Κυριάκος  Μητσοτάκης: γιατί από ελπιδοφόρος πολιτικός εξελίσσεται σε «κακό σπυρί» για τη χώρα;

Του Γ. Λακόπουλου

 «Αυτή η τακτική της μπορεί να θρέφει ένα τέρας. Δεν ξέρω αν ο κ. Μητσοτάκης έχει επιλέξει να γίνει Ορμπάν. Όμως κάπως έτσι μεταλλάσσονται τα κόμματα».

Καθηγητής Νίκος Μαραντζίδης

«Η ΝΔ κινείται στην κόψη του ξυραφιού. Δυσκολεύεται να βρει το βηματισμό της για να παραμείνει ένα ευρωπαϊκό κόμμα… Αν όμως ταυτιστούν με τους Καζίνσκι και τους Ορμπάν στον έξαλλο εθνικισμό τότε πού οδηγούνται;»

Καθηγητής Νίκος Αλιβιζάτος

 Όταν ο Κυριάκος Μητσοτάκης εκδήλωσε την πρόθεση του να ηγηθεί της ΝΔ πολλοί άνθρωποι εντός του κόμματος, αλλά και στις παρυφές του, αντιμετώπισαν ένα δίλημμα:

Από τη μια ήταν επανάληψη της πολιτικής των γόνων. Με  πρόσθετη επιβάρυνση ότι ήταν ένας Μητσοτάκης, με τις αρνητικές παρακαταθήκες του πατέρα του. Επιπλέον είχε το στίγμα της σύμπραξης -έναντι χαρτοφυλακίου- με τον Σαμαρά που έβλαψε την οικογένειά του.

Από την άλλη ήταν ευπρεπής άνθρωπος, «καλό παιδί», με αγωγή, είχε σημαντικές σπουδές  και ήταν νέος πολιτικός με εμπροσθοβαρείς απόψεις. Σε κάθε περίπτωση είχε καλύτερο προσωπικό βιογραφικό  από τους συνυποψηφίους του.

Παρά την ομιχλώδη πρακτική, τις αθέμιτες μεθόδους στην προεκλογική καμπάνια του, επικράτησε το δεύτερο κύμα και πήρε την ηγεσία ενός κόμματος που έχει καραμανλικό DNA, αλλά η διάθεση για εξουσία το παρέδωσε ακόμη και σε πρόσωπα σαν τον πατέρα Μητσοτάκη και τον Αντώνη Σαμαρά.

Φάνηκε πάντως ότι ήταν μια καλή εξέλιξη για τη ΝΔ και συνακόλουθα για το πολιτικό σύστημα του οποίου είναι ο ένας πυλώνας. Και ότι έβαζε τα θεμέλια να γίνει πρωθυπουργός στην πορεία των πραγμάτων.

Μόλις λίγα 24ωρα μετά την εκλογή του άρχισε η μεταμόρφωση και οι διαδοχικές διαψεύσεις.

Αντίγραφο του Σαμαρά...

Πρώτα όρισε αντιπρόεδρό του τον προερχόμενο από την τυπική ακροδεξιά Άδωνι Γεωργιάδη, εκπρόσωπο του αγοραίου λαϊκισμού, της εθνοκαπηλείας και της πολιτικής ευτέλειας. Τι δουλειά είχε ένας καθώς πρέπει πολιτικός με συγκρότηση, με έναν χύμα τύπο -πρώην υβριστή του- σαν τον πρώην βουλευτή του Γ. Καρατζαφέρη;

Αν το έκανε γιατί πίστευε ότι θα του φέρει στο πιάτο τις ψηφους της  Χρυσής Αυγής, απέτυχε. Αντίθετα νομιμοποίησε την Ακροδεξιά και άρχισε να καπελώνει και τον ίδιο. Γιατί δεν τον απομάκρυνε; Το ερώτημα αιωρείται ακόμη και τώρα που ο Γεωργιάδης τον χειραγωγεί απροκάλυπτα.

Στη συνέχεια ο νέος αρχηγός υπέταξε την πολιτική του κόμματός του σε δυο συγκεκριμένους μιντιάρχες- και συνέχισε όταν ο ένας κατέρρευσε και αντικαταστάθηκε από έναν τρίτο που έχει και άλλες εκκρεμότητες σε βάρος του.

Πρώτη πράξη ήταν να προσχωρήσει στις επιδιώξεις τους με το άκαιρο αίτημα για πρόωρες εκλογές. Επόμενη η κατασκευή τεχνητής δυσκολίας στην αδειοδότηση των τηλεοπτικών σταθμών, με τον διαγωνισμό για τις τηλεοπτικές άδειες, που θα έβαζε τέλος στην ανομία.

Τρίτη οι καλυμμένες και απροκάλυπτες, κομματικές παρεμβάσεις υπέρ των συμφερόντων τους. Ενίοτε και καθ’ υπόδειξή τους. Τι είδους πολιτική είναι αυτή που συντονίζεται με επιχειρηματίες περισσότερο και από το σύστημα Σημίτη;

Το χειρότερο φάνηκε αργότερα. Ο ισχυρός -υποτίθεται- νέος πρόεδρος της ΝΔ εκχώρησε  την αυτονομία του στο σύστημα Σαμαρά -και έτερους Καππαδόκες.  Ένας κύκλος προσώπων προερχόμενα από τον μηχανισμό του Μεσσήνιου πολιτικού, από τη αυλή του Σημίτη και από τα επιτελεία μιντιαρχών, τον περιβάλαν ποικιλοτρόπως και του επέβαλαν πολιτική και συμπεριφορά.

Άλλοι ως αρθρογράφοι της διαπλοκής, άλλοι ως σύμβουλοι -φανεροί και κρυφοί- και επικοινωνιακοί συνεργάτες, άλλοι ως παρατρεχάμενοι που του καλλιεργούσαν την ιδέατης μετατροπής της ΝΔ σε ΙΧ επιχείρηση.  Όλοι μαζί με την επιμονή στην πολιτική του «όχι σε όλα». Την  άσκηση τυφλής  αντιπολίτευσης με ροπή σε αντιδραστικές θέσεις.

Έτσι ο Κυριάκος κλωνοποιήθηκε με λάθος πρότυπο και ο γιος του Κώστα Μητσοτάκη και αδελφός της Ντόρας Μπακογιάννη έγινε  ακριβές αντίγραφο του Σαμαρά. Υιοθέτησε τη φτηνιάρικη ρητορική του, τις ρηχές προσεγγίσεις του και τις αντιδημοκρατικές αντιλήψεις που έφτασαν ως το σημείο να μην έχει καμία επαφή ως Πρωθυπουργός με τον τότε αρχηγό της αξιωματικής αντιπολίτευσης  Αλέξη Τσίπρα. Δεν τον θεωρούσε «άξιο του έθνους» που εκπροσωπούσε μόνο ο ίδιος. Απρεπώς δεν πήγε καν να του παραδώσει όταν έγινε πρωθυπουργός.

Η ταύτιση έγινε δραματική όταν ο Μητσοτάκης κατάπιε αμάσητη τη γραμμή Σαμαρά στο Μακεδονικό. Κόντρα στις δικές του παλιότερες θέσεις, ανέχθηκε την μισαλλόδοξη πρακτική των συλλαλητηρίων για μη λύση.

Ταυτόχρονα κατέστησε ολόκληρη τη ΝΔ μηχανισμό συνηγορίας υπέρ του Σαμαρά και του Γεωργιάδη στο σκάνδαλο Novartis. Ήτοι  σε ένα θέμα ηθικής  τάξης  και ενδεχομένως ποινικού ενδιαφέροντος -που δεν μπορεί παρά να έχει προσωπικό χαρακτήρα.

Η μετάλλαξη σε νεοδημαγωγό και το τέλος

Προτού καν κλείσει δυο χρόνια στην ηγεσία της ΝΔ ο Κυριάκος Μητσοτάκης έδωσε σε όλους να καταλάβουν ότι μεταλλάχθηκε. Ο πολιτικός που υποσχόταν εκσυγχρονισμό και νέα πολιτική συμπεριφορά δεν υπάρχει πια- αν υπήρξε πραγματικά ποτέ. Στη θέση του βρίσκεται ένας αδίστακτος,  διεκδικητής της διακυβέρνησης με κάθε μέσο.  Ένας νεοδημαγωγός.

Αν αυτό συνδυαστεί με τις προσωπικές πολιτικές ελλείψεις του,  την κακή σκηνική παρουσία του -που δεν καλύπτει η διαρκής επικοινωνιακή σκηνοθεσία των εμφανίσεών του- την ανιαρή ρητορική του, τους κακούς προσωπικούς συνεργάτες, τις διαρκείς γκάφε   συν τη γενική βεβαιότητα ότι η συντηρητική παράταξη δεν τον αποδέχεται ως φυσικό ηγέτη της,  δημιουργείται ένα μείγμα μέχρι και επικίνδυνο για τη θεσμική λειτουργία του πολιτεύματος.

Είναι λυπηρό για τον συγκεκριμένο, ελπιδοφόρο κάποτε, πολιτικό να ακούει κανείς όλο και περισσοτέρους πολιτικούς παρατηρητές  να διατυπώνουν την γνώμη ότι εξελίσσεται σε «κακό σπυρί»  για τη χώρα. Σε  προστάτη του διχασμού, της ανωμαλίας και της εξωθεσμική συμπεριφοράς.  Ο αυταρχισμός και η αλαζονεία του, πέρασε τη κατάλυση των κομματικών διαδικασιών και έφτασε μέχρι ωμές προσωπικές παρεμβάσεις σε μέσα ενημέρωσης, ή απειλές σε μιντιακούς παράγοντες από τον περιβάλλον του.

Η ταύτιση της σημερινής ΝΔ με την Ακροδεξιά, τον εθνικισμό και κάθε είδους τυχοδιωκτικό στοιχείο έχει αλλοιώσει το αρχικό προφίλ του Κυριάκου και τον επιχρωματίζει σαν πολιτικό που θα τείνει προς τον σκοταδισμό, αν αποκτήσει εξουσία. Δεν είναι τυχαίο ότι διακεκριμένοι πανεπιστημιακοί τον παρομοιάζουν με τον Ορμπάν.

Πάνω από όλα τρομάζει ο κυνισμός με τον οποίον αρνείται να μετάσχει, λόγω του αξιώματος του, σε οπουδήποτε διεργασία εθνικής συνεννόησης, για κρίσιμα θέματα. Ο εμπρηστικός λόγος είναι επίσημη στάση. Δεν διστάζει να καλύπτει όσους επιτίθενται στον Προκόπη Παυλόπουλο, ως ανώτατο πολιτειακό παράγοντα της χώρας, όταν δεν του επιτίθεται ο ίδιος. Ή όταν δεν του ζητάει να προκαλέσει συνταγματική εκτροπή.

Θα μπορούσε να πει κανείς ότι αυτά έχουν μια δόση υπερβολής,  ή αποτελούν προϊόν παρερμηνείας. Αλλά η συμφωνία για το Μακεδονικό διέλυσε κάθε αμφιβολία για τον ολισθηρό δρόμο του Κυριακου. Η συμφωνία είναι ό,τι ακριβώς επιδίωκε η χώρα τις δυο τελευταίες δεκαετίες.  Ήταν το δικό του κόμμα -δια του Κ. Καραμανλή -που διαμόρφωσε το περιεχόμενό της. 

Αλλά ο ίδιος, αντί να την αποδεχθεί και να τη στηρίξει- για να κλείσει η πληγή που άνοιξε ο Σαμαράς κόντρα στον πατέρα του-  για να πιστωθεί και ο ίδιος τη λύση πήγε ακόμη πιο ακραία: δεν αναγνωρίζει καν στην κυβέρνηση το δικαίωμα να διαπραγματευθεί και να υπογράψει τη συμφωνία που θα κυρώσει η Βουλή.  Πολεμάει αβασάνιστα το προφανές εθνικό συμφέρον- εκβιαζόμενος από την απειλή της διάσπασης. Με περιορισμένη αίσθηση του καθήκοντος ενός ηγέτη.

Αυτή τη στιγμή ο Κυριάκος Μητσοτάκης είναι σαν χαρτοπαίκτης που χάνει, αλλά ποντάρει διαρκώς στο ίδιο χαρτί. Ή αλλιώς σαν τρελό φορτηγό -με καύσιμα που του προμηθεύουν οι Σαμαράς με τον Γεωργιάδη -και κανείς δεν ξέρει πού θα σταματήσει. Το πιθανότερο είναι ότι θα τον σταματήσει ο τοίχος στον οποίο θα προσκρούσει.

Λόγω του αξιώματος που φέρει όμως, μπορεί αυτή η πρόσκρουση να έχει συνέπειες για τη χώρα, ιδιαίτερα στο εσωτερικό, με την  διατάραξη της συνοχής της και την πριμοδότηση του κατ’ επάγγελμα εθνικισμού. Γι’ αυτό, αν υπάρχουν ακόμη σοβαροί και υπεύθυνοι παράγοντες στη συντηρητική παράταξη που ενδιαφέρονται για το κόμμα τους και για τη χώρα, ας κάνουν κάτι να τον σταματήσουν.

Η ΝΔ και η χώρα υπήρξαν και πριν από αυτόν και θα υπάρξουν και μετά από αυτόν… Αν είναι να γίνει πρωθυπουργός, θα γίνει. Θα τον κάνουν οι πολίτες, αν τους πείσει, οι «νταβατζήδες», αν τους εξυπηρετήσει. Αν πιστεύει ότι μπορεί να ικανοποιήσει τις φιλοδοξίες του επί των ερειπίων που προσπαθεί να δημιουργήσει- πάνω στα παλιά ερείπια που έφεραν τη χρεοκοπία- αδικεί τον εαυτό του, όπως τουλάχιστον τον είχε εμφανίσει για να πάρει την ηγεσία.