Μπαμπούσκες ή οι κρυπτόμενοι

Toυ Γιάννη Πανούση

 

Για πρώτη φορά

ένας λαός είναι φοβισμένος

περισσότερο απέναντι στη ζωή

παρά στο θάνατο

Έλσα Κορνέτη, Ημερολόγιο φιλοσοφικής ήττας

 

Ζητούμενα και προαπαιτούμενα Δημοκρατίας για το 2017.

Το ζητούμενο σήμερα είναι να βρούμε άξιο Ηγέτη [για να μας’’μεταρρυθμίσει’’ κι όχι για να τον δολοφονήσουμε, όπως ιστορικά και υστερικά πράττουμε]. Αρκετά πια με το λάθος να επιλέγουμε μεταξύ οιονεί-καισάρων που επικαλούνται δημοκρατικές διαδικασίες sui generis για να πετύχουν σε  πειράματα λαθεμένης ιστορικής διάγνωσης, κρυπτόμενοι πίσω ή μέσα σε ιδεοληψίες.

Το ζητούμενο είναι να ξεφύγουμε από τον ένθεν/κακείθεν βολονταρισμό ή τους αλληλο-ακυρωτικούς αυτοματισμούς. Έχει πλέον αποδειχθεί ότι οι μετασεισμικές δονήσεις ύστερα από κάθε επιπόλαιη ‘ανατροπή’του Παλιού συστήματος δεν  μας επαναφέρουν στο στέρεο έδαφος της θωρακισμένης κοινωνίας του Νέου αλλά στην κινούμενη άμμο σαθρών και διαβρωμένων θεσμών,των υπόγειων αρχηγών κρυπτoμένων πίσω ή μέσα στη βουλευτική ασυλία.

Το ζητούμενο είναι να μην ψηφίζουμε με οργή, τσαμπουκά και τιμωρητική [αυτο]καταστροφικότητα. Τώρα πια γνωρίζουμε όλοι τους όρους, τα όρια, τους μηχανισμούς της Δημοκρατίας, τη σύνεση, το μέτρο, την ηθική των πολιτικών,ακόμα και των υποκρυπτόμενων πίσω ή μέσα στα πάθη,τα λάθη και τα αβαθή των ηγεσιών.

Το ζητούμενο δεν είναι να γράφονται, να ψηφίζονται, να [μην]εφαρμόζονται νόμοι και διατάγματα δίχως να πιστεύει κανείς στην εγκυρότητα των διαδικασιών.Το σύστημα παραγωγής κανόνων δικαίου είναι διάτρητο,η εμπιστοσύνη της κοινωνίας μηδενική και όλα αιωρούνται στο κενό της καχυποψίας, ιδιαίτερα αν πίσω ή μέσα στα νομοθετήματα κρύβεται κάποιος ‘’άλλος νομοθέτης’’.

Το ζητούμενο είναι αν οι εκάστοτε κυβερνώντες δύνανται ή θέλουν ή ξέρουν να κάνουν κάτι άλλο από αυτά που κατέστησαν τη Δημοκρατία μας εύθραυστη.Δεν είμαι βέβαιος ότι, ορισμένοι τουλάχιστον, έχουν τύψεις ή επέδειξαν μεταμέλεια για το ότι δεν έχει ακόμα έγκυρο όνομα  το είδος του Πολιτεύματος που υπηρετούν και κατευθύνουν,ανεξάρτητα του γεγονότος πως πολλοί κρύπτονται πίσω ή μέσα σε δήθεν λαϊκή θέληση.

Το ζητούμενο δεν είναι να θριαμβολογούμε για ‘’το μικρό και το ολίγο’’φοβισμένων ισορροπιστών και για τους serial killers της πολιτικής αρένας. Πρέπει κάποτε ν’αρχίσουμε να επιθυμούμε και να διεκδικούμε ‘’το μεγάλο και το πολύ’’ των τολμηρών μεταρρυθμιστών, οι οποίοι δεν σκοτώνουν ούτε τον πολιτικό τους πατέρα ούτε τους ιδεολογικούς τους αδελφούς[για να βαφτεί η ελπίδα κόκκινη;], κρυπτόμενοι πίσω ή μέσα στο μανδύα του Βρούτου, τις κραυγές των συγκλητικών ή τις ορδές των βαρβάρων.

Το ζητούμενο δεν είναι να βλέπουμε την επιφάνεια των πραγμάτων, να βγάζουμε συμπεράσματα από την πρώτη εικόνα. Η ουσία βρίσκεται στο βάθος των προ-θέσεων και τη στρατηγική των κινήσεων, όπως αποκαλύπτεται όταν αποκωδικοποιεί κάποιος τις κρυφές Μπαμπούσκες. Έτσι π.χ. η πολιτική ανθρωπογεωγραφία, δυστυχώς και του ΣΥΡΙΖΑ, θυμίζει έντονα τις ρώσικες κούκλες. Η έξω κούκλα περιλαμβάνει τους αναλώσιμους ‘χρήσιμους ηλίθιους’ [πρώην μη –συριζαίους πολιτικούς, επιχειρηματίες, διανοούμενους].

Η δεύτερη κούκλα περιλαμβάνει τα κυβερνητικά στελέχη [υπουργούς,προέδρους, ’γενιτσαροποιημένους’ μιας χρήσης].

Η τρίτη κούκλα περιλαμβάνει το Μέγαρο Μαξίμου και την ομάδα του Πρωθυπουργού [καθώς και το γενικότερο περιβάλλον των αλληλοσπαρασσόμενων μυστικοσυμβούλων].

Η τέταρτη κούκλα περιλαμβάνει τον σκληρό πυρήνα του 3%,δηλαδή όλους αυτούς τους τύπους του Ψ[ψέματος, ψευδο-ιδεολογίας,ψυχογιών] οι οποίοι κατέχουν τα μυστικά των υπόγειων διαδρομών.

Τα παραπάνω ζητούμενα συνιστούν αυτοδίκαια και τα προαπαιτούμενα της διαφάνειας, του ελέγχου, της λογοδοσίας σε μία Δημοκρατία που,ευτυχώς, αρνείται πεισματικά να πέσει στη μαύρη τρύπα των συγκυριακών σκοπιμοτήτων και των ιδιοτελών ‘κατασκευών’.

Πρέπει να συνεννοηθούμε, έστω μόνο  για το 2017.

Όσο κρυβόμαστε άπαντες, για διαφορετικούς ίσως λόγους, από τον εαυτό μας και τον καθρέφτη μας, όσο συνεχίζουμε να μη δηλώνουμε “ποιοι είμαστε και πού πάμε”’,όσο τ’αυτονόητα γίνονται ζητούμενα, φαίνεται δύσκολο  να μπορούμε να βγούμε σώοι κι αβλαβείς από το λαβύρινθο των παλίμψηστων ψευδαισθήσεων.

Ως πότε όμως θα παίζουμε ατιμωρητί με την Ιστορία;