανές ότι ο Μητσοτάκης, πολιτικός χωρίς ιδιαίτερα προσόντα, αναδείχθηκε και υπάρχει χάρη στην «επένδυση» της διαχρονικής Διαπλοκής στο πρόσωπό του.

Αντίθετα ο Τσίπρας οφείλει τον πρωταγωνιστικό ρόλο του στην πολιτική του, το βεληνεκές της δημόσιας παρουσίας του και τα ηγετικά προσόντα στον ευρύτερο παραταξιακά χώρο.

Αν βάλουμε τα χαρακτηριστικά τους- με τα λάθη και τις αδυναμίες τους μαζί- σε μια ουδέτερη μηχανή αξιολόγησης, ως πολιτικός θα επικρατήσει ο Τσίπρας.

Αλλά επειδή στις εκλογές δεν ψηφίζουν οι μηχανές -ούτε τα γκάλοπ φυσικά- το 2019 η εκλογική αναμέτρηση απέβη υπέρ του γιου του Κώστα Μητσοτάκη. Παρά τις επιφυλάξεις που διατηρούν πάντα, άλλοι κορυφαίοι του κόμματος.
Ηττήθηκε- αλλά όχι όσο περίμεναν οι αντίπαλοί του- ο Τσίπρας, που συνεχίζει να οδηγεί το ρεύμα που διαμόρφωσε ο Ανδρέας Παπανδρέου και στην ευρύτερη διάστασή του είναι πλειοψηφικό.

Στην Ιστορία αυτά τα φαινόμενα δεν επαναλαμβάνονται καθώς η πολιτική αυτοδιορθώνεται και η λαϊκή ετυμηγορία επιστρέφει στο φυσικό κύκλο τους. Και είπαμε: το 2023 δεν θα είναι 2019.

ΑΠΟ ΤΟ IEIDISEIS.GR