Μπερδέψανε το παρακράτος με το βαθύ κράτος

Του Γ. Τεκίδη

                                 

                                                                                 

“Έχουμε ένα κράτος που παραμένει βαθύ γιατί είναι στηριγμένο σε ανεύθυνες συμπεριφορές, μικροκομματικά τερτίπια. Είναι το κράτος που σας ζητώ να ανατρέψουμε και θα το ανατρέψουμε”. Τάδε έφη ο σημερινός πρωθυπουργός της πιο πολύπαθης χώρας στην ΕΕ Κυρ. Μητσοτάκης, στην προχθεσινή συνεδρίαση του υπουργικού σ/λίου. Αν μη τι άλλο κανείς σε αυτό τον τόπο, μήτε διεθνώς αμφισβητεί το χιούμορ του πρωθυπουργού μας. Μπορεί να είναι πικρόχολο, εκτός τόπου και χρόνου, προκλητικό και κυνικό, όσο δεν παίρνει, αλλά πάντως…χιούμορ. Εδώ βέβαια ο πρωθυπουργός λησμονεί ή υποκρίνεται πως λησμονεί, πως ο ίδιος ως αναγνωρισμένος στυλοβάτης ενός πρωτοφανούς φαύλου καθεστώτος  από το 2019 και εντεύθεν που παραπέμπει   στο πρόσφατο και απώτερο παρελθόν της παράταξης του, η οποία έχει αναγάγει τη πολιτική σήψη, τον εκμαυλισμό  συνειδήσεων και το παρακράτος, σε επιστήμη. Και λέμε επιστήμη γιατί τα όρια κράτους και παρακράτους διαχρονικά υπήρξαν στη χώρα μας δυσδιάκριτα. Χώρια που υπήρξαν και περίοδοι όπου τα δύο ταυτίστηκαν και το δεύτερο λειτούργησε πλέον ως κράτος, πάντα με τις ευλογίες της πολυποίκιλης δεξιάς και ακροδεξιάς.

Τι άραγε νε εννοούσε και πόσους τόνους θράσους απαιτεί μια τέτοια δήλωση του ανεκδιήγητου, του εκτός πραγματικότητας ως συνήθως Κυρ. Μητσοτάκη, πως θα πατάξει το βαθύ κράτος, αυτό που αντιδρά στις …μεγαλόπνοες και πρωτοφανείς μεταρρυθμίσεις του καλώντας μάλιστα και το λαό να ενισχύσει τον…αγώνα του προς αυτή την κατεύθυνση.  Άβυσσος η ψυχή του ανθρώπου και μεγαλύτερη άβυσσος αυτή του Κυριάκου. Να καμώνεται τον ανιστόρητο, αυτόν που τάχα δεν γνωρίζει πως στις σκοτεινές πολιτικά και κοινωνικά περιόδους της χώρας μας, πρωταγωνιστικό ρόλο έπαιξε και παίζει, πλην κάποιων εξαιρέσεων σε ατομικό κυρίως επίπεδο, η παράταξη του. Εκτός και αν το μετεμφυλιακό παρακράτος, απόγονος του οποίου είναι σημαντικό κομμάτι αυτού που αποκαλεί βαθύ κράτος, σήμερα ο ίδιος, το δημιούργησε η Αριστερά και ο δημοκρατικός εν γένει κόσμος. Όχι τίποτα άλλο μα θα τρίζουν τα κόκκαλα των…πεσόντων πολιτικών του προγόνων, αυτών που… θυσιάστηκαν στον νυν υπέρ πάντων αγώνα κατά του κόκκινου κινδύνου και των παραφυάδων αυτού. Αλλά και για ποιο βαθύ κράτος άραγε να μιλάει ο πρωθυπουργός, ποιους να εννοεί. Μήπως τα κρατικά στελέχη των σωμάτων ασφαλείας και της πυροσβεστικής, εκείνους που  στην τραγική νύχτα της πυρκαγιάς στο Μάτι, παίζανε μπιρίμπα, την ώρα που χάνονταν ανθρώπινες ζωές;. Όλους εκείνους που το καθεστώς Μητσοτάκη άμα τη αναλήψει  των πρωθυπουργικών καθηκόντων προβίβασε και τοποθέτησε σε καίρια πόστα του κρατικού μηχανισμού;.  Μα γιατί να απορεί κάποιος με τα λόγια και τα έργα ενός πρωθυπουργού που αναρωτιέται δημόσια για το ΄΄ ποιόν νέο ενδιαφέρει σήμερα τι έγινε στη Θεσσαλονίκη το 1963 ‘’ αναφερόμενος στο φόνο του Γρ. Λαμπράκη από τους θεματοφύλακες των οσίων και ιερών του κράτους, τους περιώνυμους παρακρατικούς εκείνης της εποχής. Εκτός κι αν ήθελε να πει, πως κάπως έτσι πρέπει να μορφώνεται σήμερα η νεολαία μας, να αγνοεί δηλαδή την ιστορία του τόπου μας και τα σημαντικά γεγονότα που έλαβαν χώρα σε αυτή. Θα ήταν άδικο να πει κάποιος πως ο Μητσοτάκης κομίζει έτσι την νέα ακατάρριπτη διδαχή, το αναμφισβήτητο αξίωμα, πως η ιστορία πρόσφατη και παλαιότερη δεν διδάσκει τίποτα σε αντίθεση με αυτό που αποδεχόμαστε μέχρι τώρα.

Και τελικά θα ήταν άδικο για τον ίδιο, αν του έδινε το εισιτήριο για το σπίτι του και για την κρύπτη της σιωπής ο ευκολόπιστος λαός μας, του οποίου στην κυριολεξία έχει αλλάξει τα φώτα η κυβερνητική συμμορία, αύριο κιόλας;